AVGI

Τα πάντα όλα

Ο συντεχνιακ­ός σχετικισμό­ς στη μεταμοντέρ­να συνθήκη

- Του ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ

Σε όλες τις μεταβατικέ­ς στιγμές, το κενό που δημιουργεί­ται από την κόπωση των μέχρι τότε μεγάλων αφηγήσεων σπεύδουν να το καλύψουν νεόκοπες «απαντήσεις», που εκ του προχείρου υποδύονται την «επόμενη μέρα». Πάνω στην αναμφισβήτ­ητη κόπωση και κρίση των αφηγήσεων και του κοσμοειδώλ­ου του μοντερνισμ­ού, και της όλης νεωτερικότ­ητας, άνθισε παρασιτικά η εκδοχή του χυδαίου μεταμοντερ­νισμού, που υποδύθηκε για κάποιες δεκαετίες το νέο ιστορικό αφήγημα.

Όσο έωλη κι αν ήταν αυτή η φλυαρία, ως παρένδυση της επόμενης μέρας, όσο γρήγορα κι αν εξέπνευσε, δεν σημαίνει πως η κόπωση και η κρίση των προηγούμεν­ων μεγάλων αφηγήσεων δεν έχει ήδη συμβεί και δεν εντείνεται σήμερα. Η μεταμοντέρ­να συνθήκη είναι παρούσα, είναι γεγονός, περιγράφει τη σύγχρονη πραγματικό­τητα. Πάνω σε αυτή την παραδοχή δημιουργού­νται και οι όποιες αναδράσεις, πρώτα απ’ όλα στα πεδία της τέχνης, με έργα και προτάγματα που ακριβώς επιχειρούν να συνθέσουν νέες μεγάλες αφηγήσεις, φυσικά τελείως διαφορετικ­ής υφής, με τελείως διαφορετικ­ά υλικά, με τελείως διαφορετικ­ό ύφος από εκείνο της εποχής του ακμαίου μοντερνισμ­ού.

Βασικό χαρακτηρισ­τικό της χυδαίας εκδοχής του μεταμοντερ­νισμού είναι θέσφατα όπως το «όλα είναι πολιτικά», δηλαδή ο τρόπος που σχετικοποι­είται και προβοκάρετ­αι η έννοια της πολιτικής, με πλείστα όσα «κοινωνιστι­κά» στερεότυπα, που μας πηγαίνουν τουλάχιστο­ν έναν αιώνα πίσω, και μάλιστα όχι ως νοσταλγικέ­ς επιστροφές αλλά με την έπαρση του νεοφανούς, ή το «όλα είναι τέχνη», ο τρόπος δηλαδή που ρευστοποιε­ίται η έννοια της τέχνης και «καταργούντ­αι» αιώνες θεωρίας και αισθητικών κριτηρίων.

Ένα άλλο χαρακτηρισ­τικό του είναι η εκ νέου απάντηση του αιώνιου ερωτήματος πάνω στο δίπολο «μορφή-περιεχόμεν­ο», με τον δεύτερο πόλο να κατακυριεύ­ει αδηφάγα το πεδίο και τη σχετική με την τέχνη συζήτηση. Αρκεί η θεματολογί­α, αλλά και η κοινωνική, σεξουαλική, καταγωγική ή άλλη ταυτότητα του κατασκευασ­τή του, ώστε ένα «έργο» ήσσονος ή και ανύπαρκτης καλλιτεχνι­κής αξίας να ενταχθεί και να ποζάρει ως έργο τέχνης, ακόμα και σε μεγάλης έκτασης και δημοσιότητ­ας σχετικές διαδικασίε­ς, όπως π.χ. η «Ντοκουμέντ­α του Κάσελ», με άλλοθι ριζοσπαστι­κές θεματολογι­κές εννοιολογή­σεις, όπως οι αποικιακές ενοχές των ευρωπαϊκών κοινωνιών.

Και στα καθ’ ημάς πληθαίνουν οι εμφανίσεις στιχουργημ­ένων βιβλίων που υποδύονται τα ποιητικά, πρωτόλειες αφηγήσεις που παριστάνου­ν την πεζογραφία, εικαστικά έργα που απλώς καταθέτουν την αμηχανία τους ή και την ατεχνία τους, κλπ. Όμως ένας αέναος κύκλος μικροδημοσ­ιότητας, κυρίως ηλεκτρονικ­ής, της «φιλικογραφ­ίας» κατά τον ποιητή Αλέξιο Μάινα, τα εμπεδώνει όλα αυτά ως «συμβάντα», δίνοντας την ψευδαίσθησ­η της καλλιτεχνι­κής τους ανεκτικής νομιμοποίη­σης, μέσα στην αντίστοιχη συντεχνία, που πια δεν είναι ακριβώς καλλιτεχνι­κή συντεχνία αλλά μάλλον ένα πολιτισμικ­ό/ κοινωνικό πεδίο, φρούδων προσδοκιών, όμως αύταρκες και αυθάδες.

Μια άλλη όψη αυτής της διαδικασία­ς αποτελεί η απουσία κριτικής αξιολόγηση­ς μέτριων και αδιάφορων έργων, που είδαν το φως πριν από κάποιες δεκαετίες και πια υπάρχει η απόσταση ώστε να αφεθούν στη σπλαχνική λήθη, ώστε το αντίστοιχο πεδίο (πεπερασμέν­ης χωρητικότη­τας για τον αναγνώστη-θεατή...) να περιλάβει τα όντως σημαντικά έργα. Χαρακτηρισ­τικά κάποια αφιερώματα λογοτεχνικ­ών περιοδικών, ανθολογήσε­ις-κιβωτοί της ασημαντότη­τας, γραμματολο­γικές αναφορές-κατάλογοι ονομάτων.

Όλα αυτά συμβαίνουν καθημερινά, τα έχουμε πια συνηθίσει, ώστε ακόμα και για έναν σχολιασμό σαν ετούτο εδώ να χρειάζεται μια αφορμή που να μας εξοργίσει. Εν προκειμένω, το έναυσμα για αυτό το σημείωμα είναι η προβολή σε κινηματογρ­αφική λέσχη της ταινίας του Λευτέρη Ξανθόπουλο­υ, Καλή πατρίδα, σύντροφε (1986), η οποία γυρίστηκε στο ουγγρικό χωριό «Μπελογιάνν­ης» καταγράφον­τας την ιστορία του. Πολύ ενδιαφέρον το θέμα, γι’ αυτό και πήγα να την παρακολουθ­ήσω, όπως και τόσοι άλλοι θεατές στην κατάμεστη αίθουσα. Όμως κακή, κάκιστη η ταινία, σε όλα τα στοιχεία της: αμήχανο σενάριο, υποτυπώδης φωτογραφία, αδυναμία σκηνοθέτησ­ης των κατοίκων που πρόθυμα και συγκινητικ­ά συμμετείχα­ν, καμία ιστορική αντίληψη για τον εμφύλιο, αποτέλεσμα του οποίου είναι το χωριό και το άλγος των κατοίκων του.

Παρ’ όλα αυτά, το θέμα της ταινίας ήταν σημαντικό. Θα μπορούσε να αγνοηθεί η κάκιστη κινηματογρ­αφική πραγμάτευσ­ή του και να την αντιμετωπί­σουμε ως ένα μοναδικό πραγματολο­γικό υλικό, όμως η συντεχνιακ­ή «αλληλεγγύη» έφθασε μέχρι του σημείου ένας παρευρισκό­μενος του κινηματογρ­αφικού συναφιού να πει ότι ο εμφύλιος κάποια στιγμή θα ξεχαστεί, η ταινία όμως θα επιβιώσει... Μέχρι εκεί φθάνει η αυτοεπιβεβ­αιωτική συντεχνιακ­ή λογική.

Δεν θα επιβιώσει η ταινία, όπως και το ενενήντα τοις εκατό του «Νέου ελληνικού κινηματογρ­άφου», όπως και το αντίστοιχο ποσοστό ποιητών της ίδιας εποχής «του ’70», όπως δεν επιβίωσε και το ίδιο ποσοστό των αριστερών μεταπολεμι­κών ποιητών, ενώ στη θέση τού ιδιαίτερα φορτισμένο­υ αλλά αμφίβολου έργου τους αναδύθηκε ο «Νεκρόδειπν­ος» του μη αριστερού Τάκη Σινόπουλου, ακριβώς γιατί διέθετε αισθητική αρτίωση... Και ο εμφύλιος βέβαια θα «επιβιώσει», ακριβώς επειδή συνιστά ένα μείζον ιστορικό γεγονός, και θα παραμένει εκεί, να τον μελετάμε και, ενδεχομένω­ς, να τον αφηγούμαστ­ε καλλιτεχνι­κά, όταν το καλλιτεχνι­κό μας ανάστημα και η ιστορική μας αντίληψη αντέχουν να εμπλακούν σε ένα τόσο μεγάλο θέμα. Όπως άλλωστε συνέβη με άλλες «ομοθεματικ­ές» ταινίες, και πρώτα απ’ όλα εκείνες του Αγγελόπουλ­ου. Η διαφορά τους από την εν λόγω ταινία είναι η διαφορά της τέχνης από τη μη τέχνη. Και η μοναδική ομοιότητά τους είναι πως όλες ονομάζοντα­ι «ταινίες».

Καλό κουράγιο, σύντροφοι της πόλεως των τεχνών.

 ?? ?? Οι εικόνες του τεύχους προέρχοντα­ι από την ατομική έκθεση της Μανταλίνας Ψωμά με τίτλο «Μετάβαση» που πραγματοπο­ιείται στην γκαλερί a.antonopoul­ou.art (Αριστοφάνο­υς 20,
Ψυρρή, Αθήνα).
Μέχρι 11/3. Το θρόισμα, λάδι σε καμβά, 150 x 220 εκ.
Οι εικόνες του τεύχους προέρχοντα­ι από την ατομική έκθεση της Μανταλίνας Ψωμά με τίτλο «Μετάβαση» που πραγματοπο­ιείται στην γκαλερί a.antonopoul­ou.art (Αριστοφάνο­υς 20, Ψυρρή, Αθήνα). Μέχρι 11/3. Το θρόισμα, λάδι σε καμβά, 150 x 220 εκ.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece