Το δικαίωμα στην οικονομικά προσιτή ενοικιαζόμενη κατοικία
•
•
•
•
Κίνητρα προς τους ιδιοκτήτες/τριες ακινήτων
Προγραμματικές συμπράξεις με μεγαλύτερους ιδιοκτήτες ακινήτων (Δημόσιο, τράπεζες, ιδρύματα, Εκκλησία κ.ά.)
Κατοικιών από μη κερδοσκοπικούς φορείς
Αξιοποίηση ευρωπαϊκών πόρων και δημιουργία ειδικών ταμείων χρηματοδότησης
Χρειάζεται παρέμβαση της Πολιτείας ώστε η ενοικιαζόμενη στέγη να είναι μια οικονομικά προσιτή, αξιοπρεπής και ασφαλής επιλογή, που δεν θα περιορίζεται σε αποσπασματικά μέτρα έκτακτης ανάγκης και για συγκεκριμένες μόνο ομάδες του πληθυσμού. Mία συνολική και συνεκτική στεγαστική πολιτική, με το βλέμμα στραμμένο σε ευρύτατες πληθυσμιακές ομάδες.
Στο πλαίσιο του project «Ενοίκια στα ύψη - Η στεγαστική επισφάλεια σήμερα», που πραγματοποιείται από το Eteron - Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, και σε συνδυασμό με την έρευνα «Ενοίκια στα ύψη: Ο λόγος στις ενοικιάστριες και τους ενοικιαστές», δημοσιεύτηκε και το «Κείμενο Πολιτικής: Για το δικαίωμα στην οικονομικά προσιτή ενοικιαζόμενη κατοικία». Για τη σύνταξη του Κειμένου πολιτικής, που είναι διαθέσιμο στην επίσημη ιστοσελίδα του Ινστιτούτου, εργάστηκαν ως ερευνητική ομάδα η Στεφανία Γυφτοπούλου (αρχιτέκτων-πολεοδόμος), ο Δημήτρης Μπαλαμπανίδης (δρ. πολεοδόμος-γεωγράφος, ερευνητής σε θέματα κατοικίας και μετανάστευσης), η Εύα Παπατζανή (υπ. δρ. και ερευνήτρια σε θέματα μετανάστευσης και μελέτης της πόλης) και η Δήμητρα Σιατίτσα (δρ. αρχιτεκτονικής-πολεοδομίας, ερευνήτρια σε θέματα κατοικίας και πόλης).
Το Κείμενο Πολιτικής πραγματεύεται το ζήτημα της πρόσβασης σε οικονομικά προσιτή ενοικιαζόμενη κατοικία στην Ελλάδα, που αναδύεται σήμερα ως ένα από τα πιο κεντρικά κοινωνικά ζητήματα που χρήζουν άμεσης παρέμβασης. Με δεδομένα την ανησυχητική αύξηση
των ενοικίων και, συνολικότερα, της στεγαστικής επισφάλειας για όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, κρίνεται επιτακτική η δημόσια παρέμβαση για τη μετατροπή του ενοικιαζόμενου τομέα σε μια οικονομικά προσιτή, αξιοπρεπή και ασφαλή εναλλακτική στεγαστική επιλογή. Στο Κείμενο Πολιτικής διατυπώνονται προτάσεις για την ενοικιαζόμενη στέγη, άλλες πιο ώριμες, εύκολα εφαρμόσιμες και άμεσα αποτελεσματικές και άλλες που απαιτούν αναλυτικότερη επεξεργασία και εξειδίκευση, περισσότερο χρόνο και πόρους για να εφαρμοστούν, δεν μπορούν όμως να λείπουν από ένα συνολικότερο σχέδιο για την (ενοικιαζόμενη) κατοικία.
Αρχικά, η επιδότηση ενοικίου, ένα υφιστάμενο μέτρο στήριξης των ενοικιαστών/ριών, προτείνεται να αυξηθεί αλλά και να διευρυνθεί προκειμένου να υποστηρίζει μεγαλύτερο φάσμα δικαιούχων και να καλύπτει, πέρα από το ενοίκιο, ευρύτερες στεγαστικές δαπάνες. Μπορεί μάλιστα να εφαρμόζεται σε συνδυασμό με μέτρα ελέγχου και ρύθμισης των ενοικίων, μέτρα άμεσης εφαρμογής και χαμηλού κόστους. Ένα τέτοιο (έμμεσο) μέτρο αποτελεί η ρύθμιση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, με τρόπους που ήδη προβλέπονται αλλά δεν έχουν ακόμα ενεργοποιηθεί, όπως η έκδοση ΚΥΑ που προβλέπεται από τον Νόμο 4472/2017 για τον αριθμητικό και γεωγραφικό περιορισμό των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Συνολικότερα, προτείνονται και ο έλεγχος και η ρύθμιση των επενδύσεων στα ακίνητα και των τάσεων χρηματιστικοποίησης της κατοικίας, που δεν μπορεί να εξελίσσονται χωρίς όρους και προϋποθέσεις, χωρίς δημόσια παρέμβαση για τη διαφύλαξη του κοινού συμφέροντος.
Όσο για μέτρα που απαιτούν περισσότερο χρόνο, ευρεία αποδοχή κερδίζει η ιδέα της αξιοποίησης κενών και μισθωμένων κτηρίων και κατοικιών, δημόσιων και ιδιωτικών, ως κοινωνικής και οικονομικά προσιτής στέγης, μέσα από σειρά κινήτρων που είναι δυνατό να δοθούν στους ιδιοκτήτες τους. Επιπλέον, εισάγεται η πρόταση για τη διαμόρφωση ειδικού πλαισίου παραγωγής και διάθεσης κοινωνικών και οικονομικά προσιτών ενοικιαζόμενων κατοικιών από μη κερδοσκοπικούς φορείς του Δημοσίου και της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, έξω από τη σφαίρα του ανταγωνισμού της ελεύθερης αγοράς.
Για την εφαρμογή των παραπάνω προτάσεων, επισημαίνεται ως βασική προϋπόθεση η ισχυρή πολιτική βούληση και, μέσα από αυτήν, η δημιουργία των απαραίτητων διοικητικών δομών και ελεγκτικών μηχανισμών που θα λειτουργούν με διάρκεια και συνέχεια, σταθερή και γενναία χρηματοδότηση. Επισημαίνεται επίσης πως η δημόσια παρέμβαση για την οποία γίνεται λόγος στο Κείμενο Πολιτικής δεν είναι δυνατό να περιορίζεται σε αποσπασματικά μέτρα έκτακτης ανάγκης και για συγκεκριμένες μόνο ομάδες του πληθυσμού, δηλαδή τις πιο ακραία αποστερημένες, αλλά χρειάζεται να συγκροτεί μία συνολική και συνεκτική στεγαστική πολιτική, με το βλέμμα στραμμένο σε ευρύτατες πληθυσμιακές ομάδες.