Μάτια ανοιχτά, ψυχή παλλόμενη
ΗAnnie Ernaux (Νόμπελ Λογοτεχνίας 2022) είναι ένας άνθρωπος, μια συγγραφική οντότητα, που δεν φοβάται. Δεν φοβάται να βυθιστεί στα έγκατα της ψυχής της, να τη ζυγίσει, να την ψηλαφίσει, να την ξεδιπλώσει και να την εκθέσει δημόσια. Πρωτοπόρα της αυτομυθοπλασίας (autofiction), κάνοντας δηλαδή αφήγημα την ίδια της τη ζωή πράγμα που βρήκε πολλούς επιγόνους και μιμητές αργότερα, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια να αποτελεί σχεδόν λογοτεχνική «μόδα»-, δεν ενέδωσε ούτε στιγμή σε μια στείρα ναρκισσιστική αυτοαναφορικότητα αλλά, αντιθέτως, πέτυχε την απόλυτη σύμπλευση του ατομικού με το συλλογικό. Ανέδειξε την αδήριτη σχέση ενός ατομικού «εγώ» με το συλλογικό «εμείς», μέσα στην ατέρμονη, αδιατάρακτη ροή του χρόνου. Η ίδια η ύπαρξή της, φυσικά μέσω της γραφής, μέσω της ανάδειξης του γυναικείου ψυχισμού όπως αυτός βάλλεται και αναδιατυπώνεται από τις ρέουσες κοινωνικές επιταγές, γίνεται, θαρρείς, ένα διαρκές αίτημα ελευθερίας.
Όταν το 2000 δημοσιεύει το συγκλονιστικό «Το γεγονός», ορμώμενη από το τραυματικό γεγονός μιας παράνομης έκτρωσης το μακρινό 1963, όταν η ίδια είναι 23 ετών και έρχεται αντιμέτωπη με μια σκοταδιστική απαγόρευση που την αφήνει έκθετη σε κάθε είδους κομπογιαννιτισμό, σίγουρα δεν θα μπορούσε να φανταστεί πως, χρόνια μετά, το ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ θα ερχόταν να απαγορεύσει ξανά τις αμβλώσεις σε ένα απεχθές, μισαλλόδοξο πισωγύρισμα. Με αυτή την έννοια, και πέρα από τη λογοτεχνική τους αξία, θεωρώ τα γραπτά της Ερνό διατυπωμένα με τόση οξυδέρκεια και τόσο βάθος, ένα διαρκές αίτημα ελευθερίας.
Τα γραπτά της που είναι το ίχνος μιας ολόκληρης εποχής. Οι προοπτικές, οι ανατροπές, τα αιτήματα, οι ήττες, οι διεκδικήσεις, οι παλινδρομήσεις μιας ολόκληρης εποχής. Τα γραπτά της που είναι το χρονικό όλων των δεκαετιών που μεσολάβησαν από τη γέννησή της το 1940 σε ένα χωριό της Νορμανδίας μέχρι και σήμερα. Με τη δυνατότητα, την ικανότητα και τη συνειδητή επιλογή το «εγώ» να διαχέεται πάντα μέσα στο «εμείς». Να υπάρχει η προσωπική ιστορία σαν σύμπλεγμα, σαν κομμάτι της συλλογικής. Όχι γιατί υστερεί το «εγώ», αλλά γιατί η ματιά της είναι κοινωνική. Και μαζί ταξική. Η Ερνό που πάλεψε να ξεφύγει, μέσω της παιδείας, από την ταπεινή καταγωγή της, δεν έπαψε ποτέ να στοχάζεται πάνω σε θέματα όπως η αδικία, η ανισότητα, η φτώχεια, η περιχαράκωση, η ταξικότητα μιας κοινωνίας που σπανίως δίνει ευκαιρίες και σπανίως συμπάσχει. Η ματιά της στραμμένη πάντα προς την Αριστερά. Προς τις αναζητήσεις και τα αιτήματα της Αριστεράς. Στο «Τα χρόνια», το σημαντικότερο έργο της, που μέσα σε αυτό περικλείονται τα θέματα και οι προβληματισμοί που την απασχόλησαν σε όλα τα προηγούμενα, διατρέχει τις κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές που συνέβησαν στη Γαλλία και στην Ευρώπη γενικότερα από το 1940 μέχρι και το 2008, και είναι λες και τα γεγονότα αυτά χαράχτηκαν πάνω στο σώμα της. Μόνο και μόνο επειδή αυτή ήταν εκεί. Παρούσα. Με τα μάτια ανοιχτά και την ψυχή παλλόμενη. Με τις κεραίες υψωμένες. Ενίοτε και με τις γροθιές υψωμένες. Κάποτε κόβοντας και τη δική της αλογοουρά. Με μια θλίψη βαθιά και διαβρωτική. Με την πονηριά του μικρού παιδιού που αδημονεί για το παρακάτω. Με την τέχνη να μπορείς να πεις τα πάντα. Και το σπουδαιότερο. Να μπορείς να τα πεις με αυτήν τη θεϊκή αμεσότητα. Όπου ο κόπος δεν φαίνεται. Όχι γιατί δεν υπάρχει. Αλλά γιατί έχεις το χάρισμα να μπορείς να γράψεις με την ίδια ευκολία που αναπνέεις.