Ενσαρκώνοντας το τέρας
Δύσκαμπτοι, εγωπαθείς, ανταγωνιστικοί και απειλητικοί οι χαρακτήρες του Λαρράκι, ιδωμένοι ωστόσο μέσα από ανεξάντλητες δόσεις χιούμορ, κυνισμού και σπάνιας ευφυΐας
Ο«Μητροφάγος» του Αργεντινού Ρόκε Λαρράκι είναι ένα σύντομο μυθιστόρημα που αποτελείται από δύο νουβέλες, οι οποίες αναπτύσσονται αυτόνομα διατηρώντας μεταξύ τους μια χαλαρή σύνδεση - ή, όπως λέει σε μια συνέντευξή του ο ίδιος ο συγγραφέας, παρασιτώντας η μία στο σώμα της άλλης. Ο «Μητροφάγος» μιλά για κεφάλια και σώματα, για την επιστήμη και την τέχνη, για τον έρωτα και την επιθυμία, για την ταυτότητα, την ομοιότητα και τη διαφορά, για την εύθραυστη περιοχή που χωρίζει τη ζωή από τον θάνατο και την άσβεστη επιθυμία τού ανθρώπου να ρίξει, εν ζωή, μια κλεφτή ματιά στο επέκεινα…
Τις δύο ιστορίες του τις χωρίζει ένας αιώνας και τις συνδέουν ένας παράπλευρος συγγενικός δεσμός και ο «μητροφάγος», ιδιοφυές δημιούργημα του Λαρράκι, φυτό και ζώο μαζί, που αναπαράγεται τρώγοντας τον εαυτό του από τα μέσα προς τα έξω, αλλά καταβροχθίζει και ό,τι άλλο βρεθεί στον δρόμο του - αυτοφαγία και κανιβαλισμός ανοίγουν εδώ νέες επικράτειες στο πεδίο του συμβολικού.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Υπό τον τίτλο «1907», η πρώτη ιστορία του «Μητροφάγου» εκτυλίσσεται σε ένα σανατόριο του Τέμπερλεϋ, προαστίου του Μπουένος Άιρες, και κεντρικός ήρωας και αφηγητής είναι ένας από τους γιατρούς του. Ξεκινά ως ρομαντική ιστορία, γραμμένη με κάπως παλιομοδίτικο ύφος, και εκτροχιάζεται σε μια ιστορία τρόμου, ένα μακάβριο ψευδοεπιστημονικό πείραμα με γκιλοτίνες, κομμένες και ομιλούσες κεφαλές, βίαιους ερωτικούς ανταγωνισμούς και ένα φλογερό σχεδόν happy end. Υπό τον τίτλο «2009», η δεύτερη ιστορία μάς μεταφέρει στον κόσμο της σύγχρονης τέχνης. Αυτή τη φορά βρισκόμαστε στην αργεντίνικη πρωτεύουσα και ένας διάσημος και ιδιότυπος καλλιτέχνης αφηγείται τη ζωή του με πρόσχημα την ανάγνωση μιας διδακτορικής διατριβής της οποίας αποτελεί το θέμα. Εδώ η τέχνη παίρνει από την επιστήμη τη σκυτάλη για να σπείρει με τη σειρά της στις σελίδες του «Μητροφάγου» ακρωτηριασμένα μέλη, πρόσωπα που αλλάζουν με πλαστικές επεμβάσεις, ένα μωρό με δύο κεφάλια, βία και ανταγωνισμούς, και να θέσει με τρόπο παιγνιώδη και παράδοξο μια σειρά από ερωτήματα που απασχολούν σήμερα καλλιτέχνες και θεωρητικούς της τέχνης ή να αγγίξει κοινωνικά ζητήματα αιχμής· από το πάχος και τη χονδροφοβία μέχρι ζητήματα ταυτότητας και κατασκευής του Εγώ, αλλά και την ένταση μεταξύ μιας δυσβάστακτης κανονικότητας και ενός τερατώδους εξαιρετισμού…
Οι χαρακτήρες που δημιουργεί ο Λαρράκι δεν είναι ούτε εύπεπτοι ούτε ιδιαίτερα συμπαθείς: οι γιατροί είναι ξενοφοβικοί μισογύνηδες που μιλούν για ευγονική· οι καλλιτέχνες αυτοϋπονομεύονται και αναζητούν μαζοχιστικά τον πόνο· οι άντρες είναι εγωπαθείς και ανταγωνιστικοί, οι γυναίκες ερμητικά κλειστές και απειλητικές. Τους προσεγγίζει ωστόσο με ανεξάντλητες δόσεις μαύρου χιούμορ, κυνισμού και ευφυΐας, σκαλίζει τις τερατώδεις όψεις τους τόσο απενοχοποιημένα και απενοχοποιητικά, αφήνοντας τελικά να αναδυθεί η βαθιά τους τρωτότητα καθώς πασχίζουν να κερδίσουν επιβεβαίωση και αποδοχή. Το τέρας ενσαρκώνεται με τρόπο ιλαρό στις σελίδες του «Μητροφάγου» μόνο και μόνο για να περιγελάσει και να υπονομεύσει την κανονικότητα και τις νόρμες μέσα στις οποίες οι άνθρωποι ασφυκτιούν.