Τι Λωζάννη, τι Κοζάνη
Δημοκρατία είναι δύο λύκοι κι ένα πρόβατο που ψηφίζουν τι θα φάνε για βραδινό. Ελευθερία είναι ένα καλά οπλισμένο πρόβατο που αμφισβητεί το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας». Υπακούοντας στον αφορισμό του Φραγκλίνου, πολλοί είναι εκείνοι που πήραν το όπλο τους για να υπερασπιστούν ή να αμφισβητήσουν την Ιστορία. Αν κάποιος είχε την υπομονή να συγκεντρώσει όλα όσα ειπώθηκαν τις τελευταίες μέρες για τον ναζισμό, τον κομμουνισμό και τον σταλινισμό θα έγραφε ένα οργουελικό μυθιστόρημα ή θα γύριζε μια ταινία τύπου «Matrix». Ενα συνέδριο στην Εσθονία υπό τη σκέπη της ΕΕ ξανάβγαλε από την πρίζα τον απλουστευτικό μανιχαϊσμό και ανέσυρε μια λιτανεία σκέψεων πάνω στον σκισμένο καμβά του αποδεικτικού υλικού και της τεκμηρίωσης των αριθμών. «Η ιστορία είναι ένας εφιάλτης από τον οποίο προσπαθώ να ξυπνήσω» έγραφε ο Τζόις στον «Οδυσ- σέα του». Κι αυτό γιατί η βία συχνά γίνεται εργαλείο στα χέρια εκείνων που καταργούν τον νόμο, επιτρέποντας στον τρόμο να εγκατασταθεί ως μορφή διακυβέρνησης και ζωής. Για τη γενοκτονία των Εβραίων από τους ναζί επιστρατεύθηκε η επιστήμη, της οποίας όμως η ετυμηγορία ότι δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες φυλές αγνοήθηκε. Οι σφαγές των αμάχων διαπράχθηκαν χωρίς ηθικά διλήμματα, παρόλο που ο θάνατός τους δεν θα συντελούσε στο παραμικρό στο μεγαλείο του Γ΄ Ράιχ. Για τον φασίστα και τον ναζιστή ο πόλεμος είναι λαϊκή γιορτή, η μπότα και η στολή φαλλικά υποκατάστατα και η αποστροφή προς το πνεύμα δεδομένη. «Οταν ακούω για πνευματικό πολιτισμό αρπάζω το όπλο μου» έλεγε ο Γκέρινγκ. Οσοι τα αγνοούν πέφτουν πολύ εύκολα στην παγίδα της μεγάλης σύγχυσης. Μπορούν άνετα να μπερδέψουν τον Αγιο Αυγουστίνο με το Στόουνχεντζ, το μηδέν με το άπειρο, τον κομισάριο με τον γιόγκι. Από κει και πέρα ο ανιστόρητος ψιλικατζής που ονειρεύεται να γίνει ιδιοκτήτης σουπερμάρκετ διανύει την απόσταση που χωρίζει τα δυο μεγάλα πολιτικά συστήματα που σημάδεψαν τον 20ό αιώνα σε κλάσματα δευτερολέπτου και αρχίζει τις ταυτίσεις. Πάνω στη βιασύνη του, ωστόσο, ξεχνά ότι ο σταλινισμός ήταν μια αποτυχημένη εφαρμογή του σοσιαλισμού. Βεβαίως και έγιναν οι δίκες της Μόσχας, φυσικά και υπήρξαν γκουλάγκ και θύματα εν ονόματι της μακιαβελικής λογικής ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
Ολα αυτά όμως έχουν απαντηθεί και έχουν καταχωρηθεί στη θέση που τους αρμόζει. Το θέμα είναι γιατί η Ευρώπη δεν μπορεί να απαλλαγεί από τα φαντάσματα του παρελθόντος της και αμύνεται μεμψιμοιρώντας, όπως ο νευρωσικός στο ψυχαναλυτικό ανάκλιντρο. Ο Ευρωπαίος πολίτης, άπραγος απέναντι σ’ έναν συνοφρυωμένο κόσμο που ρέπει στους συμψηφισμούς σε βάρος της αυτοτέλειας των γεγονότων, οφείλει να ξαναβρεί τα απονεκρωμένα αντανακλαστικά του. Κυρίως να αποκαταστήσει το σύστημα αξιών, που έχει διασυρθεί από έναν πρωτόγονο ισοπεδωτικό μηχανισμό.
Αν κάποιος έβγαινε και έλεγε ευθαρσώς «θέλω να ξανανοίξω το Αουσβιτς, να παρελάσουν πάλι οι μελανοχίτωνες στις ιταλικές πλατείες» ίσως να κατέβαζε τους Ευρωπαίους στους δρόμους. Αλλά η ζωή δεν είναι τόσο απλή. Ο φασισμός μπορεί να επιστρέψει με το πιο αθώο προσωπείο, όπως π.χ. με το καμουφλάζ ενός συνεδρίου που δεν αποσκοπεί στην ιστορική έρευνα αλλά στη νεκρανάσταση επικίνδυνων ιδεολογιών. Απέναντι σε όσους το επιχειρούν πρέπει να είμαστε σκληροί, χωρίς ποτέ να χάνουμε την τρυφερότητά μας. Να θυμόμαστε επίσης πού και πού τον αρχαιοελληνικό μύθο της Σφίγγας. Οταν ο Οιδίποδας τη συνάντησε στον δρόμο της Θήβας κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Εχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε.