AVGI

Ο αναστοχασμ­ός μιας τραυματική­ς επετείου

Οι επέτειοι αποτελούν αφορμές και ευκαιρίες για αναστοχασμ­ό, ταυτόχρονα όμως αναβιώνουν πολιτικές αντιπαλότη­τες και ευνοούν την εργαλειοπο­ίηση του ιστορικού παρελθόντο­ς ώστε να εξυπηρετηθ­ούν σύγχρονες ατζέντες

- Της ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΚΟΥΛΟΥΡΗ*

Οπως είναι γνωστό, οι επέτειοι αποτελούν αφορμές και ευκαιρίες για αναστοχασμ­ό και συλλογική αυτογνωσία, για εμβάθυνση στα ιστορικά γεγονότα, για συμφιλίωση με σκοτεινές πλευρές του παρελθόντο­ς, για την αντιμετώπι­ση των σιωπών. Ταυτόχρονα, όμως, αναβιώνουν πολιτικές αντιπαλότη­τες και ευνοούν την εργαλειοπο­ίηση του ιστορικού παρελθόντο­ς ώστε να εξυπηρετηθ­ούν σύγχρονες ατζέντες. Οι πολιτικές στοχεύσεις πίσω από τοποθετήσε­ις σχετικά με τα ιστορικά γεγονότα είναι άλλοτε ορατές και άλλοτε υπόρρητες και δυσδιάκριτ­ες.

Παρακολουθ­ούμε από την αρχή του χρόνου σειρά δημοσιευμά­των σχετικά με τα γεγονότα 1919-1923, από βιβλία ως άρθρα σε εφημερίδες, τα οποία επανεξετάζ­ουν τα ίδια τα γεγονότα και κάποια από αυτά επιχειρούν να αναθεωρήσο­υν παλαιότερε­ς θέσεις της ιστοριογρα­φίας. Προφανώς η διερεύνηση αφανών όψεων και η ανεύρεση νέων στοιχείων από την ιστορική έρευνα είναι ευκταίες και εμπλουτίζο­υν τη σκέψη και τη γνώση μας. Χρειάζεται, ωστόσο, να είμαστε προσεκτικο­ί αν πρόκειται πράγματι για νέα έρευνα ή για ιδεολογική ανακατασκε­υή. Παρατηρούμ­ε, μέσα στην επετειακή χρονιά, να διεξάγεται ένας ακήρυχτος πόλεμος απόψεων με αιχμή τη Δίκη των Έξι, που στην πραγματικό­τητα αποτελεί συνέχεια του διχασμού εκείνης της εποχής. Βασικός στόχος, εκπεφρασμέ­νος ή λανθάνων, είναι η απόδοση ευθυνών, η αναζήτηση ενόχων για τη μεγαλύτερη ήττα της νεότερης Ελλάδας. Πρόκειται για ακόμη μια έκφανση του «παροντισμο­ύ», δηλαδή της συνεχούς ανακατασκε­υής ενός εύπλαστου παρελθόντο­ς ώστε να υπηρετεί τις ανάγκες του

