Γιατί μένουν αδιάθετα 2 τρισ. ευρώ κρατικής βοήθειας
Η δυσκολία απορρόφησης των κονδυλίων από τις επιχειρήσεις δημιουργεί κινδύνους για την ευρωπαϊκή ανάκαμψη
Ένα «κρυφό» αλλά τεράστιο «όπλο» έχει στα χέρια της αυτή τη στιγμή η Ευρώπη, το οποίο δεν έχει ακόμη βρει τον στόχο του. Το «όπλο» αυτό μεταφράζεται σε ένα ποσό άνω των 2 τρισ. ευρώ, που υπερβαίνει το ΑΕΠ της Ισπανίας και το οποίο περιμένει να αξιοποιηθεί, καθότι μέχρι στιγμής έχει χρησιμοποιηθεί μόλις ένα ποσοστό μικρότερο από το 15% της κρατικής βοήθειας που έχει δοθεί μέσω τραπεζών προς επιχειρήσεις με τη μορφή εγγυήσεων, σύμφωνα με στοιχεία υπουργείων Οικονομικών και κεντρικών τραπεζών από επτά από τις κορυφαίες οικονομίες της Ευρώπης, τα οποία επικαλείται το Bloomberg.
H δυσκολία στην απορρόφηση αυτής της βοήθειας που έχει διατεθεί από κυβερνήσεις εγκυμονεί τον κίνδυνο καθυστέρησης της ανάκαμψης της οικονομίας από τη βαθύτερη στα χρονικά ύφεση που έχει προκαλέσει η πανδημία του κορονοϊού, ειδικά σε Ιταλία και Βρετανία. Οι εγγυήσεις θεωρήθηκαν ιδιαίτερα κρίσιμης σημασίας παράγοντας για να διατηρηθούν βιώσιμες οι μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις.
Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, όπως Air France - KLM και Renault, έλαβαν κρατικά πακέτα διάσωσης ή είχαν τη δυνατότητα να εκδώσουν ομόλογα, παρότι ορισμένα πακέτα διάσωσης θεωρήθηκαν αρκετά αμφιλεγόμενα, όπως αυτό της γερμανικής Lufthansa.
Τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν πόσο αργή είναι η απορρόφηση των κονδυλίων και ότι οι επιχειρήσεις που χρειάζονται αυτή τη βοήθεια δεν μπορούν να ωφεληθούν, προειδοποιεί ο Κριστόφ Λέιτλ, πρόεδρος των Ευρωεπιμελητηρίων, που εκπροσωπούν περισσότερες από 20 εκατ. επιχειρήσεις.
Βεβαίως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η απορρόφηση των κονδυλίων δεν ήταν αναποτελεσματική παντού, όπως για παράδειγμα στην Ελβετία, όπου οι τράπεζες περιόρισαν τη γραφειοκρατία με αποτέλεσμα να καλυφθεί ο στόχος της κυβέρνησης. Επίσης, η Ισπανία εξετάζει τώρα σημαντική αύξηση στις εγγυήσεις δανείων αφότου το πρόγραμμα προσείλκυσε εξαιρετικά μεγάλη ζήτηση.
Η περιορισμένη απορρόφηση των εγγυήσεων έχει να κάνει με ζητήματα τόσο προσφοράς όσο και ζήτησης. Υπήρξαν υπερβολική γραφειοκρατία, ακριβά επιτόκια και διστακτικότητα εκ μέρους των τραπεζών να αυξήσουν τις πιστώσεις, σύμφωνα με έρευνα της SME United. Από την άλλη πλευρά, οι επιχειρήσεις σε κάποιες χώρες, όπως στη Γερμανία, είχαν επαρκή αποθέματα σε ρευστό. Αντίθετα στην Ιταλία, που υπήρξε η πρώτη χώρα της Ε. Ε. που επέβαλε περιορισμούς, τράπεζες και κυβέρνηση επιρρίπτουν αναμεταξύ τους αλληλοκατηγορίες για το ποιος ευθύνεται για τις καθυστερήσεις στην προώθηση των μέτρων στήριξης. Οι επιχειρήσεις αιτήθηκαν περισσότερο από το ήμισυ του πακέτου μέτρων στήριξης ύψους 100 δισ. ευρώ προς μικρές επιχειρήσεις, για να λάβουν
όμως μόλις 36 δισ. ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Ιταλίας. Επίσης, από τα 400 δισ. ευρώ που προορίζονταν για μεγαλύτερες επιχειρήσεις, απελευθερώθηκαν μόνο 700 εκατ. ευρώ. Το άγνωστο και το περίπλοκο της όλης διαδικασίας σε συνδυασμό με δυσκολίες στη διαχείριση του υπερβολικά μεγάλου αριθμού των αιτήσεων, είναι ο βασικός παράγοντας δυσλειτουργίας. Στη Γαλλία, μόνο το ένα τρίτο των εγγυήσεων ύψους 300 δισ. ευρώ χρησιμοποιήθηκαν, ενώ παρόμοια είναι η κατάσταση σε Αυστρία, Βρετανία και άλλες χώρες.