Με επιδόσεις δύο ταχυτήτων οι εξαγωγές στη Γερμανία
Ποιες κατηγορίες τροφίμων ενισχύονται και ποιες πλήττονται
Τα φρέσκα φρούτα και τα λαχανικά, αλλά και τα ισχυρά benchmarks της ελληνικής παραγωγής, όπως φέτα, γιαούρτι, ελαιόλαδο και ελιές, εμφάνισαν ισχυρά «αντισώματα» έναντι της πανδημίας επί γερμανικού εδάφους, ενώ αντίθετα οι εξαγωγές ελληνικών τυποποιημένων τροφίμων στη Γερμανία εξακολουθούν να « νοσούν», με τις εκτιμήσεις για την επιστροφή των πωλήσεων σε προ κρίσης Covid-19 επίπεδα των Γερμανών χονδρεμπόρων να είναι δυσοίωνες.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στο Μόναχο, το οποίο επικοινώνησε με 20 από τις σημαντικότερες εταιρείες ελληνικών συμφερόντων, εισαγωγείς, εμπόρους και διανομείς ελληνικών προϊόντων, χονδρεμπόρους της Κεντρικής Λαχαναγοράς, υπεύθυνους μεγάλων καταστημάτων λιανικής πώλησης κ.λπ., προκύπτει μια αρκετά διαφοροποιημένη εικόνα, ανάλογα με τον εκάστοτε κλάδο δραστηριότητας και τον τρόπο λειτουργίας των συγκεκριμένων επιχειρήσεων.
Σε ό,τι αφορά τα τρόφιμα - ποτά, καταγράφονται δύο ταχύτη
τες, με τα τυποποιημένα τρόφιμα να καταγράφουν σημαντικές απώλειες, ενώ τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά, καθώς και τα ισχυρά «χαρτιά», όπως φέτα, ελαιόλαδο, ελιές και γιαούρτι, να ενδυναμώνουν την παρουσία τους στη γερμανική αγορά.
Η αναστολή της λειτουργίας των εστιατορίων και συναφών καταστημάτων το τελευταίο δίμηνο (με εξαίρεση τις παραδόσεις γευμάτων κατ’ οίκον) επέφερε ραγδαία μείωση των πωλήσεων, ακύρωση νέων παραγγελιών και συνακόλουθα μεγάλη πτώση των ελληνικών εξαγωγών συσκευασμένων τροφίμων, με την εξαίρεση ορισμένων μακράς διαρκείας βασικών αγαθών στα οποία σημειώθηκε ακόμα και συγκυριακή αύξηση.
Με την επαναλειτουργία των καταστημάτων εστίασης αναμένεται να υπάρξει κάποια σταδιακή ανάκαμψη. Αρκετοί, ωστόσο, παράγοντες της αγοράς επεσήμαναν ότι λόγω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, της επιφυλακτικής στάσης πολλών πελατών τους και της γενικότερης αβεβαιότητας την οποία τροφοδοτεί η πανδημία, δεν πρέπει να αναμένεται επάνοδος στα θεωρούμενα, προ κρίσης, ως φυσιολογικά επίπεδα πριν από την παρέλευση ικανού χρονικού δια
στήματος. Ως εκ τούτου, οι προοπτικές των εξαγωγών τυποποιημένων προϊόντων δεν θεωρούνται ιδιαίτερα ευοίωνες στο άμεσο μέλλον.
Αντίθετα, όπως ανέφεραν χονδρέμποροι της Κεντρικής Λαχαναγοράς, διανομείς νωπών προϊόντων και υπεύθυνοι μεγάλων αλυσίδων λιανικής πώλησης, οι εξαγωγές φρέσκων φρούτων και λαχανικών διατηρήθηκαν σε σταθερά επίπεδα ή και αυξήθηκαν, σε μερικές περιπτώσεις, το τελευταίο δίμηνο, λόγω της στροφής των καταναλωτών σε μοντέλα υγιεινής διατροφής και της αναγκαστικής αύξησης του αριθμού των γευμάτων στο σπίτι.
Παράλληλα, ένας περιορισμένος αριθμός παραδοσιακών προϊόντων, όπως φέτα, γιαούρτι, ελαιόλαδο και ελιές, τα οποία διακρίνονται από υψηλό βαθμό αναγνωρισιμότητας και έχουν αποκτήσει σταθερή πρόσβαση σε μεγάλες αλυσίδες, διατήρησαν ή και αύξησαν τις πωλήσεις τους, αντισταθμίζοντας έως έναν βαθμό τη μείωση πωλήσεων μέσω των εστιατορίων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις αναμένουν ότι στο αμέσως προσεχές διάστημα η ύφεση που θα πλήξει τη γερμανική οικονομία, η οποία εκτιμάται περί το 6% με 7% κατά το τρέχον έτος (σύμφωνα με τις προβλέψεις του Ινστιτούτου IFO), θα επηρεάσει αναμφίβολα αρνητικά τις πωλήσεις και τη συνολική κερδοφορία τους, ενώ θα οδηγήσει πιθανώς σε σημαντικές αλλαγές στη διαχείριση και στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της εφοδιαστικής αλυσίδας και κατ’ επέκταση στον τελικό καταναλωτή. Το στοίχημα για την αγορά θα κριθεί στην ικανότητα άμεσης ανταπόκρισης σε απότομες μεταβολές και διακυμάνσεις της ζήτησης, καθώς και στη διαρκή αναζήτηση εναλλακτικών πηγών αγοραστών και προμηθευτών.