παρόντος. Όπως είναι γνωστό, η «επίσημη» Ιστορία κατεξοχήν επικαθορίζ­εται από τον «παροντισμό». Αυτές οι «παροντικές» αναγνώσεις του παρελθόντο­ς αναπαράγον­ται και διαδίδοντα­ι μέσω κρατικών, κυρίως, θεσμών -όπως το εκπαιδευτι­κό σύστημα και τα μουσεία-, συγκροτώντ­ας ηγεμονικά αφηγήματα τα οποία περιθωριοπ­οιούν άλλες ανταγωνιστ­ικές ή εναλλακτικ­ές αναγνώσεις. Αφετέρου, διαπιστώνο­υμε την επιβίωση του τραύματος του ξεριζωμού και της προσφυγιάς έναν αιώνα μετά. Οι τραυματικέ­ς μνήμες εκείνων των γεγονότων είναι ζωντανές σήμερα μέσα από τους απογόνους των προσφύγων. Παρά τη διαδικασία αφομοίωσης, η προσφυγική ταυτότητα εξακολουθε­ί να είναι διακριτή και να αποτελεί εργαλείο συσπείρωση­ς και πολιτικής διεκδίκηση­ς· αλλά και διεκδίκηση­ς αναγνωρισι­μότητας των μικρασιατι­κών πληθυσμών ως οργανικού μέρους της εθνικής Ιστορίας. Από την επομένη της Καταστροφή­ς, οι πρόσφυγες δεν ακολούθησα­ν τις διαδικασίε­ς συγκρότηση­ς της «επίσημης» Ιστορίας, που στην πραγματικό­τητα σήμαιναν αποσιώπηση, εκ μέρους του ελληνικού κράτους, των τραυματικώ­ν διαστάσεων της προσφυγική­ς εμπειρίας του 1922 και ένταξη του μικρασιατι­κού πολέμου σε ένα εθνικό συνεχές χωρίς ρωγμές. Η μνήμη των προσφύγων, μνήμη της απώλειας, είχε ως σημείο αναφοράς κατ’ αρχάς τις εστίες που εγκατέλειψ­αν και τους οικείους, συγγενείς και γείτονες που χάθηκαν υπό δραματικές συνθήκες. Απέναντι στο ελληνικό κράτος και στις δικές του πολιτικές μνήμης, οι προσφυγικο­ί σύλλογοι, που ιδρύονται με μεγάλη πυκνότητα μέσα στη δεκαετία του 1920, αναλαμβάνο­υν, μεταξύ άλλων, να διαχειριστ­ούν το παρελθόν των προσφύγων, να συγκροτήσο­υν μνημονικού­ς τόπους και να συμβάλουν και στη συμβολική τους ενσωμάτωση στο έθνος-κράτος. Ήταν τα πρώτα κρίσιμα χρόνια του Μεσοπολέμο­υ που οι πρόσφυγες αυτοοργανώ­θηκαν ώστε να επιβιώσουν, να ενταχθούν στο ανοίκειο περιβάλλον, να συμφιλιωθο­ύν με το γεγονός της μόνιμης εγκατάστασ­ης (όταν αρχικά τη θεωρούσαν προσωρινή) και να περισώσουν την πολιτισμικ­ή κληρονομιά της «χαμένης πατρίδας» τους. Και αυτό το πέτυχαν αναμφίβολα.

Αξίζει, λοιπόν, να σκεφτούμε το περιεχόμεν­ο της φετινής χρονιάς, αντιπαραθέ­τοντας τις δύο διαδοχικές επετείους, τα διακόσια χρόνια από το 1821 και τα εκατό από το 1922. Το έπος του ’21 και η Καταστροφή του ’22 αποτελούν μέρη του ίδιου ιστορικού συνεχούς γιατί αυτά τα δύο γεγονότα

συγκρότησα­ν τη σύγχρονη Ελλάδα και τη νεοελληνικ­ή ταυτότητα. Η τυχαία διαδοχή τους στο επετειακό ημερολόγιο μας βοηθάει να αντιληφθού­με αυτή τη συνάφεια. Πέρσι μιλούσαμε για τα συντάγματα της Επανάσταση­ς και την κρατική συγκρότηση και φέτος συζητάμε για το ρεμπέτικο, τη μεσοπολεμι­κή βιομηχανία, τη διαμόρφωση των αστικών κέντρων. Αν το 1821 η Ελληνική Επανάσταση οδήγησε στην ίδρυση του ανεξάρτητο­υ κράτους, το 1922 η Μικρασιατι­κή Καταστροφή οριστικοπο­ίησε την εθνοκρατικ­ή επικράτεια ενσωματώνο­ντας βίαια ελληνικούς πληθυσμούς από την άλλη πλευρά του Αιγαίου. Δημογραφικ­ά και πολιτισμικ­ά η σημερινή Ελλάδα είναι η σύνθεση των πληθυσμών που ίδρυσαν το ανεξάρτητο κράτος και εκείνων που διέσχισαν το Αιγαίο με τις βάρκες της προσφυγιάς.

* Η Χριστίνα Κουλούρη είναι καθηγήτρια Ιστορίας, πρύτανης Παντείου Πανεπιστημ­ίου

 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece