Παίζοντας με τις εκλογές, χορεύει τους βουλευτές του
Συνειδητή επιλογή Μητσοτάκη το θολό τοπίο για τις εκλογές, καθώς μέρος της Κ.Ο. αμφισβητεί τη θριαμβολογία για την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία
Το εκλογικό παράθυρο του φθινοπώρου ανοιγοκλείνουν οι ένοικοι του Μεγάρου Μαξίμου προκαλώντας σύγχυση στην κοινή γνώμη. Τροφή στο σενάριο περί πρόωρης προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία έδωσε η πρωθυπουργική φράση (ΕΡΤ) ότι «πάντα μπορεί να συντρέχουν κάποιοι λόγοι για πρόωρες εκλογές και να υπάρχουν πολύ περισσότεροι λόγοι γιατί να μην πάει κανείς σε πρόωρες εκλογές». Ο Κ. Μητσοτάκης επανήλθε στη δέσμευση, την επόμενη ημέρα από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΒ, ότι η κάλπη θα στηθεί την άνοιξη του 2023, ωστόσο δεν πείθει πλέον ούτε την Κοινοβουλευτική του Ομάδα.
Αίσθηση προκάλεσε άλλωστε η σιγουριά του βουλευτή Θεσπρωτίας Βασίλη Γιόγακα ότι «θα πάμε σε εκλογές 25 Σεπτέμβρη ή 2 Οκτώβρη», ενώ ταυτόχρονα τα στελέχη της παράταξης που θα δώσουν τη μάχη του σταυρού έχουν καταρτίσει το πρόγραμμα των περιοδειών τους. Το θολό τοπίο που επικρατεί γύρω από την ημερομηνία των εκλογών αποτελεί συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης. Σύμφωνα με την εκτίμηση κομματικών αξιωματούχων, ο Κ. Μητσοτάκης επιχειρεί να διατηρήσει το προφίλ τού θεσμικού πρωθυπουργού που επιθυμεί να ολοκληρώσει τη θητεία του. Παράλληλα όμως, οι ίδιοι κύκλοι παρατηρούν την προσπάθεια του στενού πρωθυπουργικού πυρήνα να χτίσει το άλλοθι μιας απόφασης για εκλογές μετά το καλοκαίρι. Η εκδήλωση της ανησυχίας του Κ. Μητσοτάκη για τις επιπτώσεις από την τοξικότητα του πολιτικού διαλόγου -σε βάθος δέκα μηνών- προδιαγράφει έναν από τους λόγους της πιθανής του κυβίστησης. Οι παροικούντες τη γαλάζια Ιερουσαλήμ εκτιμούν πως ο πρωθυπουργός θα πλαισιώσει το συγκεκριμένο αφήγημα με την ανάγκη διασφάλισης πολιτικής ηρεμίας και ομοψυχίας λόγω της κλιμάκωσης της τουρκικής προκλητικότητας. Αποτελεί κοινό μυστικό όμως ότι η κυβέρνηση επιθυμεί να αποφύγει την κατάθεση ενός προσχέδιου προϋπολογισμού, στις αρχές Οκτωβρίου, που θα ενσωματώνει περιοριστικά μέτρα.
Η θριαμβολογία του πρωθυπουργού και άλλων υπουργών (Σταϊκούρας, Γεωργιάδης) άλλωστε για τη δρομολογημένη έξοδο της χώρας από την ενισχυμένη εποπτεία δεν καταπραΰνει την Κοινοβουλευτική Ομάδα.
Οι βουλευτές, σε συνομιλίες με δημοσιογράφους, εκφράζουν τις έντονες επιφυλάξεις τους για το κοινωνικό αποτύπωμα αυτής της εξέλιξης. Διερωτώνται αν οι πόρτες των αγορών θα ανοίξουν για την ελληνική οικονομία από τη στιγμή που το κόστος δανεισμού της χώρας -όπως και ολόκληρης της ευρωπεριφέρειαςέχει πάρει ανηφορική πορεία. Διατυπώνουν δε την ανησυχία έναντι πιθανής αδυναμίας της Ν.Δ. να χρηματοδοτήσει ένα ελκυστικό προεκλογικό πακέτο κοινωνικών παροχών λόγω των βαθιών δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Κοινοβουλευτικός παράγοντας με γνώση των οικονομικών δεδομένων υπενθυμίζει στην ΑΥΓΗ της Κυριακής ότι η αυξημένη δημοσιονομική επιτήρηση για την Ελλάδα θα συνεχιστεί παρά την παράταση της ρήτρας ευελιξίας και για το 2023.
Δημοσκοπικές ανησυχίες για τους νέους
Τα μετριοπαθή στελέχη της παράταξης αναγνωρίζουν, έστω με μισόλογα, ότι η εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης στο πεδίο των τηλεοπτικών αδειών παράγει πόλωση και αποτελεί κεντρική πτυχή του προεκλογικού σχεδιασμού. Δεν διαφωνούν μάλιστα με το σκεπτικό ότι ο στόχος της κυβέρνησης
είναι να υπάρχει μια δικαστική εκκρεμότητα ενόψει εκλογών που να αφορά πρώην υπουργό του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Το γεγονός ότι ο Ν. Παππάς παραπέμπεται για δήθεν πλημμέλημα, καθώς ο κορμός του κατηγορητηρίου κατέρρευσε στην Προανακριτική, δεν τέθηκε στο ραντάρ της κυβέρνησης και των φιλικών της ΜΜΕ.
Τέλος, έντονο προβληματισμό προκαλούν, εντός του Μαξίμου, οι χαμηλές δημοσκοπικές πτήσεις της Ν.Δ. στους νέους ψηφοφόρους. Ο Κ. Μητσοτάκης αναμένεται να προαναγγείλει ότι σε περίπτωση δεύτερης γαλάζιας τετραετίας θα ιδρυθούν δύο νέα υπουργεία, που θα στοχεύουν στην επίλυση των προβλημάτων της νεολαίας. Τα νέα χαρτοφυλάκια, σύμφωνα με πληροφορίες, θα αφορούν την έρευνα και τη στεγαστική πολιτική. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τη Eurostat η Ελλάδα αναδεικνύεται «πρωταθλήτρια» στο κόστος στέγασης με βάση το μηνιαίο εισόδημα. Στελέχη της Ν.Δ., εντούτοις, επισημαίνουν ότι δεσμοί πολιτικής εμπιστοσύνης με τους νέους χτίζονται μέσω πολιτικών που διασφαλίζουν εργασιακή προοπτική και αξιοπρεπή εισοδήματα προκειμένου να καλύψουν και τις στεγαστικές τους δαπάνες.