Για την αρχή της επανάληψης
Η έκθεση «Επαναλήψεις ΙΙ» πραγματεύεται, όπως δηλώνει και ο τίτλος της, το φαινόμενο της επανάληψης σαν ένα δίχτυ ενδοσκοπικού διαλογισμού πάνω στο χθες και στο τώρα αλλά και σαν έναν καθρέφτη της αποκαλυπτικής δύναμής του
Βιώνουμε
τα τελευταία χρόνια, με έναν απρόβλεπτα βίαιο τρόπο, την ανατροπή της σταθερής ρυθμικότητας της καθημερινότητάς μας. Νιώθουμε μέσα στην πανδημία, στις μετωπικές συγκρούσεις τρένων, στις πυρκαγιές και στις επακόλουθες πλημύρες αβοήθητοι από τις ανύπαρκτες Αρχές προστασίας του πολίτη, που αδιαφορούν για τις μελέτες και τις προειδοποιήσεις των ειδικών και μας αφήνουν, όσους και όσες διαθέτουμε έξυπνα κινητά, με το μήνυμα του 112 να τα βγάλουμε πέρα μόνοι μας. Χωρίς να γνωρίζουμε τι θα ακολουθήσει. Προσπαθούμε με μοναδικό, πολύτιμο εφόδιο την ανθρώπινη αλληλεγγύη να διασώσουμε μέσα στα αποκαΐδια των αθωράκιστων δασών ή στα λασπόνερα των μπαζωμένων ποταμών και ρεμάτων ό,τι απόμεινε από το βιος μας. Και συνεχίζουμε να επιζητούμε και να εφαρμόζουμε, όπου και όπως μπορούμε, όπως και στα μικράτα μας, τα τελετουργικά της επανάληψης για να κρατηθούμε μέσα στην ασφάλεια της κυκλικής της ροής στη ζωή. Να αναζητούμε τις ακολουθίες τους, που θα μας επιτρέψουν να πορευτούμε πάνω στα αρχετυπικά μωσαϊκά του παρόντος και του μέλλοντος.
Η αρχή της επανάληψης ως μοτίβο της Τέχνης
Η αρχή της επανάληψης εφαρμόστηκε από την αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή σαν ένα μοτίβο της Τέχνης, ικανό να μας οδηγήσει στα σημαίνοντα της καλλιτεχνικής πράξης, να μας παρασύρει μέσα στην ψευδαίσθητη κίνηση των γεωμετρικών της συνθέσεων. Η έκθεση «Επαναλήψεις ΙΙ», που προβάλλεται στη Citronne Gallery, στο Κολωνάκι, σαν οργανική συνέχεια της έκθεσης «Επαναλήψεις Ι» στον Πόρο (που θα λειτουργήσει παράλληλα έως τις 17 Σεπτεμβρίου), πραγματεύεται, όπως δηλώνει και ο τίτλος της, το φαινόμενο της επανάληψης σαν ένα δίχτυ ενδοσκοπικού διαλογισμού πάνω στο χθες και στο τώρα αλλά και σαν έναν καθρέφτη της αποκαλυπτικής δύναμής του. Βλέπουμε «υφαντά» πλεγμένα με υφασμάτινες μαύρες και κόκκινες βιομηχανικές, ανακλαστικές ταινίες να δένουν τη μακραίωνη παράδοση με το εφήμερο σήμερα, την αντοχή με την ευθραυστότητα της ύλης.
Κόκκινες κουρτίνες από σπάγκο φτιαγμένες με επιμονή και υπομονή, σαν τις δαντέλες των γιαγιάδων μας. Και αιωρούμενες συνθέσεις από ευτελή, χρησιμοποιημένα φακελάκια του τσαγιού, που θυμίζουν με τον χρωματισμό αλλά και με τη διάταξή τους τις λεπτεπίλεπτες συνθέσεις της Άπω Ανατολής. Επιχειρούμε να διαβάσουμε κείμενα αποτυπωμένα με μαύρο καρμπόν σε αλλεπάλληλα στρώματα ως οπτικά ίχνη της γραφής που αποκτά αίφνης, μέσα από την ίδια την τελετουργική σχεδόν διαδικασία δημιουργίας της, μια αυτόνομη οντότητα.
Ερχόμαστε αντιμέτωποι με μαρμάρινες, βυζαντινότροπες στήλες, που φέρουν πάνω τους περίτεχνα χαραγμένα, επιχρυσωμένα και επαναλαμβανόμενα ρυθμικά, όπως σε μια επίκληση, γεωμετρικά στοιχεία. Στεκόμαστε μπροστά σε μανιτάρια σχηματισμένα με μεταποιημένα χειροποίητα βιβλία, βαμμένα με κίτρινες και πορτοκαλί σκόνες παστέλ, που ανακαλούν στη μνήμη τον πυρηνικό όλεθρο κάθε πολιτισμικής δραστηριότητας. Και σε σμιλεμένα σε ξύλο, με αφαιρετικές επαναλαμβανόμενες φόρμες πλασμένα ομοιώματα που φέρουν στον νου πρωτογονικά ειδώλια της αφρικανικής γλυπτικής.
Αντικρίζουμε παλιά φύλλα καπνού, ανηρτημένα το ένα δίπλα στο άλλο, που ακόμα αναδίνουν την έντονη, σαγηνευτική μυρωδιά τους, με τους αριθμούς των λογαριασμών να μεταφέρουν μέχρι τις μέρες μας την αγωνία για επιβίωση. Εισδύουμε, όπως στους προϊστορικούς δίσκους, σε μια αχτιδωτά γραμμένη ξανά και ξανά, ποτισμένη με κυανές και πορφυρές τονικότητες, πανομοιότυπη φράση για το τέλος του κόσμου που μας έλκει ασυνείδητα και μαγικά με τη δομή και με την καταναγκαστική επαναληπτικότητά της, όπως μια μυστηριακή φόρμουλα στο κέντρο του είναι.