Αρχή του τέλους για τα ορυκτά καύσιμα
Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) προβλέπει πως η κορύφωση κατανάλωσης πετρελαίου και φυσικού αερίου θα έρθει μέσα στη δεκαετία που διανύουμε
Η κινεζική πετρελαϊκή Sinopec, ωστόσο, εξασφάλισε πρόσφατα 150 άδειες εικοσαετούς διάρκειας στη Σρι Λάνκα Την
ώρα που η κλιματική καταστροφή γίνεται όλο και πιο αισθητή με μια σειρά από ακραία μετεωρολογικά φαινόμενα, δεν είναι πια μόνο οι περιβαλλοντικές οργανώσεις και οι επιστήμονες αλλά και διεθνείς οργανισμοί που έρχονται να υπογραμμίσουν την ανάγκη μετάβασης σε νέους τρόπους παραγωγής, μακριά από την οικονομία του πετρελαίου.
Για πρώτη φορά ο κατεξοχήν αρμόδιος διεθνής οργανισμός, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ), προβλέπει πως η κορύφωση της κατανάλωσης πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν θα έρθει κάποια στιγμή στο απώτερο μέλλον, αλλά μέσα στη δεκαετία που διανύουμε, πριν φτάσουμε στο 2030. Η ΙΕΑ εκτιμά πως η κατανάλωση των τριών σημαντικότερων υδρογονανθράκων θα αρχίσει να μειώνεται πολύ σύντομα εξαιτίας της ραγδαίας εξάπλωσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και των ηλεκτρικών οχημάτων.
«Γινόμαστε μάρτυρες της αρχής του τέλους για την εποχή των ορυκτών καυσίμων και προετοιμαζόμαστε ήδη για την επόμενη εποχή» σημειώνει ο επικεφαλής της υπηρεσίας Φατίχ Μπιρόλ, τονίζοντας ότι οι προβλέψεις της υπηρεσίας για το άμεσο μέλλον θα δοθούν επισήμως στη δημοσιότητα τον επόμενο μήνα. Τα συμπεράσματα της έκθεσης, όπως υποστηρίζει, αποδεικνύουν ότι οι πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης αρχίζουν να αποδίδουν.
Στο άρθρο του για την εφημερίδα Financial Times, o Μπιρόλ χαιρετίζει ένα «ιστορικό σημείο καμπής», όπως το χαρακτηρίζει, καλώντας όμως παράλληλα τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο να επιταχύνουν άμεσα την ενεργειακή μετάβαση και να μειώσουν τις εκπομπές αερίων παρά τα πολιτικά εμπόδια που συναντά η προσπάθεια απεξάρτησης από τον άνθρακα.
Μόλις πέρσι η ΙΕΑ, οργανισμός που χρηματοδοτείται κυρίως από τον ΟΟΣΑ, είχε προβλέψει ότι η κορύφωση της παγκόσμιας κατανάλωσης καυσίμων θα ερχόταν «κάπου κοντά στο 2030». Τώρα αναθεωρεί τις προβλέψεις της διαπιστώνοντας μια έντονη στροφή στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας μέσα στον τελευταίο χρόνο.
Στροφή της Κίνας
Ο Μπιρόλ διαπιστώνει επίσης «δομικές μετατοπίσεις» στην κινεζική οικονομία, η οποία πλέον μετακινείται από τη βαριά βιομηχανία σε λιγότερο ενεργοβόρες βιομηχανίες και υπηρεσίες. «Την τελευταία δεκαετία, η Κίνα ευθύνεται για το ένα τρίτο της αύξησης στη ζήτηση φυσικού αερίου και για τα δύο τρίτα της αύξησης στη ζήτηση πετρελαίου» σημειώνει.
Από δω και στο εξής, όμως, η ηλιακή, η αιολική αλλά και η πυρηνική ενέργεια θα απορροφήσουν το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αύξησης, μειώνοντας δραστικά την κατανάλωση ορυκτών καυσίμων στην ασιατική χώρα.
Ο επικεφαλής της ΙΕΑ καλεί τις κυβερνήσεις να επιδείξουν «ευστροφία» στην ενεργειακή μετάβαση, που, όπως υποστηρίζει, θα μπορούσε να ενισχυθεί από στοχευμένα πολιτικά μέτρα. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν εξαγγείλει τους τελευταίους μήνες φιλόδοξα προγράμματα, προκαλώντας ωστόσο επικρίσεις από πολιτικούς αντιπάλους για το υψηλό κόστος της μετάβασης. Η Ρομπέρτα Μέτσολα, πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, προειδοποίησε στις αρχές του μήνα ότι η κλιματική πολιτική των Βρυξελλών διακινδυνεύει να σπρώξει τους ψηφοφόρους προς λαϊκιστικά κόμματα, ενώ στη Βρετανία η κυβέρνηση των Τόρις επέκρινε την επέκταση των ζωνών χαμηλών εκπομπών στο Λονδίνο από τις δημοτικές Αρχές.
Επιθέσεις και από τον ΟΠΕΚ
Οι περισσότερες επικρίσεις προέρχονται φυσικά από το καρτέλ των πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Ο ΟΠΕΚ κατηγόρησε πρόσφατα την ΙΕΑ ότι τροφοδοτεί την «αστάθεια» στις αγορές με τις συνεχείς εκκλήσεις της για τερματισμό των επενδύσεων σε νέα σχέδια εξορύξεων ορυκτών καυσίμων.
«Οι πετρελαϊκές εταιρείες ίσως να μην κρίνουν εσφαλμένα μόνο
την κοινή γνώμη αλλά και την αγορά αν περιμένουν περαιτέρω ανάπτυξη της ζήτησης πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσα στη δεκαετία» απαντά τώρα στο άρθρο του ο Μπιρόλ. Νέες εξορύξεις, όπως τονίζει, δεν εμπεριέχουν όμως μόνο μεγάλους περιβαλλοντικούς κινδύνους αλλά και «τεράστια οικονομικά ρίσκα»».
Ο ίδιος κλείνει το άρθρο του καλώντας τις κυβερνήσεις να μην εφησυχάσουν, αλλά να εντείνουν τις προσπάθειές τους με στόχο την ενεργειακή μετάβαση. «Μπορούμε να την επιταχύνουμε αν εφαρμόσουμε νέες πολιτικές. Είναι στο χέρι μας» επισημαίνει.
Και πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά; Έπειτα από το απόγειό τους στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, οι εκπομπές αερίων που προκαλούν την υπερθέρμανση του πλανήτη πρέπει να μειωθούν δραστικά και πολύ γρήγορα. Αν η ανθρωπότητα θέλει να έχει την παραμικρή πιθανότητα να περιορίσει την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά μόλις 1,5 βαθμούς σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα…