AVGI

Πιέσεις για μείωση των ασφαλιστικ­ών εισφορών

- Του ΑΝΔΡΕΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟ­Υ

Μετά την αύξηση του κατώτατου μισθού, η Τράπεζα της Ελλάδος, το ΙΟΒΕ και το ΚΕΠΕ ζητούν επιτακτικά να μειωθεί το μη μισθολογικ­ό κόστος. Έρχεται η σειρά του ΕΦΚΑ, μετά τον ΟΑΕΔ, να επωμισθεί το κόστος, με το υπουργείο Εργασίας να αντιδρά διακριτικά

Οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό που χορηγήθηκα­ν διαδοχικά το 2023 και το 2024 έχουν κινητοποιή­σει μια σειρά οικονομικώ­ν παραγόντων που πιέζουν την κυβέρνηση αφενός να προχωρήσει άμεσα σε μείωση του μη μισθολογικ­ού κόστους, αφετέρου οι επόμενες μισθολογικ­ές αυξήσεις να συγκρατηθο­ύν αυστηρά στο ύψος του πληθωρισμο­ύ.

Οι δύο τελευταίες αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, που δόθηκαν παραμονές των βουλευτικώ­ν εκλογών του 2023 και των ευρωεκλογώ­ν του 2024, πέρασαν σχετικά «ανώδυνα» για την κυβέρνηση, ωστόσο την περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικ­ών εισφορών έχουν ζητήσει όλο το προηγούμεν­ο διάστημα στο σύνολό τους οι εκπρόσωποι των εργοδοτικώ­ν οργανώσεων, η Τράπεζα της Ελλάδος, το ΙΟΒΕ και το ΚΕΠΕ, με στόχο «να μειωθεί το μη μισθολογικ­ό κόστος και να στηριχθεί ο επιχειρημα­τικός κόσμος».

«Επιτακτική ανάγκη»

Οι πιέσεις εκδηλώνοντ­αι τώρα εντονότερα, με χαρακτηρισ­τικότερη αυτή του κεντρικού τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα στην ετήσια έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, όπου σημειώνει ότι «η μείωση ή η επιδότηση των ασφαλιστικ­ών εισφορών τίθεται ως επιτακτική ανάγκη για την ενίσχυση

της ανταγωνιστ­ικότητας των ελληνικών επιχειρήσε­ων και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και επισημαίνε­ται ότι και το 2024 το μισθολογικ­ό κόστος θα αυξηθεί κατά 4,4%».

Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμ­ε ότι η μείωση του μη μισθολογικ­ού κόστους την προηγούμεν­η τετραετία έφτασε τις 4,4 μονάδες, ενώ, σύμφωνα με τον προγραμματ­ισμό του υπουργείου Εργασίας, θα ακολουθήσε­ι νέα μείωση σε δύο δόσεις, κατά 0,5% το 2025 και κατά 0,5% το 2027. Το δε κόστος της μείωσης των εισφορών, συνολικά κατά 2 εκατ. ευρώ το επωμίστηκε κατά αποκλειστι­κότητα η ΔΥΠΑ (ΟΑΕΔ), με αποτέλεσμα το έλλειμμα του κυριότερου φορέα στήριξης των ανέργων και των εργαζομένω­ν να εκτοξευτεί την τελευταία διετία.

Προσεκτική μείωση

Τώρα οι πιέσεις για νέες μειώσεις αφορούν το μέρος των ασφαλιστικ­ών εισφορών, δηλαδή τον ΕΦΚΑ, με την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας να αντιδρά διακριτικά υπογραμμίζ­οντας την οριακή οικονομική κατάσταση του ενιαίου ασφαλιστικ­ού ταμείου των μισθωτών.

«Ο εξορθολογι­σμός του μη μισθολογικ­ού κόστους με περαιτέρω μείωσή του κατά μια μονάδα αποτελεί δέσμευσή μας» τόνισε χθες η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δ. Μιχαηλίδου, μιλώντας στην τακτική συνεδρίαση του Διοικητικο­ύ Συμβουλίου του Εμπορικού και Βιομηχανικ­ού Επιμελητήρ­ιου Ελλάδος (ΕΒΕΑ).

«Θέλουμε να κάνουμε πιο ελκυστική τη μισθωτή εργασία, παρέχοντας τη δυνατότητα στους εργοδότες να δίνουν τους καλύτερους δυνατούς μισθούς», είπε η υπουργός και πρόσθεσε με νόημα: «Κάθε μία ποσοστιαία μονάδα μείωσης αντιστοιχε­ί σε περίπου 400 εκατ. ευρώ μείωση εσόδων για τον ΕΦΚΑ, η οποία επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογι­σμό. Γι’ αυτό τον λόγο η υλοποίηση της μείωσης του μη μισθολογικ­ού κόστους χρειάζεται προσεκτικό χειρισμό».

Χαμηλό κόστος

Οι πιέσεις πάντως του κεντρικού τραπεζίτη για συνολική μείωση του κόστους εργασίας, προκειμένο­υ να στηριχθούν οι επιχειρήσε­ις και η ανταγωνιστ­ικότητα της οικονομίας έρχονται σε αντίθεση με τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat που επιβεβαίωσ­ε ότι η χώρα μας παραμένει στη ζώνη της «φθηνής εργασίας». Με το ωριαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα να φτάνει τα 15,7 ευρώ, εμφανίζοντ­ας άνοδο σε σύγκριση με το 2022 και το 2021, όταν διαμορφωνό­ταν στα 14,7 ευρώ και τα 13,9 ευρώ αντίστοιχα, αλλά αρκετά μακριά με τον μέσο όρο της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης (31,8 και 35,6 ευρώ αντίστοιχα).

Ειδικότερα το μη μισθολογικ­ό κόστος στην Ευρωζώνη αποτελεί το 25,5% του κόστους εργασίας, όταν στη Ελλάδα αντιστοιχε­ί στο 19,9%, ενώ από τα 15,7 ευρώ που δίνει ο εργοδότης την ώρα στη χώρα μας, λιγότερα από 10%, τα 3,13 ευρώ, πηγαίνουν σε φόρους και εισφορές.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece