Πρέπει να σπάσουμε τις σιωπές της Ιστορίας»
Μπορείς να μας εξηγήσεις τι συνέβη στις δύο περιπτώσεις;
Στην περίπτωση της Σάμου, τα κινήματα των αδελφών Γιαγά μπορούν εν ολίγοις να εξηγηθούν ως το αποτέλεσμα μιας ιδιαίτερης συνάντησης. Από τη μια έχουμε τη ληστρική παράδοση μιας οικογένειας παραδοσιακών ενόπλων, αυτής των αδελφών Γιαγά, και από την άλλη την αυξανόμενη δυσαρέσκεια των λαϊκών αγροτικών στρωμάτων της σαμιακής υπαίθρου, που βίωναν την επιδείνωση των συνθηκών της ζωής τους μετά την Ένωση με την Ελλάδα. Στην περίπτωση της Κρήτης, έχουμε ένα μαζικό κύμα ανυποταξιών και λιποταξιών που μπορεί να εξηγηθεί ως μια αντίδραση στις πρωτόγνωρες για την Κρήτη στρατολογικές απαιτήσεις του ελληνικού κράτους σε μια περίοδο παρατεταμένων πολέμων. Έχουμε δηλαδή τους Βαλκανικούς Πολέμους, τον Α’ Παγκόσμιο, την εκστρατεία στην Ουκρανία εναντίον της Επανάστασης των Μπολσεβίκων και βεβαίως τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Ο κόσμος είναι κουρασμένος και στην κούρασή του προστίθεται η αλλαγή στάσης των ντόπιων δυνάμεων του Βενιζελισμού στην Κρήτη έναντι της Μικρασιατικής Εκστρατείας, μετά την απρόσμενη ήττα στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920.
Δηλαδή τι ακριβώς συμβαίνει στην Κρήτη μετά την ήττα του Βενιζέλου;
Καταρχάς ο αριθμός των λιποτακτών και των ανυποτάκτων αυξάνει κατακόρυφα και, ακόμα περισσότερο, αυτή η μεγάλη μάζα, αρχικά άμορφη, λιποτακτών και ανυπότακτων, που, σύμφωνα με τις πηγές, φτάνουν τις 3.000, μετά το καλοκαίρι του 1921 οργανώνεται και πολιτικοποιείται. Τον συντονισμό τους φαίνεται να τον αναλαμβάνουν κάποια μέλη της τοπικής αστικής ελίτ και όπωσδήποτε δύο συγκεκριμένα ισχυρά πολιτικοστρατιωτικά δίκτυα του βενιζελισμού: το Σώμα Ασφαλείας Γύπαρη, οι περισσότεροι
άνδρες του οποίου κατέφυγαν ένοπλοι ομαδικά στην Κρήτη μετά την εκλογική ήττα, καθώς εκκρεμούσε η ποινική διαδικασία τιμωρίας των ενόχων για τη δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη, και, δεύτερον, η Εθνική Άμυνα Κωνσταντινουπόλεως, δηλαδή μια μικτή οργάνωση υψηλόβαθμων αξιωματικών του στρατού και μελών της ελληνορθόδοξης κοινότητας της Πόλης που συγκροτήθηκε στην Κωνσταντινούπολη αμέσως μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου ως προσπάθεια αναβίωσης, στη νέα συγκυρία, της περίφημης οργάνωσης της Εθνικής Άμυνας Θεσσαλονίκης, του 1916. Ως προς τον ρόλο των αστικών ελίτ της Κρήτης στον συντονισμό του ένοπλου κινήματος, ας προσθέσουμε απλώς ότι σύσσωμος ο αντιβενιζελικός Τύπος της εποχής, τοπικός και αθηναϊκός, δεν έπαψε να επιτίθεται στα αδέλφια Αριστομένη και Κυριάκο Μητσοτάκη ως τους βασικούς υποκινητές της εξέγερσης. Η αλήθεια είναι όμως ότι, πέραν των κατηγοριών του αντιβενιζελικού Τύπου, η έρευνά μου δεν κατέστη δυνατό να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει την περαιτέρω ανάμειξη των δύο αδελφών στο ένοπλο κίνημα της δυτικής Κρήτης.
Στην προκειμένη περίπτωση, το βιβλίο σου καταρρίπτει μύθους που έχουν επικρατήσει στη συλλογική συνείδηση τόσο για τη δράση των Γυπαρέων όσο και για τον ρόλο της Εθνικής Άμυνας Κωνσταντινουπόλεως μεσούσης της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Τι φέρνεις στο φως;
Σε ό,τι αφορά τους Γυπαρέους, των οποίων η δράση είναι κυρίως γνωστή για τα όσα συνέβησαν στη δυτική Κρήτη στη δεκαετία του 1940, η ιστορική μου έρευνα αναδεικνύει τις λεπτομέρειες για τη σύσταση και τη δράση του Σώματος Ασφαλείας Γύπαρη τα πρώτα χρόνια του βίου του, το οποίο ας μην ξεχνάμε ότι συγκροτήθηκε επισήμως τον Μάρτιο του 1918 με βάση τον νόμο 1190 «Περί καταρτισμού εθελοντικών λόχων προοριζομένων διά τε την πολεμικήν ενέργειαν και την τάξιν και ασφάλειαν της χώρας εν τω εσωτερικώ».
Δηλαδή, τηρουμένων των αναλογιών, οι Γυπαραίοι έγιναν οι ΜΑΤατζήδες της εποχής;
Ενδεχομένως ναι, αν και πρέπει να αποφεύγουμε τους ιστορικούς αναχρονισμούς. Όμως η εντελώς άγνωστη πτυχή είναι η δράση της Εθνικής Άμυνας Κωνσταντινουπόλεως, που, απ’ ό,τι καταδεικνύεται στο βιβλίο, ξεπέρασε κατά πολύ την εμπλοκή της στην οργάνωση του ένοπλου κινήματος της Κρήτης. Απ’ ό,τι φαίνεται λοιπόν, η κλιμάκωση της πολιτικής βίας στη δυτική Κρήτη, όπου οι δυνάμεις των ανυποτάκτων την αυγή της 21ης Νοεμβρίου 1921 επιτίθενται κατά των Χανίων, τότε πρωτεύουσας του νησιού, συμπίπτει χρονικά με την εμπλοκή της Εθνικής Οργάνωσης Κωνσταντινουπόλεως στο περίφημο «Πατριαρχικό Πραξικόπημα», την παράτυπη, με άλλα λόγια, σύμφωνα με την αντιβενιζελική παράταξη της εποχής, διαδικασία εκλογής του Κρητικού Μελετίου Μεταξάκη στον πατριαρχικό θρόνο που είχε μείνει κενός από τον Οκτώβριο του 1918. Ακόμα περισσότερο δε, την άνοιξη του ‘22 οι πηγές της εποχής καταδεικνύουν ότι η συγκεκριμένη οργάνωση ενεπλάκη ανεπιτυχώς σε προσπάθεια οργάνωσης στρατιωτικού κινήματος στο μέτωπο, στην τελευταία φάση δηλαδή της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Γιατί όλα αυτά τα γεγονότα έχουν αποσιωπηθεί; Αντέχει τόσα μυστικά και ψέματα η Ιστορία, οι κοινωνίες;
Η Ιστορία, παρότι επιστήμη, ήταν ωστόσο πάντοτε συνδεδεμένη με τα ιδεολογικά διακυβεύματα της εκάστοτε εποχής. Ως εκ τούτου, μετά τη Μεταπολίτευση η ιστορία του Εθνικού Διχασμού γράφτηκε, κατά τη γνώμη μου, περισσότερο υπό το βλέμμα του Βενιζελισμού, ο οποίος τότε εκλαμβανόταν ως η πλέον προοδευτική και εκσυγχρονιστική πολιτική δύναμη της εποχής της. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, μια νεότερη γενιά ιστορικών έχει ένα περισσότερο σφαιρικό και αντικειμενικό βλέμμα πάνω στα πράγματα και σε αυτού του τύπου την ιστοριογραφική παραγωγή προσπαθώ κι εγώ να συμβάλω.
Πέραν της ιστοριογραφίας, αυτά τα εν πολλοίς άγνωστα γεγονότα πώς έχουν καταγραφεί στη συλλογική μνήμη της Κρήτης;
Αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον. Σε αντίθεση με την ιστορία των Γιαγάδων στη Σάμο, η οποία, παρ’ όλο που δεν είχε προσελκύσει το ενδιαφέρον των ιστορικών μέχρι πρόσφατα, έχει αφήσει ωστόσο έντονο το αποτύπωμά της στη συλλογική μνήμη του ντόπιου πληθυσμού, μιλιέται δηλαδή μέχρι σήμερα, η «στάσις των ανυποτάκτων» δεν αποτελεί απλώς μια επιπλέον σιωπή της συμβατικής ιστοριογραφίας, εθνικής και τοπικής, αλλά έχει ουσιαστικά περάσει σήμερα και στη συλλογική λήθη του πληθυσμού της Κρήτης. Παρά την ένταση της πολιτικής βίας που εκδηλώθηκε στο νησί για μήνες, από το καλοκαίρι του 1921 μέχρι την άνοιξη του 1922, η επιτόπια έρευνα που έκανα για χρόνια στην Κρήτη δεν με οδήγησε ούτε σε έναν συνομιλητή ο οποίος να έχει ακούσει έστω και κάτι γι’ αυτά. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια από τις απόλυτες σιωπές του ελληνικού εθνικού αφηγήματος.
Πώς αποδομεί το εθνικό αφήγημα;
Παρότι η συγκεκριμένη «στάσις» των ανυποτάκτων δεν κατάφερε παρά να αποκτήσει μια πρωτόλεια μόνο πολιτική μορφή, εντούτοις έχει διασωθεί ένα και μόνο κείμενο όπου καταγράφονται τα αιτήματα των στασιαστών. Πρόκειται για ένα υπόμνημα το οποίο ήθελαν να επιδώσουν οι εξεγερθέντες στους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων στα Χανιά. Αν και το υπόμνημα αυτό δεν έφτασε ποτέ στους παραλήπτες του λόγω της δυσμενούς για τους στασιαστές έκβασης της μάχης, ένα προσχέδιό του έφτασε τελικά στα χέρια των Αρχών και δημοσιεύτηκε αμέσως στον τοπικό Τύπο. Διαβάζοντάς το αντιλαμβανόμαστε αμέσως ότι το βασικό αίτημα των στασιαστών ήταν αποσχιστικό, καθώς προσδοκούσε για την Κρήτη μια λύση διοικητικής αυτονομίας, υπό διεθνή βεβαίως εποπτεία, ως απόρροια της ευρύτερης ιστορικής συγκυρίας. Να θυμίσουμε άλλωστε ότι οι μνήμες από το αυτόνομο καθεστώς της Κρητικής Πολιτείας ήταν νωπές, αφού η Ένωση του νησιού με το ελληνικό κράτος είχε γίνει μόλις το 1913, ούτε μια δεκαετία πριν.
Υπ’ αυτά τα δεδομένα, στην επέτειο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή πώς ξαναδιαβάζουμε την Ιστορία;
Καθώς η Ιστορία στην ευρύτερη δημόσια σφαίρα δεν μπορεί παρά να αποκτά ιδεολογικές χρήσεις οι οποίες συχνά ενισχύουν τον πολιτικό φανατισμό, κατά τη γνώμη μου η επιστημονική ιστορική γνώση του παρελθόντος οφείλει να λειτουργεί ως αντίβαρο σε αυτή τη δημόσια σφαίρα, μετατρεπόμενη και σε δημόσια Ιστορία, υπηρετώντας άλλου τύπου αξίες: τη νηφαλιότητα, τη σφαιρική αντίληψη των πραγμάτων, την ανάδειξη της συνθετότητας του κοινωνικού κόσμου, εντέλει την ιστορική αλήθεια, ό,τι και αν σημαίνει αυτό. Και ένα μεγάλο μέρος αυτής της στόχευσης έχει να κάνει με τη διάσωση στην ιστορική μνήμη της ύπαρξης και της ενίοτε πολιτικής δράσης των αφανών της Ιστορίας, όπως ήταν οι πολυάριθμοι Κρήτες ανυπότακτοι και λιποτάκτες. Με άλλα λόγια, το βιβλίο αυτό προσπαθεί να σπάσει κάποιες μεγάλες σιωπές της σύγχρονης Ιστορίας για να κερδίσει το νηφάλιο βλέμμα που απαιτεί η εποχή μας. Για να δούμε νηφάλια το παρόν, πρέπει να σπάσουμε τις σιωπές της Ιστορίας.