Αποκαλύπτεται η ιστορία της ακταιωρού «Φαέθων»
Μισό αιώνα μετά τη βύθιση της ακταιωρού «Φαέθων», οι κυπριακές αρχές προσπαθούν μέσω DNA να ταυτοποιήσουν οστά πεσόντων
Στις 8 Αυγούστου 1964 τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη έπληξαν την ελληνική ακταιωρό «Φαέθων» στην Κύπρο, σκοτώνοντας έξι Ελληνες. Για χρόνια το κράτος δεν αποκάλυπτε στις οικογένειες των πεσόντων τι είχε συμβεί. Η αλήθεια κρύφτηκε υπό τον μανδύα του «άκρως απορρήτου». Σήμερα, έπειτα από μισό και πλέον αιώνα, με αναλύσεις DNA στα οστά των θυμάτων αναμένεται να γραφτεί στην Κύπρο ο επίλογος της τραγικής ιστορίας.
Μόλις είχε ολοκληρώσει το μεσημεριανό του γεύμα, όταν οι επισκέπτες που περίμενε χτύπησαν την πόρτα. Τους υποδέχθηκε με λικέρ κουμ κουάτ και συκόπιτα. «Ξέρετε, είχα παραθερίσει παλιά στην Κέρκυρα», του είπε ένα από τα μέλη της ομάδας. Τον είχαν ενημερώσει για τον σκοπό του ταξιδιού τους, όμως και πάλι χρειαζόταν μια φράση σαν κι αυτή, για να σπάσει ο πάγος. «Δεν ξεχνιούνται οι ήρωες», επανέλαβαν προτού φύγουν και με προσεκτικές κινήσεις συνέλεξαν δείγματα σάλιου από την εσωτερική πλευρά του στόματος του οικοδεσπότη τους.
«Με πήγαν πολλά χρόνια πίσω. Αναμοχλεύεται ο πόνος», λέει ο 71χρονος Κώστας Αγάθος όταν τον συναντάμε λίγες ημέρες μετά στο ίδιο σαλόνι στην Ανω Γαρούνα Κέρκυρας. Κρεμασμένη στον τοίχο, μας κοιτάζει από ψηλά η εικόνα του αδερφού του, Σπυρίδωνος. Αυτή και άλλες δύο φωτογραφίες του, σε όλες με επίσημη στολή εξόδου του ναυτικού, είναι όσα έχουν απομείνει από εκείνον.
Ηταν 8 Αυγούστου 1964, όταν τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη έπληξαν την ακταιωρό «Φαέθων»
Τα 22 μέλη του πληρώματος μιλούσαν χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα. Το πλοίο δεν έφερε σημαία και διακριτικά.
στην Κύπρο, σκοτώνοντας και τραυματίζοντας μέλη του πληρώματος. Μεταξύ των έξι Ελλαδιτών πεσόντων βρισκόταν και ο υποκελευστής Σπυρίδων Αγάθος. Οι σοροί τους τάφηκαν τότε στο κοιμητήριο Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στη Λευκωσία. Εκταφές όμως που πραγματοποιήθηκαν αργότερα, χωρίς επιστημονικό τρόπο, φαίνεται ότι οδήγησαν σε μοιραία λάθη. Κάποιες οικογένειες παρέλαβαν οστά που ανήκαν σε άλλους.
Στις αρχές Απριλίου, μισό αιώνα μετά τον βομβαρδισμό της ακταιωρού, ομάδες ανθρωπολόγων και γενετιστών στην Κύπρο προσπαθούν να ξεδιαλύνουν τα σφάλματα του παρελθόντος. Πραγματοποίησαν νέες εκταφές και συνέλεξαν δείγματα DNA από συγγενείς των πεσόντων για να ταυτοποιήσουν επιστημονικά τα λείψανα. Εστω και τώρα αδέρφια και ανίψια προσδοκούν να λάβουν απαντήσεις. Αλλωστε, επί δεκαετίες τους είχε στερηθεί η πρόσβαση στην αλήθεια. Παρά τις οχλήσεις τους, το τι ακριβώς είχε συμβεί στην Κύπρο παρέμενε μυστικό, υπό τον μανδύα του «άκρως απόρρητου».
Ο Κώστας Αγάθος αντίκρισε για τελευταία φορά τον αδερφό του στην Κέρκυρα τον Μάιο του 1964, μία ημέρα μετά τον εορτασμό 100 ετών από την ένταξη των Επτανήσων στην Ελλάδα. «Δεν νομίζω να ήξερε ακόμη για την αποστολή του», λέει. Θυμάται ότι έκαναν σχέδια για τις διακοπές του καλοκαιριού. Λίγο καιρό αργότερα, μία ημέρα προτού αναχωρήσει για την Κύπρο, ο Σπυρίδων παντρεύτηκε τη σύντροφό του, Μαρία. Κατά τον αδερφό του το έκανε γιατί φοβήθηκε ότι δεν θα την ξαναδεί.
Με ψεύτικα ονόματα
Τον προορισμό του απέκρυψε από τη δική του οικογένεια και ο κυβερνήτης της ακταιωρού, Δημήτρης Μητσάτσος. Τους είπε ότι θα πήγαινε στην Ιταλία για μία άσκηση. Το πλοίο όμως θα βρισκόταν στις βόρειες ακτές της Κύπρου για να αποτρέψει αποβιβάσεις Τούρκων στρατιωτικών και οπλισμού στα χωριά Μανσούρα και Κόκκινα. Ηταν μια ιδιαίτερα τεταμένη περίοδος και η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου είχε αποφασίσει να ενισχύσει τη νεοσύστατη Κυπριακή Εθνοφρουρά απέναντι στην τουρκική απειλή.
Για την ειδική αποστολή επιλέχθηκαν δύο πλοία, τα «Φαέθων» και «Αρίων». Επρόκειτο για ξύλινα, παράκτια περιπολικά που είχαν κατασκευαστεί το 1935 από το γερμανικό ναυτικό του Χίτλερ και πλέον αξιοποιούνταν σε γεωτρήσεις εταιρείας στην Ερυθρά Θάλασσα. Αγοράστηκαν από τον Κύπριο επιχειρηματία Αναστάση Λεβέντη και δωρίστηκαν στην Ελλάδα. Ο κ. Μητσάτσος θυμάται ότι τα ξύλα είχαν σκεβρώσει, οι αρμοί είχαν άνοιγμα ένα με δύο χιλιοστά και υπήρχε ο κίνδυνος εισροής υδάτων. Το χρονοδιάγραμμα όμως ήταν πιεστικό. Δεν υπήρχε περιθώριο για εκτεταμένες επισκευές. Για τα 22 μέλη πληρώματος του «Φαέθων» εκδόθηκαν ναυτικά φυλλάδια που τους εμφάνιζαν ως Κύπριους. Μεταξύ τους μιλούσαν πλέον χρησιμοποιώντας τα ψευδώνυμα, για να τα συνηθίσουν. Ο κ. Μητσάτσος λεγόταν Δημήτρης Φασίλης. Το πλοίο δεν έφερε σημαία, ούτε διακριτικό κλήσεως.
Τα δυσάρεστα νέα
Τον Δεκαπενταύγουστο του 1964, ένα τηλεφώνημα στο κοινοτικό γραφείο της Ανω Γαρούνας ταράζει τον Κώστα Αγάθο. Αρχικά του λένε ότι ο αδερφός του τραυματίστηκε. Το κρύβει από τους γονείς του, τα νέα όμως κυκλοφορούν στο χωριό. Στην εκκλησία οι συντοπίτες μόλις κοιτούν τη μητέρα του βουρκώνουν. Το πανηγύρι αναβάλλεται. Τα γραμμόφωνα δεν παίζουν τραγούδια στα σοκάκια ως συνήθως.
Χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, πλέοντας στην Ιαπωνία, ο Κεφαλονίτης ναυτικός Γεράσιμος Θεοδωράτος μαθαίνει τα δυσάρεστα νέα και για τον δικό του αδερφό, Παναγιώτη, ο οποίος επέβαινε στο «Φαέθων». Εκτοτε προσπαθεί να μάθει την αλήθεια. «Δεν είχα απαίτηση για αποζημίωση, αλλά να μου πουν πώς έφυγε ο αδερφός μου», λέει.
Επισήμως, το ελληνικό κράτος σιωπά. Ο κ. Αγάθος ενημερώνεται ότι ο αδερφός του «εφονεύθη σε διατεταγμένη υπηρεσία σε γυμνάσια στην Ανατολική Μεσόγειο». Εχοντας διασωθεί και επιστρέψει στην Ελλάδα ο κ. Μητσάτσος μάταια προσπαθεί να πείσει ανωτέρους του να του επιτρέψουν να μιλήσει. Το δεξί του χέρι είχε ακρωτηριαστεί, τον είχαν συμβουλέψει όμως να λέει ότι το έχασε σε ατύχημα, όχι σε μάχη.