Να φορολογηθούν τα υπερκέρδη, να μην αποθαρρυνθούν οι νέες τεχνολογίες
Αλλο μοντέλο εργασίας, ανάταξη εργασιακών σχέσεων, αξιοποίηση του πρόσθετου πλούτου για χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης και άσκηση ελέγχου των νέων τεχνολογιών από προοδευτικά κινήματα, συνδικάτα και κυβερνήσεις είναι τα ζητούμενα
Το ερώτημα επανέρχεται σχεδόν καθημερινά: Οι τεχνολογίες της λεγόμενης τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης είναι ευλογία ή κατάρα για τους εργαζόμενους; Μάλλον το δεύτερο θα απαντούσαμε αυθόρμητα, δεδομένου ότι μέχρι το 2030 εκτιμάται πως τα ρομπότ θα αυτονομηθούν λειτουργικά και θα αντικαταστήσουν το 38% των θέσεων εργασίας - με απώλεια μισθών της τάξης των 15 τρισ. ευρώ (Σ. Ρομπόλης, «Ρομπότ και εργασία», 2017).
Πράγματι, «εκπρόσωποι των κυρίαρχων κύκλων βλέπουν τις νέες τεχνολογίες σαν τον από μηχανής θεό που θα ενσαρκώσει την ουτοπία για έναν καπιταλισμό χωρίς εργαζόμενους, όπου η ανθρώπινη εργασία υποκαθίσταται από τα ρομπότ. Και θα αναβαθμίσει την επιτήρηση των επικίνδυνων τάξεων - το παλιό όνειρο του Μπένθαμ. Όλα αυτά περιέχουν έναν σπόρο αλήθειας» αναφέρει στην ΑΥΓΗ της Κυριακής ο αναλυτής Πέτρος Παπακωνσταντίνου, συγγραφέας του «Άνθρωποι και Ρομπότ» (2020). Ο CEO της IBM εκτίμησε, για παράδειγμα, πως το 30% των λειτουργιών «back-office» θα εξαφανιστεί σε πέντε χρόνια. Ο Π. Παπακωνσταντίνου, ωστόσο, δεν υιοθετεί την τεχνο-αισιοδοξία αλλά «ούτε και τον τεχνο-πεσιμισμό που βρίσκει απήχηση στους κόλπους αριστερών διανοούμενων. Τα ρομπότ, οι αλγόριθμοι Τεχνητής Νοημοσύνης, είναι επιτεύγματα της ανθρώπινης εργασίας αλλά, όπως όλα, στα χέρια του κεφαλαίου μπορεί να χρησιμοποιηθούν εναντίον των δημιουργών τους». Αντιθέτως, σημειώνει η Διάνα Βουτυράκου, θα έπρεπε το όφελος κοινωνικού συνόλου να είναι το ζητούμενο, αφού «πρόκειται για τεχνολογία που δημιουργείται από τον άνθρωπο για τον άνθρωπο όχι ως οντότητα, αλλά ως σύνολο». Από μια άποψη, μάλιστα, πάσχουμε από ελλιπή εισαγωγή της Τεχνητής Νοημοσύνης και της Ρομποτικής που θα μπορούσε, υπό τον έλεγχο προοδευτικών κινημά
των, συνδικάτων και κυβερνήσεων να καταλήξει προς όφελος των εργαζομένων, απαλλάσσοντάς τους από άχαρες δουλειές. Όταν όμως το κεφάλαιο «αξιοποιεί» τα «σκοτωμένα» μεροκάματα και τις άθλιες/ελαστικές συνθήκες εργασίας (Ελλάδα), δεν έχει κίνητρο να επενδύσει σε καινοτόμες τεχνολογίες.
Ο Π. Παπακωνσταντίνου δηλώνει επιφυλακτικός απέναντι στη θέσπιση του «οικουμενικού εγγυημένου εισοδήματος» ή την πρόταση ορισμένων για φορολόγηση των ιδιοκτητών ρομπότ. Το βασικό εισόδημα, που υποστηρίζουν και οι νεοφιλελεύθεροι, «κρύβει την αγωνία του καπιταλισμού να εξασφαλίσει την ελάχιστη κατανάλωση από την πλευρά των λαϊκών τάξεων. Παραπέμπει στην κουλτούρα των vouchers και απαλλάσσει την Πολιτεία από κάθε υποχρέωση προς τους πολίτες. Ένα πραγματικά εγγυημένο εισόδημα παραείναι ωραίο για να είναι αληθινό. Αν είχαν τέτοια δύναμη τα συνδικάτα, γιατί να μην διεκδικούσαμε τα πάντα; Από την άλλη, πρέπει να μιλήσουμε για φορολογία των υπερκερδών των μεγάλων επιχειρήσεων συνολικά, όχι να αποθαρρύνουμε τις επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες». Σύμφωνα με τη Διάνα Βουτυράκου, «πρέπει να διεκδικήσουμε άλλο μοντέλο εργασίας, με λιγότερες ώρες δουλειάς, χωρίς μείωση αποδοχών, ή/και τετραήμερη εργασία, η οποία ήδη εφαρμόζεται σε κάποιες χώρες με θετικά αποτελέσματα».
Στον αντίποδα ενός νεολουδιτισμού, η ανάταξη των εργασιακών σχέσεων, η αξιοποίηση του πρόσθετου πλούτου για χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφάλισης και η άσκηση εργατικού ελέγχου στην αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών συνιστούν προϋπόθεση ώστε να μην είναι οι εργαζόμενοι οι χαμένοι (και) της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης.