O αιώνας των κρίσιμων ορυκτών
Τα σύνορα των στρατηγικών ζωνών του κόσμου επαναχαράσσονται με βάση όχι πια το πετρέλαιο, αλλά τα κρίσιμα ορυκτά από τα οποία παράγονται τα νέα πολύτιμα μέταλλα της ενεργειακής μετάβασης. Όμως σ’ έναν άπληστο κόσμο, διψασμένο για ενέργεια και κέρδος, ποιος θα πληρώσει το πανάκριβο περιβαλλοντικό αντίτιμο;
Οκόσμος πάει μπροστά, αλλά σήμερα, για να πάει μπροστά, πρέπει να γυρίσει πίσω. Αν ο 20ός αιώνας ήταν ο αιώνας του πετρελαίου και των ορυκτών καυσίμων για κίνηση και παραγωγή ενέργειας, ο 21ος προδιαγράφεται να είναι ο αιώνας των μετάλλων. Ηλεκτροκίνηση και ανανεώσιμες πηγές βασίζονται στη πρόσβαση σε μια σειρά «κρίσιμων» μετάλλων για να λειτουργήσουν και να αποδώσουν. Το παγκόσμιο σαφάρι για τ’ αναντικατάστατα αυτά στοιχεία της ενεργειακής μετάβασης έχει αρχίσει επαναχαράσσοντας τα σύνορα των στρατηγικών ζωνών του κόσμου.
Οι τεχνολογίες της ενεργειακής μετάβασης, ανάμεσά τους οι ανεμογεννήτριες, οι ηλιακοί συλλέκτες, τα ηλεκτροκίνητα οχήματα αλλά και τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, βασίζονται σε ζωτικό βαθμό στην επαρκή πρόσβαση σε αυτά τα κρίσιμα μέταλλα, όπως ο χαλκός, το λίθιο, το νικέλιο, το κοβάλτιο, ο γραφίτης, οι σπάνιες γαίες, τα δυσεύρετα μέταλλα που υπάρχουν σε εξαιρετικά μικρές συγκεντρώσεις στον πλανήτη. Καθώς η ζήτησή τους εκτοξεύεται στα ύψη και οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν όλο και συχνότερα την προμήθειά τους από την άποψη τόσο της οικονομικής όσο και
της εθνικής ασφάλειας, η απρόσκοπτη λειτουργία των αλυσίδων εφοδιασμού έχει αναχθεί τελευταία σε κορυφαίο πολιτικό ζήτημα, ιδιαίτερα στον αναπτυγμένο κόσμο. Για να υποστηριχθεί η μετάβαση των οικονομιών στην «καθαρή ενέργεια», οι κυβερνήσεις θεσπίζουν μέτρα για την ενίσχυση των εγχώριων ή «φίλιων» αλυσίδων εφοδιασμού, τα οποία φυσικά υποστηρίζονται συχνά από σημαντική ροή κυβερνητικού χρήματος. Αλλά ποια είναι αυτά τα σύγχρονα πολύτιμα μέταλλα, γιατί είναι τόσο σημαντικά και πού βρίσκονται;
Ο νέος «χρυσός»
Για τους ειδικούς δεν υπάρχει ξεκάθαρος, καθολικής αποδοχής ορισμός ή συγκεκριμένη λίστα για τα «κρίσιμα ορυκτά». Το Αμερικανικό Γεωλογικό Ινστιτούτο εκδίδει έναν σχετικό κατάλογο κάθε χρόνο, όπως ορίζεται από τον Νόμο για την Ενέργεια του 2020, με βάση τρεις αξιολογήσεις: Μια ποσοτική, στην οποία, με βάση τα δεδομένα, περιλαμβάνονται μέταλλα των οποίων η προσφορά θεωρείται επισφαλής, μια ημιποσοτική, που εστιάζει στα προβλήματα των σχετικών αλυσίδων εφοδιασμού, και μια ποιοτική, όταν οι δύο άλλες αξιολογήσεις
δεν είναι δυνατές. Με βάση τα παραπάνω κριτήρια, ο τελικός κατάλογος κρίσιμων ορυκτών του 2022 περιλαμβάνει συνολικά 50 μέταλλα και ορυκτά, ανάμεσά τους τα αλουμίνιο, κοβάλτιο, γραφίτη, ιρίδιο, λίθιο, μαγνήσιο, νικέλιο, νιόβιο, λευκόχρυσο, κασσίτερο, τιτάνιο, βολφράμιο και ψευδάργυρο. Κατά τον Λευκό Οίκο, πρόκειται για στοιχεία που είναι «αναγκαία για την οικονομική ή εθνική ασφάλεια, ενώ η διαθεσιμότητά τους είναι ευάλωτη σε διαταραχές».
Αλλες χώρες έχουν διαφορετικά κριτήρια για το ποια ορυκτά είναι κρίσιμης σημασίας με βάση τα μοναδικά γεωλογικά, εμπορικά ή άλλα χαρακτηριστικά τους. Έτσι, από το 2020, 73 ορυκτά έχουν χαρακτηριστεί ως κρίσιμης σημασίας σε 25 διαφορετικές αξιολογήσεις ανά τον κόσμο. Ένα υποσύνολο των κρίσιμων μετάλλων βρίσκονται στον πυρήνα της ενεργειακής μετάβασης και απαιτούνται σε τεράστιες ποσότητες. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η μέση ποσότητα ορυκτών πόρων που απορροφά η κατασκευή μιας νέας μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές της ίδιας δυναμικότητας με μια αντίστοιχη θερμοηλεκτρική έχει αυξηθεί κατά 50% συγκριτικά με το 2010. Ενδεικτικά, για την παραγωγή ίσης
ποσότητας ενέργειας, τα φωτοβολταϊκά συστήματα χρειάζονται 40 φορές περισσότερο χαλκό σε σύγκριση με τις γεννήτριες που κινούνται από καύση ορυκτών καυσίμων, ενώ για την αιολική ενέργεια χρειάζεται ώς και 14 φορές περισσότερος σίδηρος. Για να καλυφθεί η αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για τεχνολογίες πράσινης ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της μαζικής μετάβασης σε συστήματα συσσωρευτών, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι θα χρειαστούν 3 δισεκατομμύρια τόνοι κρίσιμων στρατηγικών ορυκτών μέχρι το 2050.
Αναζητώντας ασφάλεια
Υπό την αυξανόμενη πίεση της κοινής γνώμης, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιλαμβάνονται ότι η προσφορά για κρίσιμα ορυκτά πρέπει να αυξηθεί γρήγορα, διαφορετικά οι δεσμεύσεις για περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα μείνουν κούφιες υποσχέσεις. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της εταιρείας συμβούλων White & Case, η ζήτηση για λίθιο αναμένεται να τετραπλασιαστεί έως το 2030 σε δύο εκατομμύρια τόνους ετησίως αλλά με τον τρέχοντα ρυθμό εξόρυξης και παραγωγής η ετήσια προσφορά θα υπολείπεται κατά 700.000