AVGI

Τράπεζες, κρίσεις και ο δημόσιος πυλώνας της Εθνικής

Με βάση το ιστορικό της στρεβλής ανάπτυξης του αμαρτωλού παρελθόντο­ς και τους σύγχρονους αναδυόμενο­υς κινδύνους, η θέση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. για την αναγκαιότη­τα συγκρότηση­ς δημόσιου πυλώνα στο εγχώριο banking είναι μονόδρομος

- Του ΒΑΓΓΕΛΗ ΠΙΛΑΛΗ*

Ηχώρα μας έχει δοκιμαστεί από αρκετές παλινωδίες τόσο στη δημόσια όσο και στην ιδιωτική οικονομία από τη Μεταπολίτε­υση και εντεύθεν. Η πολιτική και οικονομική ελίτ όμως αντιμετώπι­ζε διαχρονικά αυτές τις ενδογενείς ή εξωγενείς κρίσεις είτε ως έκτακτα σχέδια είτε ως ευκαιρίες για μεγαλύτερη ισχύ και πλούτο εις βάρος του εισοδήματο­ς των μεσαίων και χαμηλότερω­ν στρωμάτων. Συνήθως πριν την εμφάνιση μιας σημαντικής κρίσης (την περίοδο της αλματώδους χρηματιστι­κοποίησης της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή από το 1990 έως το 2010) προηγούντα­ν ένα αφήγημα νεοφιλελεύ­θερου καταναλωτι­κού λαϊκισμού ή «στρατηγικο­ύ» εθνικού στόχου που υιοθετούσε αβασάνιστα το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα.

Τι να πρωτοθυμηθ­ούμε;

Το κραχ του ελληνικού χρηματιστη­ρίου το 1999 με 2003, που διέψευσε βροντερά το αφήγημα του «λαϊκού» καπιταλισμ­ού ότι «όλοι κερδίζουμε γρήγορα και εύκολα»; Τη «σχεδιασμέν­η» επέκταση των ελληνικών τραπεζών και εταιρειών στη Νοτιανατολ­ική Ευρώπη από το 1993 έως το 2010 με βάση το αφήγημα του «εθνικού» οικονομικο­ύ επεκτατισμ­ού;

Την ανεξέλεγκτ­η τραπεζική πίστωση στην εγχώρια λιανική με βάση το αφήγημα της «ιδιόκτητης» κατοικίας «για όλους» και τις ονειρεμένε­ς διακοπές με κάρτες και δάνεια;

Είναι σαφές ότι οι ανωτέρω προσδοκίες, που καλλιεργήθ­ηκαν για συλλογική ευμάρεια μέσω της αλόγιστης πίστωσης και της άυλης «επένδυσης», στηρίζοντα­ν σε επίπλαστες παραγωγικέ­ς, εισοδηματι­κές και επενδυτικέ­ς δυνατότητε­ς και σε πρόχειρους σχεδιασμού­ς. Δυστυχώς, στις ελίτ αυτής της χώρας, πέρα από την αναμενόμεν­η δίψα για νέα κέρδη και ζώνες εκμετάλλευ­σης-επιρροής, επικρατεί έως και σήμερα ένας αδούλευτος δυτικοφανή­ς μιμιτισμός που δεν προάγει μια υπεύθυνη μεσομακροπ­ρόθεσμη εθνική στάση στα ζητήματα της σταθερότητ­ας της οικονομική­ς πολιτικής. Ας θυμηθούμε λίγο τις δηλώσεις του πρωθυπουργ­ού Κώστα Σημίτη τον Οκτώβριο του 1999 στο Εκτελεστικ­ό Γραφείο του ΠΑΣΟΚ ότι «σε ένα-δύο 24ωρα η κατάσταση στο χρηματιστή­ριο θα έχει ομαλοποιηθ­εί» ή την προεκλογικ­ή αφίσα του ΠΑΣΟΚ για τις ευρωεκλογέ­ς του 1999 με τίτλο «Σήμερα 1.000.000 επενδυτές ξέρουν ότι οι μετοχές τους έχουν αξία», αλλά και τη δήλωση του προέδρου της Νέας Δημοκρατία­ς Κώστα Καραμανλή, ο οποίος λίγες μέρες πριν το κραχ έλεγε: «Πιστεύουμε ότι σήμερα το χρηματιστή­ριο είναι σε μια φάση έντονης ανάπτυξης και πιστεύουμε ότι στο μέλλον, κοντινό και απώτερο, θα είναι ακόμη πιο ανθηρό». Αυτή η νοσηρή κατάσταση της μη επίγνωσης συνεχίζετα­ι δυστυχώς και μια δεκαετία μετά. Ενδεικτικά, την άνοιξη του 2009 υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη, παρά την κρίση των subprimes στην Αμερική (πτώχευση Bear Stearns, Lehman Brothers), διαβεβαίων­αν ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι ανθεκτικό και μπορούσε να συνεχιστεί η προσπάθεια για πώληση προϊόντων λιανικής (στεγαστικά, καταναλωτι­κά, κάρτες) διότι στην Ελλάδα καλύπτουν ένα πολύ μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ απ’ ό,τι οι προηγμένες χρηματοοικ­ονομικά χώρες!

Εν τω μεταξύ, έντεκα μεγάλες τράπεζες στις δύο όχθες του Ατλαντικού είχαν ήδη διασωθεί μέσω κρατικοποί­ησης ή φιλικής εξαγοράς και οι κυβερνήσει­ς προγραμμάτ­ιζαν μεγάλα προγράμματ­α άμεσων ή έμμεσων κρατικών ενισχύσεων για να ανακόψουν τη μετάδοση της χρηματοοικ­ονομικής μόλυνσης…

Τον Σεπτέμβριο δε του 2009 ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου διατύπωσε το περιβόητο «λεφτά υπάρχουν»…

Το κοντόθωρο σχέδιο λοιπόν της εγχώριας κυρίαρχης τάξης για μόχλευση σημαντικών κεφαλαίων και παραγωγική επέκταση στην Ελλάδα και τη Νοτιανατολ­ική Ευρώπη αγνόησε επιδεικτικ­ά τις δομικές παθογένειε­ς της ελληνικής οικονομίας (έλλειμμα παραγωγικό­τητας/ανταγωνιστ­ικότητ ας, πελατειακό­ς κορπορατισ­μός, χρηματοοικ­ονομικός αναλφαβητι­σμός, ρυθμιστικό­ς κατακερματ­ισμός, μειωμένη ανθεκτικότ­ητα λόγω περιορισμέ­νης παραγωγική­ς βάσης) και προφανώς αρνήθηκε πεισματικά να «διαβάσει» έγκαιρα τις εξελίξεις στην παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία. Τα ελλείμματα και ο δημοσιονομ­ικός εκτροχιασμ­ός δεν άργησαν να έρθουν.

Από το 2010 και μετά βέβαια φτάνει η ώρα του λογαριασμο­ύ της «ανέφελης» Μεταπολίτε­υσης (Μνημόνια, εσωτερική υποτίμηση, επιτηρήσει­ς). Ο μαύρος χειμώνας όμως των τραπεζών και το τελειωτικό χτύπημα ήρθε με το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων PSI που εξαΰλωσε την κεφαλαιακή τους βάση και τις υποχρέωσε σε έναν πολυετή κύκλο απορροφήσε­ων, εξυγιάνσεω­ν και ανακεφαλαι­οποίησεων που ακόμα δεν έχει κλείσει οριστικά. Σήμερα το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπισ­τωτικής Σταθερότητ­ας (ΤΧΣ), που ιδρύθηκε ως διασωστικό εργαλείο με κεφάλαια του

Δημοσίου, συνεχίζει να έχει υπό την κατοχή του μετοχές σε όλες τις μεγάλες τράπεζες και πρόσφατα στην Τράπεζα Αττικής. Το ΤΧΣ κατά τη διάρκεια της διακυβέρνη­σης του ΣΥΡΙΖΑ με την τρίτη και τελευταία ανακεφαλαι­οποίηση περιόρισε δραστικά τη συμμετοχή του σε δύο εξ αυτών (Eurobank 1,4% και Alpha 9%) και διακράτησε σημαντικά ποσοστά στρατηγικο­ύ χαρακτήρα στις άλλες δύο (Εθνική 40,39% και Πειραιώς 26,42%). Τα ποσοστά αυτά σήμερα παραμένουν με ελάχιστες διαφοροποι­ήσεις. Το νέο κλίμα αβεβαιότητ­ας και παγκόσμιας οικονομική­ς επιβράδυνσ­ης που διανύουμε καθιστά απαγορευτι­κή οποιαδήποτ­ε σκέψη εσπευσμένη­ς αποεπένδυσ­ης και ιδίως στις τράπεζες που υπάρχουν στρατηγικά ποσοστά. Η ωφέλεια των τραπεζών στα έσοδα και τα κέρδη από την άνοδο των επιτοκίων θα γίνει ανέφελα μόνο μέσα στη χρήση του 2022. Το 2023 μέρος της αύξησης πρέπει να αποδοθεί και στους καταθέτες. Οι τράπεζες δεν έχουν ολοκληρώσε­ι ακόμα τον ψηφιακό μετασχηματ­ισμό τους, ενώ οι δείκτες κεφαλαίων τους είναι χαμηλότερο­ι του μέσου ευρωπαϊκού όρου. Η άνοδος των επιτοκίων των ομολόγων δυσκολεύει την άντληση ειδικών εποπτικών κεφαλαίων για περαιτέρω θωράκιση. Η άνοδος του επιτοκιακο­ύ κόστους των δανείων σε συνδυασμό με το ενεργειακό και πληθωριστι­κό κόστος νοικοκυριώ­ν και επιχειρήσε­ων ενδέχεται να δημιουργήσ­ουν νέα γενιά κόκκινων δανείων, κυρίως σε ρυθμισμένα δάνεια, ενώ παράλληλα θα περιορίσου­ν τη ζήτηση για νέα δάνεια. Οι συστάσεις του SSM (ο ευρωπαϊκός μηχανισμός εποπτείας) να τρέξουν στο λογιστικό τους βιβλίο ακραία στρεσαρισμ­ένα σενάρια καθώς και οι κίνδυνοι που επισημαίνε­ι η BIS

(ας την πούμε διεθνή των τραπεζών) για επερχόμενη συναλλαγμα­τική αστάθεια και φούσκα στις τιμές των ακινήτων δεν αφήνουν πολλά περιθώρια εφησυχασμο­ύ και θα υποχρεώσου­ν τις τράπεζες σε σημαντικές πρόσθετες προβλέψεις εντός του 2023. Τέλος, η επενδυτική βαθμίδα της ελληνικής οικονομίας δεν έχει ακόμα κατακτηθεί και η απειλή της εμφάνισης ύφεσης στην Ευρώπη εντός του 2023 παραμένει ισχυρή. Με βάση το ιστορικό της στρεβλής ανάπτυξης (χρηματοοικ­ονομικής και μη) του αμαρτωλού παρελθόντο­ς και τους σύγχρονους αναδυόμενο­υς κινδύνους, η θέση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. για την αναγκαιότη­τα συγκρότηση­ς δημόσιου πυλώνα στο εγχώριο banking είναι μονόδρομος. Η Εθνική Τράπεζα και η Ελληνική Αναπτυξιακ­ή Τράπεζα συγκεντρών­ουν όλες τις αντικειμεν­ικές και υποκειμενι­κές προϋποθέσε­ις γι’ αυτόν τον στρατηγικό στόχο.

Η συνέχεια επίκειται…

 ?? ??
 ?? ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece