Το 1% του πληθυσμού κατέχει το 25% του πλούτου της Ελλάδας
Η έκθεση Global Wealth Report 2023 της Credit Suisse και της UBS είναι αποκαλυπτική για την ανισότητα σε 36 χώρες
Στα
χέρια λίγων συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου στην Ελλάδα, όπως προκύπτει από νέα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας. Στην Ελλάδα το 10% των πιο πλούσιων φαίνεται να κατέχει το 55,1% του πλούτου, δηλαδή περισσότερο από το ήμισυ, όπως παρουσιάζεται στην έκθεση Global Wealth Report 2023 της Credit Suisse και της UBS. Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 5% κατέχει το 44,2% του πλούτου και το 1% το 25% του πλούτου, δηλαδή το 1/4 του συνολικού πλούτου της Ελλάδας.
Μεταξύ των 36 χωρών που μελετήθηκαν η ανισότητα πλούτου το 2022 κυμαινόταν από 50,8% στη Σλοβακία έως 87,4% στη Σουηδία. Στην Ελλάδα η ανισότητα πλούτου κυμαίνεται στο 68,1%, με την Ισπανία και το Μαυροβούνιο να βρίσκονται πολύ κοντά στα ποσοστά της.
Οι άλλες χώρες
Εξαιρουμένης της Ισλανδίας, η ανισότητα πλούτου ήταν αρκετά υψηλή στις σκανδιναβικές χώρες. Η Φινλανδία, η Δανία, η Νορβηγία και η Σουηδία βρέθηκαν στην κορυφή
του πίνακα, με τη Σουηδία να βρίσκεται στην πρώτη θέση της λίστας. Η Γερμανία είχε την υψηλότερη βαθμολογία ανισότητας πλούτου (77,2) μεταξύ των οικονομικών δυνάμεων των «Big Four» της Ε.Ε., ακολουθούμενη από τη Γαλλία (70,3), την Ισπανία (68,3) και την Ιταλία (67,8). Το Ηνωμένο Βασίλειο, ένα πρώην μέλος της Ε.Ε. που εξακολουθεί να συγκαταλέγεται στις «Big Four» στην ευρωπαϊκή ήπειρο, είχε βαθμολογία 70,2.
Εξετάζοντας την Ευρώπη ευρύτερα, ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες της ανισότητας του πλούτου είναι η σύνθεση
των περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με την Eszter Sandor και τον δρα Carlos Vacas- Soriano, διευθυντές ερευνών στο Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας (Eurofound). Το 2022 η Γερμανία είχε τα χαμηλότερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης, όπου μόνο το 46,5% του πληθυσμού ζούσε σε νοικοκυριό που είχε στην κατοχή του το σπίτι του, σύμφωνα με τη Eurostat. Ο μέσος όρος της Ε.Ε. ήταν 69,1%. Το ποσοστό αυτό ήταν επίσης χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε. στη Σουηδία (64,2%) και στην Τουρκία (57,5%).