Φοροελαφρύνσεις για το 95% από τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και για το 5% από τη Ν.Δ.
Φορολογικά μέτρα ελάφρυνσης των μισθωτών, των αγροτών, των αυτοαπασχολούμενων και των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, που αγγίζουν τα 3 με 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ, περιλαμβάνονται στο προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. (για τα ίδια μέτρα η κοστολόγηση Σκέρτσου φτάνει στα 4,47 δισεκατομμύρια ευρώ…). Ειδικότερα πρόκειται για:
1. Μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα καύσιμα στον κατώτερο συντελεστή της Ε.Ε. (πετρέλαιο κίνησης, πετρέλαιο θέρμανσης, βενζίνη, φυσικό αέριο): 1,5 δισ. ανά έτος.
2. Μη καταβολή ΕΦΚ στο αγροτικό πετρέλαιο: 160 εκατ. ανά έτος.
3. Μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα: 960 εκατ. ανά έτος συνολικά.
Η κοστολόγηση αυτή είχε δοθεί από την αξιωματική αντιπολίτευση στη δημοσιότητα λίγο μετά την ανακοίνωση των σχετικών προτάσεων από τον Αλέξη Τσίπρα στο πλαίσιο της ΔΕΘ. Σ’ αυτά πρέπει να αθροιστεί και το κόστος για τα δημόσια ταμεία που θα προκύψει από την άνοδο του αφορολόγητου στις 10.000 ευρώ για όλους, των αυτοαπασχο
λούμενων και των ελευθέρων επαγγελματιών συμπεριλαμβανομένων, μέτρο που εκτιμάται πως θα ελαφρύνει τα φορολογικά βάρη των μικρομεσαίων κατά 400 εκατομμύρια ευρώ περίπου. Επιπλέον, παρόμοιο κόστος θα έχει και η προστεθείσα κατάργηση του φόρου επιτηδεύματος, που με βάση τον προϋπολογισμό του 2023 ανέρχεται σε 443 εκατομμύρια ευρώ συνολικά. Δηλαδή περί τα 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Επιπλέον, στα μέτρα αυτά θα πρέπει να συνυπολογιστούν και τα σχετιζόμενα με το πρόγραμμα ελάφρυνσης και εξυπηρέτησης του ιδιωτικού χρέους. Στο σχετικό πακέτο που έχει εξαγγελθεί περιλαμβάνεται η ρύθμιση σε 120 δόσεις και για χρέη προς το Δημόσιο με διαγραφή μέρους τους, μέτρο που μάλλον έσοδα θα φέρει στα κρατικά ταμεία, παρά δαπάνη.
Για τα μέτρα αυτά, στην κοστολόγηση που έδωσε προ δεκαημέρου ο Άκης Σκέρτσος στη δημοσιότητα (και την οποία η ηγεσία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους διέψευσε ότι έκανε), υπολογίζεται πως η εφαρμογή των προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. από μια προοδευτική κυβέρνηση θα έχει τα εξής κόστη για το δημόσιο ταμείο:
1. Αφορολόγητο στις 10.000 ευρώ για όλους (ελεύθερους επαγγελμα
τίες, μισθωτούς, συνταξιούχους, αγρότες, εργαζόμενους με μπλοκάκι): 455 εκατομμύρια ευρώ.
2. Μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα στον χαμηλότερο συντελεστή: 1.490 εκατ.
3. Μείωση του ΕΦΚ στα καύσιμα στον κατώτερο συντελεστή της Ε.Ε.: 2.014 εκατ.
4. Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος: 443 εκατ.
5. Κατάργηση του ΕΦΚ στο αγροτικό πετρέλαιο (αναφέρεται ελάχιστο εκτιμώμενο κόστος): 76 εκατ.
Σύνολο: 4,478 δισεκατομμύρια ευρώ - πάντα κατά την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Από την ανάγνωση και μόνο των μέτρων είναι εμφανές ότι οι φορολογικές ελαφρύνσεις αφορούν το 95% των φορολογουμένων και κυρίως, σε συνδυασμό με τα μέτρα διευθέτησης του ιδιωτικού χρέους, θα αυξήσουν σημαντικά το διαθέσιμο εισόδημα της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών. Αυτό με τη σειρά του θα έχει ευεργετικές επιπτώσεις στην ιδιωτική κατανάλωση και κατά συνέπεια στη μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ.
Φορολόγηση των υπερκερδών
Στο πακέτο των εξαγγελθέντων μέτρων από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. περιλαμβάνεται και η φορολόγηση με συντελεστή 90% των υπερκερδών των διυλιστηρίων, των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας και όσων κερδοσκόπησαν ασυστόλως εκμεταλλευόμενοι την ενεργειακή κρίση και το παιχνίδι με τις τιμές. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που είχαν γίνει πριν ολοκληρωθεί το 2022, το ποσό που θα εισπραχθεί από το Δημόσιο από τη φορολόγηση αυτή θα ανέλθει σε περισσότερα από 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σημαντική αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος για τα νοικοκυριά θα επιφέρει το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και θα χρηματοδοτήσει την ιδιωτική κατανάλωση και την ανάπτυξη
Ελάφρυνση του κεφαλαίου από τη Ν.Δ.
Σε αντίθεση με τα του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., το σύνολο (πλην δύο) των εξαγγελθέντων προγραμματικών μέτρων της Ν.Δ. από τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο μέτωπο της φορολογίας αποσκοπεί στην ελάφρυνση του κεφαλαίου, κάτι που κατά σύστημα έκανε και στην τετραετία 2019-2023 η κυβέρνηση Μητσοτάκη (μείωση φορολογικού συντελεστή φορολόγησης Α.Ε. και μερισμάτων, αύξηση στις 800.000 ευρώ ανά γονέα και τέκνο του αφορολόγητου των γονικών παροχών).
Στο πλαίσιο αυτό, ο Κ. Μητσοτάκης εξήγγειλε:
1. Αύξηση του αφορολογήτου ορίου κατά 1.000 ευρώ
(χωρίς όμως να περιλαμβάνει