Τα πολιτικά χαρακτηριστικά του Σιν Φέιν
Πριν το Σιν Φέιν εμπλακεί στην ειρηνευτική διαδικασία της δεκαετίας του 1990, ήταν εύκολο να οριστεί σε τι διέφερε από τα υπόλοιπα ρεύματα του ιρλανδικού εθνικισμού, τόσο στη νότια όσο και στη βόρεια Ιρλανδία. Πρώτα απ’ όλα, θεωρούσε ότι η υποστήριξη της πλειοψηφίας του τοπικού πληθυσμού δεν ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την αλλαγή συνταγματικού καθεστώτος στη Βόρεια Ιρλανδία. Έπειτα, υπερασπιζόταν τη νομιμότητα εκείνου που ο IRA αποκαλούσε ένοπλη πάλη και οι αντίπαλοί του χαρακτήριζαν τρομοκρατία. Η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής θόλωσε τις διαχωριστικές γραμμές. Έχοντας στρατευθεί στην ειρηνευτική διαδικασία, το Σιν Φέιν τις εγκατέλειψε προκειμένου να καταδικάσει τις εθνικιστικές ομάδες που αρνούνταν να καταθέσουν τα όπλα. Υποστηρίζοντας με βαριά καρδιά τη νέα Αστυνομική Υπηρεσία Βόρειας Ιρλανδίας (PSNI), παρότρυνε τους οπαδούς του να συνεργαστούν με τις δυνάμεις της τάξης σε μια κοινή προσπάθεια αναχαίτισης των παραστρατιωτικών βιαιοτήτων.
Η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής δεν είχε απλώς περιοριστεί να αποκηρύξει τη βία ως μέσο πολιτικής δράσης, αλλά και ακύρωνε την
παραδοσιακή εθνικιστική γραμμή, σύμφωνα με την οποία μια εθνικιστική πλειοψηφία στο σύνολο του ιρλανδικού εδάφους νομιμοποιούνταν να επιβάλλει τη θέλησή της στην ενωτική πλειοψηφία της Βόρειας Ιρλανδίας. Στο πρώτο μέρος του κειμένου, αφιερωμένο στα συνταγματικά ζητήματα, η ένωση της Ιρλανδίας περιγράφεται ως θεμιτός στόχος, ο οποίος όμως δεν μπορεί να πραγματωθεί παρά «με τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας του πληθυσμού της Βόρειας Ιρλανδίας». Το Σιν Φέιν τελικά αποδέχτηκε αυτή την αρχή, ότι δηλαδή για να τερματιστεί η διχοτόμηση του νησιού, το αίτημα θα πρέπει να επικυρωθεί με δημοψήφισμα στη Βόρεια Ιρλανδία. Η συγκεκριμένη παραχώρηση τοποθετεί το Σιν Φέιν στο ίδιο πολιτικό έδαφος με τα πιο μετριοπαθή ανταγωνιστικά εθνικιστικά κόμματα. Ωστόσο, η χωρίς σύνορα «ιρλανδικότητά» του, απλωμένη και στα δύο τμήματα του νησιού, εξακολουθεί να το ξεχωρίζει ξεκάθαρα από το Φιάνα Φέιλ στο νότιο τμήμα και το SDLP στο βόρειο τμήμα. Όλα δείχνουν ότι μια κυβέρνηση του Σιν Φέιν θα προωθούσε την υπόθεση της ένωσης της Ιρλανδίας με μια προσήλωση που ποτέ δεν επέδειξε το Φιάνα Φέιλ.
Με τη Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής το Σιν Φέιν δεν είχε απλώς αποκηρύξει τη βία ως μέσο πολιτικής δράσης, αλλά, ακυρώνοντας την παραδοσιακή εθνικιστική γραμμή, πιστεύει πλέον ότι η ένωση της Ιρλανδίας δεν μπορεί να πραγματωθεί παρά μόνο «με τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας του πληθυσμού της Βόρειας Ιρλανδίας»