Από το συμπόσιο του Κέμπριτζ στη Διακήρυξη του Μόντρεαλ Φιλόσοφοι δίνουν φωνή στα ζώα και υπογράφουν για τα δικαιώματά τους
Η7η Ιουλίου του 2012 ήταν μια σημαντική ημέρα για τα μη ανθρώπινα ζώα του πλανήτη, καθώς μια μεγάλη ομάδα ερευνητών διεθνούς φήμης και επιστημονικής καταξίωσης από όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα για τις δεξιότητές τους στη νευροεπιστήμη, τοποθετήθηκαν στο περίφημο συμπόσιο του Κέμπριτζ, συνυπογράφοντας μια κοινή δήλωση που υποστήριζε ότι τα ζώα, όπως και οι άνθρωποι, έχουν επίσης νευρολογικά υποστρώματα συνείδησης. Η Διακήρυξη του Κέμπριτζ αποτέλεσε μια ιστορική καμπή για τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε το ανθρώπινο είδος να αντιμετωπίζει πλέον τα ζώα ως συναισθανόμενα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, πλάσματα. Είναι γεγονός πως στα χρόνια που ακολούθησαν η αντιμετώπιση των ζώων από το ανθρώπινο είδος σημείωσε ελάχιστη πρόοδο και οι μεταρρυθμίσεις τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο δεν ήταν τέτοιες που να λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τις προόδους που έχουν σημειωθεί στην επιστημονική έρευνα.
Αντιμέτωπη με αυτή την αδράνεια, μια ομάδα επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο της Τουλόν αποφάσισε τότε να δώσει συνέχεια στη Διακήρυξη του Κέμπριτζ, δημοσιεύοντας στις 29 Μαρτίου 2019 ένα επικαιροποιημένο κείμενο, το οποίο αποσκοπούσε στο να δοθούν στα δικαιώματα των ζώων τόσο συνοχή όσο και αποτελεσματικότητα, δηλώνοντας ότι «τα ζώα πρέπει να θεωρούνται γενικά ως μη ανθρώπινα φυσικά πρόσωπα και όχι ως πράγματα». Το επόμενο μεγάλο βήμα πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 4 Οκτωβρίου, όταν περισσότεροι από 470 φιλόσοφοι ηθικής, από περισσότερες από 40 χώρες, δημοσίευσαν τη Διακήρυξη του Μόντρεαλ, δηλώνοντας ότι η εκμετάλλευση των ζώων είναι εκ θεμελίων άδικη.
Η Διακήρυξη του Μόντρεαλ για την εκμετάλλευση των ζώων
Σύμφωνα με τους υπογράφοντες τη Διακήρυξη, η εκμετάλλευση των ζώων είναι άδικη και ηθικά αδικαιολόγητη, καθώς, όπως επιβεβαιώνουν, τα θηλαστικά, τα πτηνά, τα ψάρια και πολλά ασπόνδυλα είναι ευαίσθητα, δηλαδή ικανά να αισθάνονται ευχαρίστηση, πόνο και συναισθήματα, οπότε όταν τραυματίζουμε έναν σκύλο ή ένα γουρούνι, όταν κρατάμε ένα κοτόπουλο ή έναν σολομό σε αιχμαλωσία, όταν σκοτώνουμε ένα μοσχάρι για το κρέας του ή ένα βιζόν για το δέρμα του, παραβιάζουμε σοβαρά τα πιο θεμελιώδη δικαιώματά τους, ενώ όλα αυτά θα μπορούσαν να αποφευχθούν.
«Οι περισσότεροι από μας μπορούμε ήδη να απέχουμε από τις ζωικές τροφές και να είμαστε υγιείς, και η μελλοντική ανάπτυξη μιας vegan οικονομίας θα κάνει τα πράγματα ακόμα πιο εύκολα. Από πολιτική και θεσμική άποψη, είναι δυνατόν να σταματήσουμε να βλέπουμε τα ζώα αποκλειστικά ως πόρους στη διάθεσή μας.
Το επιχείρημα ότι τα όντα αυτά δεν ανήκουν στο είδος Homo sapiens δεν στέκει ηθικά. Υπάρχουν διαφορές μεταξύ των ανθρώπων και των άλλων ζώων, όπως ακριβώς υπάρχουν διαφορές μεταξύ των ατόμων του ίδιου είδους. Ομολογουμένως, ορισμένες εξεζητημένες γνωστικές ικανότητες προκαλούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, το οποίο με τη σειρά του μπορεί να δικαιολογήσει την ιδιαίτερη μεταχείριση. Αλλά η ικανότητα ενός υποκειμένου να συνθέτει συμφωνίες, να κάνει προηγμένους μαθηματικούς υπολογισμούς ή να προβάλλει τον εαυτό του στο μακρινό μέλλον, όσο αξιοθαύμαστη και αν είναι, δεν σχετίζεται με την αξία του που οφείλεται στην ικανότητά του να αισθάνεται ευχαρίστηση και να μην υποφέρει. Τα συμφέροντα των πιο ευφυών ανάμεσά μας δεν έχουν μεγαλύτερη σημασία από τα αντίστοιχα συμφέροντα των λιγότερο ευφυών. Το αντίθετο θα ισοδυναμούσε με κατάταξη των ατόμων με βάση ικανότητες που δεν έχουν καμία ηθική υπόσταση. Μια τέτοια διάκριση ικανοτήτων θα ήταν ηθικά αδικαιολόγητη».
Οι 470 φιλόσοφοι, αφού χαρακτηρίζουν την εκμετάλλευση των ζώων θεμελιωδώς άδικη, θέτουν ως στόχο τον αφανισμό της, στοχεύοντας κυρίως στο κλείσιμο των σφαγείων, στην απαγόρευση της αλιείας και στην ανάπτυξη συστημάτων διατροφής με βάση τα φυτά, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι «το τέλος της εκμετάλλευσης των ζώων είναι ο μόνος κοινός ορίζοντας που είναι ρεαλιστικός και δίκαιος για όλα τα μη ανθρώπινα όντα».