Δάσκαλε, δεν πρόλαβα να σου πω πόσα νιώθω πως σου οφείλω!
ΟΗλίας Νικολακόπουλος μπήκε στη ζωή μου το 1991. Φοιτητής στο Παρίσι, ετοιμαζόμουν να ξεκινήσω διδακτορικό. Γνωριστήκαμε σε ένα διεθνές σεμινάριο Ιστορίας του Κομμουνισμού, κι έτσι ο ελληνικός κομμουνισμός την ώρα που ο παγκόσμιος κατέρρεε έγινε αυτό που μας ένωνε, και καμιά φορά μας χώριζε, για τριάντα χρόνια.
Τα επόμενα χρόνια, πάντως, ως μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής
της διατριβής μου, μου στάθηκε σαν πραγματικός δάσκαλος. Χάρη στις δικές του συνεχείς διορθώσεις και παροτρύνσεις οι «Μικρές Μόσχες» έγιναν τελικά διατριβή το 1994 και στη συνέχεια βιβλίο.
Ο Ηλίας, βέβαια, είχε προηγηθεί κατά πολύ στην έρευνα της σχέσης ανάμεσα στο τοπικό και στην εκλογική πολιτική. Η μελέτη «Βεργίνα: Γεωργικός εκσυγχρονισμός και κοινωνικός μετασχηματισμός σ’ ένα χωριό της Κεντρικής Μακεδονίας» που με τον Στάθη Δαμιανάκο και τον Δημήτρη Ψυχογιό είχαν δημοσιεύσει στην Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών το 1978 ήταν πρωτοποριακή από κάθε άποψη, καθώς με διεπιστημονικό τρόπο συνέδεσε το τοπικό με την εκλογική πολιτική. Στον Ηλία δεν οφείλω απλώς μια μεθοδολογική επιλογή ή έστω την ολοκλήρωση μιας διατριβής. Χάρη σ’ αυτόν (και σε έναν άλλο Ηλία, τον Ηλία Κατσούλη) οφείλω την ύπαρξή μου στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Χωρίς αυτόν είναι βέβαιο ότι θα είχα πάρει άλλον δρόμο.
Δεν γίναμε ποτέ φίλοι. Η σχέση μας παρέμεινε πάντα στο επίπεδο αυτής του δασκάλου με τον φοιτητή του. Δεν ήταν μόνο η διαφορά ηλικίας. Δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν ένιωθα ποτέ χαλαρός κοντά του. Η σκιά του έπεφτε διαρκώς βαριά πάνω μου. Αισθανόμουν το άγχος του φοιτητή παρουσία του δασκάλου του. Χωρίς να μου το ζητάει, ένιωθα πως έπρεπε να αποδείξω ότι είχα «διαβάσει».
Κι ούτε ήταν πάντα ανέφελη αυτή η σχέση. Η μελέτη του κομμουνισμού έχει αισθήματα και μνήμες. Δεν είναι
παίξε-γέλασε, ούτε απλώς αριθμοί και στατιστικές. Στην πορεία χαθήκαμε. Ξανασυναντηθήκαμε τον Γενάρη του 2019, στο Μέγαρο, στην εκδήλωση για τις Πρέσπες. Από σύμπτωση, καθόμασταν δίπλα. Μιλήσαμε, έσπασε ο πάγος. Σταδιακά ξαναβρήκαμε τα βήματα στη σχέση μας.
Τώρα τελευταία του μιλούσα με ενθουσιασμό για κάτι σχέδιά μου σε σχέση με τα κομμουνιστικά αρχεία της Ανατολικής Ευρώπης. Χαμογελούσε σαν να μου έλεγε «είσαι για δέσιμο», αλλά ταυτόχρονα έδειχνε πραγματικό ενδιαφέρον. Κι αυτός μου μιλούσε με περηφάνια για την τελευταία δουλειά στην οποία συμμετείχε, το «Ιστορικό λεξικό ελληνικών κοινοβουλευτικών κομμάτων 18441967». «Να το επεκτείνετε μέχρι σήμερα» τον παρότρυνα. «Κουράστηκα,
ας το κάνουν οι νεότεροι» σχολίασε.
Τελευταία φορά ειδωθήκαμε στην Αθήνα, στο στέκι του στην Πλάκα, τις μέρες του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑΠ.Σ. «Μου πρότειναν να είμαι πρόεδρος της κεντρικής εφορευτικής επιτροπής για την εκλογή προέδρου στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.» μου ανακοίνωσε. «Καλά ξεμπερδέματα!» του είπα γελώντας δυνατά. «Καλά ξεμπερδέματα, πράγματι…» είπε γελώντας κι αυτός.
Ήταν πάντα ο δάσκαλός μου, παρέμεινα πάντα ο φοιτητής του. Είπαμε πολλά όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό που δεν του είπα ποτέ είναι πόσα αισθάνομαι πως του χρωστάω. Ήθελα. Δεν πρόλαβα. Καλό ταξίδι, δάσκαλε!
* Ο Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας