Σκάνδαλο ανάλογο της Enrom η υπόθεση της Wirecard
Πώληση ή κλείσιμο μονάδων για να γλιτώσει την κατάρρευση
Θέμα επιβίωσης τίθεται πλέον για το κάποτε «αγαπημένο παιδί» των αγορών, τον γερμανικό όμιλο χρηματοοικονομικής τεχνολογίας Wirecard AG, γύρω από τον οποίο ξετυλίγεται ένα λογιστικό σκάνδαλο πολλών μεγατόνων, ανάλογο σε διαστάσεις με αυτό που είχε πλήξει την αμερικανική εταιρεία κοινής ωφελείας Enron στις αρχές της δεκαετίας του 2000, που διόγκωνε τεχνητά τα κέρδη της παραποιώντας τα οικονομικά της στοιχεία. Μία υπόθεση που αμαυρώνει ακόμη περισσότερο τη φήμη της Γερμανίας όσον αφορά τη σοβαρότητα και την οικονομική της σταθερότητα, μετά μάλιστα το σκάνδαλο με τις εκπομπές ρύπων στην αυτοκινητοβιομηχανία και την υπεξαίρεση στην Deutsche Bank.
Η Wirecard -εταιρεία παροχής υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών πληρωμών- ανακοίνωσε χθες ότι το 1,9 δισ. ευρώ που λείπει από τους λογαριασμούς της ίσως να μην υπήρξε ποτέ, εξετάζοντας πλέον την πώληση ή κλείσιμο τμημάτων δραστηριοτήτων της, προκειμένου να αποφύγει την κατάρρευση. Σε μία απεγνωσμένη προσπάθεια να διασώσει ό,τι έχει απομείνει, διόρισε την επενδυτική τράπεζα Houlihan Lokey να επιτύχει συμφωνίες με τους πιστωτές της, από τη στιγμή που η πιστοληπτική της αξιολόγηση υποβαθμίστηκε στην κατηγορία junk από τον οίκο
Moody’s. Τουλάχιστον 15 τράπεζες, μεταξύ των οποίων και η Bank of China, έχουν χρηματοδοτήσει τη Wirecard με 2 δισ. δολάρια και ζητούν τώρα νομική εκπροσώπηση για να δουν πώς θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους ελαχιστοποιώντας τις ζημίες. Για τον λόγο αυτό, οι πιστώτριες τράπεζες δεν θέλουν «πυροσβεστικές» πωλήσεις του ενεργητικού της εταιρείας, ειδικά καθώς ο κίνδυνος μίας σειράς νομικών απαιτήσεων μπορεί να απομακρύνει τους αγοραστές, όπως είπε πηγή στο Reuters.
Απέσυρε τα στοιχεία
Στο χθεσινό ανακοινωθέν της, η εταιρεία γνωστοποίησε ότι απέσυρε τα προκαταρκτικά στοιχεία για την οικονομική κατάσταση του 2019, για το πρώτο φετινό τρίμηνο καθώς και τις προβλέψεις της για το 2020, προβαίνοντας σε μείωση κόστους για να αντιμετωπίσει την κρίση ρευστότητας. Προειδοποίησε
δε ότι μπορεί να επηρεαστούν και τα οικονομικά αποτελέσματα παλαιότερων ετών.
Την προηγούμενη εβδομάδα ανακοίνωσε ότι ο ελεγκτικολογιστικός όμιλος ΕΥ αρνήθηκε να επικυρώσει την οικονομική χρήση του 2019, καθώς δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει την ύπαρξη ρευστότητας 1,9 δισ. ευρώ στους λογαριασμούς της, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο ένα τέταρτο του ισολογισμού της.
Η EY ενέκρινε τακτικά τα οικονομικά στοιχεία της Wirecard τα τελευταία χρόνια και η άρνησή της να τα προσυπογράψει για τη χρήση του 2019 επιβεβαίωσε τις αστοχίες που εντοπίστηκαν από ανεξάρτητη έρευνα της KPMG τον Απρίλιο, η οποία με τη σειρά της έγινε ύστερα από δημοσιεύματα στην εφημερίδα «Financial Times».
Η εταιρεία τελεί τώρα υπό έρευνα από τις αρχές μετά τις κατηγορίες ότι εν μέρει βάσισε την επιτυχία της σε ένα δίκτυο ψεύ
τικων συναλλαγών. Αυτό προκύπτει έπειτα από έρευνα που έγινε για να εντοπιστεί το παραπάνω 1,9 δισ. ευρώ και το οποίο φέρεται να είχε σχέση με τις Φιλιππίνες, η κεντρική τράπεζα της οποίας όμως διαμήνυσε ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να πιστοποιεί ότι τα χρήματα αυτά εισήλθαν στο χρηματοοικονομικό της σύστημα. Έχει αρχίσει και η ίδια έρευνα για την υπόθεση. Μάλιστα, γερμανικές εισαγγελικές αρχές πιθανόν να εκδώσουν ένταλμα σύλληψης για πρώην ανώτατα στελέχη της εταιρείας, σύμφωνα με πηγές.
Η μετοχή της εταιρείας άνοιξε χθες στο χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης με πτώση 40%, μόλις στα 13 ευρώ, γεγονός που την αποτιμά σε λιγότερο από 2 δισ. ευρώ. Η κεφαλαιοποίησή της έχει μειωθεί περισσότερο από 85% ή 11 δισ. ευρώ τις τρεις τελευταίες συνεδριάσεις, οδηγώντας στην παραίτηση του διευθύνοντος συμβούλου της Μάρκους Μπράουν, που αντικαταστάθηκε άμεσα από τον Τζέιμς Φράις, πρώην στέλεχος στο γερμανικό χρηματιστήριο. Ο Φέλιξ Χάφελντ, επικεφαλής της γερμανικής χρηματοοικονομικής ρυθμιστικής αρχής Bafin, χαρακτήρισε την έκβαση αυτή « ολοκληρωτική καταστροφή». Ιδρυθείσα το 1999, η Wirecard θωρείτο από τις πιο επιτυχημένες εταιρείες fintech στην Ευρώπη. Το 2018 είχε ανακοινώσει έσοδα άνω των 2 δισ. ευρώ, τέσσερις φορές περισσότερα από αυτά του 2013.