Οξύτατη πόλωση προκάλεσε το ν/σχ για τις διαδηλώσεις
Για αντισυνταγματικότητα μιλούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης
Στα «χαρακώματα» για το νομοσχέδιο που οριοθετεί τον τρόπο διεξαγωγής διαδηλώσεων βρίσκονται κυβέρνηση και αντιπολίτευση, με τον αρμόδιο υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, να διαμηνύει ότι η Ν.Δ. θα προχωρήσει ακόμη και «μόνη της» στην ψήφιση του νομοσχεδίου και τα κόμματα της αντιπολίτευσης να ζητούν την απόσυρσή του καταγγέλλοντάς το ως «αντισυνταγματικό» ή ακόμη και ως «χουντικής έμπνευσης».
Απαντώντας χθες στις σφοδρές αντιδράσεις που προκάλεσε στην αντιπολίτευση το νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, ανέφερε ότι η Ν.Δ. επιθυμεί μεν να υπάρξει συναίνεση στη Βουλή υπέρ του νομοσχεδίου, αλλά προανήγγειλε ότι είναι αποφασισμένη να προχωρήσει ακόμη και μόνη της. Ο κ. Χρυσοχοΐδης επικαλέστηκε ταυτόχρονα την ανάγκη να μπει «τάξη στο κέντρο της Αθήνας» και σημείωσε ότι από τους περιορισμούς εξαιρούνται τα τριτοβάθμια σωματεία καθώς και ότι ουσιαστικά το νομοσχέδιο αφορά τη ρύθμιση συγκεντρώσεων της τάξεως των 50 ατόμων. Διαβεβαίωσε ταυτόχρονα ότι με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν πλήττονται δικαιώματα. Σε αντίστοιχο πνεύμα, κύκλοι της Ν.Δ. υπογράμμισαν ότι με τις προωθούμενες ρυθμίσεις «προστατεύεται η δημόσια ασφάλεια και δεν διαταράσσεται υπέρμετρα η κοινωνικοοικονομική ζωή ορισμένης περιοχής» και ταυτόχρονα «διασφαλίζεται ισόρροπα η ακώλυτη άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος των πολιτών».
«Χουντικές διατάξεις»
Στον αντίποδα, όμως, τα κόμματα της αντιπολίτευσης άσκησαν αυστηρότατη κριτική στο νομοσχέδιο και κατήγγειλαν ότι με τις προβλέψεις του αναπαράγονται χουντικές διατάξεις. «Η κυβέρνηση Μητσοτάκη γίνεται η πρώτη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης που αποπειράται να περιορίσει και να καταργήσει το θεμελιώδες συνταγματικό δικαίωμα των Ελλη
νίδων και των Ελλήνων να συμμετέχουν ελεύθερα σε δημοκρατικές συγκεντρώσεις» ανέφερε ο αρμόδιος τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννης Ραγκούσης. Υποστήριξε δε ότι το νομοσχέδιο «ουσιαστικά είναι αντιγραφή του νόμου της Χούντας το 1971 » . Από την πλευρά της, η γ.γ. της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, Όλγα Γεροβασίλη, κατηγόρησε τη Ν.Δ. ότι «ταμπουρώνεται» γνωρίζοντας το κύμα αντίδρασης που θα φέρει η οικονομική κρίση το φθινόπωρο. Οξύτατη γλώσσα χρησιμοποίησε και το ΚΚΕ, το οποίο ζήτησε απόσυρση του «κατάπτυστου» νομοσχεδίου.
Μέχρι αργά χθες το ΚΙΝΑΛ δεν είχε προβεί σε επίσημες ανακοινώσεις σχετικά με τη στάση που αναμένεται να τηρήσει στη Βουλή έναντι του επίμαχου νομοσχεδίου. Η «σιγή» της Χαριλάου Τρικούπη συνδέεται ενδεχομένως με τις αντικρουόμενες απόψεις που υπάρχουν στα στελέχη της πράσινης Κ.Ο. Τα περιθώρια κινήσεων γίνονται ακόμη πιο στενά διότι η ηγεσία του κόμματος δεν θα ήθελε να ταυτιστεί και πάλι με μια τόσο κεντρική πολιτική της κυβέρνησης τη στιγμή που προσπαθεί να πείσει τους ψηφοφόρους ότι τηρεί ίσες αποστάσεις από Ν. Δ. και ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, ο πρώην δήμαρχος Αθηναίων και νυν βουλευτής του ΚΙΝΑΛ, Γιώργος Καμίνης, είχε καταθέσει το 2012 πρόταση νόμου για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, η
οποία περιλάμβανε πολλές από τις ρυθμίσεις που εισηγείται σήμερα η Ν.Δ., γεγονός που -κατά ορισμένους- υποχρεώνει το κόμμα να στηρίξει την κυβερνητική πρωτοβουλία. Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατεί είναι ότι το ΚΙΝΑΛ δεν σχολίασε την κατάθεση του νομοσχεδίου, αλλά ύψωσε τους τόνους καταγγέλλοντας «απαράδεκτη και απρόκλητη επίθεση των ΜΑΤ κατά του προέδρου της ΠΟΕΔΗΝ».
Η αρχή προστασίας
Πολλές και ουσιαστικές παρατηρήσεις κάνει η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων στο επίμαχο σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη για τη χρήση συστημάτων βιντεοεπιτήρησης με τη λήψη ή καταγραφή ήχου ή εικόνας σε δημόσιους χώρους. Στην πολυσέλιδη γνωμοδότησή της (3/2020), εντοπίζει συγκεκριμένα προβλήματα, ζητώντας «πρόσθετες διασφαλίσεις» (πόσο μάλλον όταν για πρώτη φορά προβλέπεται η χρήση μη σταθερών καμερών) και σε πολλές περιπτώσεις επισημαίνει την ανάγκη τροποποίησης ορισμένων διατάξεων, προκειμένου να είναι συμβατές με το εθνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο προς διασφάλιση και προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων.