«Αν κερδίσεις, κερδίζω»
Στη Γαλλία η μεταστροφή καθυστέρησε. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, μια μικρή ομάδα τεχνοκρατών συγκροτήθηκε γύρω από τον Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, τον σημερινό διοικητή της Τράπεζας της Γαλλίας και τότε επικεφαλής του γραφείου του υπουργού Οικονομίας, Οικονομικών και Βιομηχανίας Ντομινίκ Στρος-Καν. Δήλωσαν τη ρήξη τους με την «παλιά φρουρά», όπως τον Ζαν-Κλοντ Τρισέ, που τότε υπηρετούσε ως διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας. Για τη νέα γενιά των 40άρηδων του υπουργείου Οικονομικών η μάχη κατά του πληθωρισμού είχε κερδηθεί: δεν επρόκειτο πια παρά για μια μακρινή ανάμνηση. Αντιθέτως, η λεγόμενη γενιά του «ανταγωνιστικού αποπληθωρισμού», που βρισκόταν σε θέσεις ευθύνης στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και στην οποία ανήκε ο Τρισέ, υπέφερε ακόμη από «το τραύμα της δεκαετίας του 1970 και του υπερπληθωρισμού: μια αρρώστια που πραγματικά κολλάει στο πετσί σου», όπως μας εξηγεί ανώτατος αξιωματούχος του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος θέλει να κρατήσει την ανωνυμία του, καταφεύγοντας ωστόσο στην υπερβολή, καθώς ο όρος «υπερπληθωρισμός» υποδηλώνει πληθωρισμό που ξεπερνά το όριο του 50%.
Η νέα γενιά του υπουργείου Οικονομικών θα υποστηρίξει πως η σύνδεση των κρατικών ομολόγων με τον πληθωρισμό όχι μόνο δεν συμβάλλει στην άνοδο των τιμών, αλλά, αντιθέτως, κατοχυρώνει την προτεραιότητα της μάχης κατά του πληθωρισμού. Με άλλα λόγια, παραχωρώντας στους επενδυτές προστασία κατά της διάβρωσης της αξίας του χαρτοφυλακίου τους, το υπουργείο Οικονομικών ποντάρει τα χρήματα της Γαλλικής Δημοκρατίας στην αυστηρότητα μιας νομισματικής πολιτικής που βρίσκεται πλέον στα χέρια μιας ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας. Οι τόνοι ανέβαιναν ανάμεσα στους καινοτόμους του υπουργείου