Η ανακομιδή αντιΣΥΡΙΖΑ λειψάνων
Oι εκλογές έρχονται και αναπτύσσεται μια επανέκδοση, μια διασκευή του 2015, για να ενοχοποιηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Γνωστά: «το τρίτο και αχρείαστο Μνημόνιο, τα 100 δισ., οι συντάξεις, η προσφυγική κρίση, τα capital controls, η φορολόγηση της μεσαίας τάξης» κ.λπ. Πρέπει να κατασκευαστεί μια βολική «μνήμη», ώστε να σκεπάσει, να εξουδετερώσει τη λαϊκή απελπισία. Στη πραγματικότητα θα γίνει το γνωστό μιξάρισμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα φορτωθεί όλα τα προηγούμενα Μνημόνια (και των παλαιών κομμάτων), θα φορτωθεί και τις αιτίες της χρεοκοπίας, θα εξαφανιστεί το σημαντικό γεγονός της εξόδου από τη σκληρή μνημονιακή φάση κατά το 2018, θα εξαφανιστεί το μαξιλάρι των 37 δισ. και η ενισχυμένη διαπραγματευτική δύναμη που κληροδότησε στην επόμενη κυβέρνηση, θα εξαφανιστεί το γεγονός ότι το 2015 παρέλαβε μια χώρα με άδεια ταμεία, κοινωνικές εκρήξεις, κομματιασμένο κοινωνικό ιστό και παρέδωσε μια χώρα αρκετά σταθεροποιημένη, εκτός Μνημονίου, με ρεκόρ τουριστικής ανάπτυξης και σοβαρή στηρικτική πολιτική στους ευάλωτους, με ρεκόρ απορροφητικότητας ευρωπαϊκών πόρων, με πολύ ευρύτερες δημοκρατικές ελευθερίες, βελτιωμένη διεθνή εικόνα κ.λπ.
Παλιά τεχνική. Παραδοχή αόριστων λαθών για τους ίδιους και ενοχοποίηση των αντιπάλων ακόμα και για τα σημερινά μεγάλα κυβερνητικά λάθη. Πρόκειται για μια αδίστακτη και ανέντιμη πολιτική προς τους αντιπάλους ή μια μορφή εγωιστικής, υστερικής κάρπωσης της εξουσίας; Αλλά τι νόημα υπάρχει στο να απορεί ο αριστερός, ο προοδευτικός παρατηρητής; Το θέμα είναι πώς οργανώνεις την κοινωνική δυσφορία, όχι πώς την παρατηρείς ή την κολακεύεις. Πώς πείθεις ότι η λύση σου, είναι πιο εύστοχη, πιο αποδοτική; Η υστέρηση της Αριστεράς στο να μετασχηματίσει την απογοήτευση σε πολιτική θέση υπέρ της (που εντόπιζε και ο αείμνηστος Ηλίας Νικολακόπουλος στη συνέντευξή του στην Εποχή) οφείλεται μόνο στη μιντιακή, σοσιαλμιντιακή αδυναμία και στους τόνους λάσπης που έφαγε; Ή μήπως δεν ικανοποιεί (ακόμα) τον κόσμο; Ούτε τους τσαντισμένους λυτρώνει, ούτε τους ψυχραιμότερους μικροαστούς κερδίζει καρδιακά. Γιατί είναι γεγονός ότι μετά τη δύσκολη συμφωνία του 2015 (με την κατίσχυση της ευθύνης έναντι της πολιτικής αυτοσυντήρησης) δεν έχει ξαναγίνει το κόμμα της καρδιάς των πολλών. Δεν έχει αποκατασταθεί ακόμα η πεποίθηση ότι αποτελεί λύση. Δεν μπορεί να συνθέσει το ποικίλο κοινό του κάτω από μια συμπαγή στέγη. Δυσκολεύεται, γιατί έχει να επιλύσει διαφορετικής τάξης και υφής αντιρρήσεις, να υποδείξει διέξοδο.
Το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο (που σήμερα γίνεται προσπάθεια να αναβιώσει) ακριβώς αυτό έκανε. Ενοποίησε ένα κοινό. Αυτό ήταν επίτευγμα. Όχι αντιπολίτευση στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ηθική, αξιακή αποκαθήλωση των προσώπων και ολική απόκρυψη του έργου. Αυτό εκ των πραγμάτων έφερε μια «ερμηνευτική» πειθαρχία. Ο ΣΥΡΙΖΑ ενοχοποιούνταν για ό,τι αρνητικό. Δεν σήμαινε ότι όλοι οι πολίτες εννοούσαν το ίδιο πράγμα ως αρνητικό, αλλά τους ένωνε η επιμελημένα εκφωνημένη μιντιακή αφήγηση. Το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο ήταν το κέλυφος μέσα στο οποίο χώρεσαν όλες οι αντιφάσεις του πολιτικού κοινού. Αν όμως το «γυρίσεις ανάποδα» το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο (αν ανατρέψεις την προκατάληψη), δεν σημαίνει ότι συστήνεις μια ενότητα απ’ την απέναντι πλευρά. Είναι πολύ έμμεση και μη συνεγερτική σκέψη να πει κάποιος «μου έλεγαν για τον ΣΥΡΙΖΑ ότι ήταν αίτιος όλων των καταστροφών, αλλά τώρα βλέπω ότι δεν ίσχυε και επομένως θα τιμωρήσω τους ψεύτες και συκοφάντες στηρίζοντας ακριβώς αυτόν που αδίκησα το 2019». Ο ρόλος του κακού ή του καλού είναι πολύ πιο εύκολος από τον ρόλο του καλού με επιφυλάξεις, με διανοητική προσπάθεια. Έρωτας ή μίσος, όχι συμβίωση υπό όρους. Τον Ιανουάριο του 2015 τον λάτρεψαν, το 2019 μισήθηκε, σήμερα, που φάνηκαν οι διαφορές, οι πολίτες ζυγίζουν. Μπορεί να πει ο ταλαντευόμενος πολίτης ότι η κυβέρνηση είναι κακή, αλλά δύσκολα αποφασίζει ποια αντικυβέρνηση είναι η καλή. Πώς θα το αντιμετωπίσει η Αριστερά, πώς θα επικοινωνήσει με αυτή τη διάχυτη λαϊκή απογοήτευση και ταλάντευση; (συνεχίζεται)