Πλεονάσματα και οικονομικά σκάνδαλα… made in Germany
Πρωταγωνίστρια η Γερμανία στα δύο από τα πέντε μεγαλύτερα οικονομικά σκάνδαλα του 2017
Εν συντομία
Τι κι αν η γερμανική αποτελεί τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης; Η Κομισιόν κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τα πρωτογενή πλεονάσματα των 23,7 δισ. ευρώ, τη στιγμή που η χώρα συγκλονίζεται από δύο από τα μεγαλύτερα οικονομικά σκάνδαλα στον πλανήτη.
Γιατί ενδιαφέρει
Η Γερμανία κάθεται στην υψηλή ρευστότητα χωρίς να ρίχνει λεφτά στην εσωτερική αγορά.
Λίγο πριν από την έναρξη της έκτης συνάντησης βραβευμένων με Νόμπελ Οικονομίας που πραγματοποιείται κάθε χρόνο στο Λίνταου της νότιας Γερμανίας η εφημερίδα «Welt» ζήτησε την περασμένη εβδομάδα από 18 οικονομολόγους να συζητήσουν τα τρέχοντα οικονομικά προβλήματα του κόσμου. Μία δεκαετία μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, οι βραβευμένοι με Νόμπελ οικονομολόγοι προειδοποιούν για τον κίνδυνο να ξεσπάσει νέα. Στην Ευρώπη οι ανισότητες παραμένουν και κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί με βεβαιότητα ότι η κρίση χρέους που μαστίζει την ευρωζώνη έχει ξεπεραστεί.
Η ισοτιμία του ευρώ σε σχέση με τον βασικό ανταγωνιστή του, το δολάριο, παραμένει στο 1,17 και στην τιμή του ενσωματώνει από τα τρία μνημόνια που έχει υποστεί η Ελλάδα μέχρι το ανεξάντλητο πρωτογενές πλεόνασμα των Γερμανών, που για το 2016 άγγιξε τα 23,7 δισ. ευρώ. Στα γυάλινα κτίρια των Βρυξελλών έχει σημάνει συναγερμός από τον Φεβρουάριο του 2017. Τότε που δημοσιεύτηκαν τα επίσημα στοιχεία για την πορεία της γερμανικής οικονομίας, η οποία, σημειωτέον, ανά τρίμηνο συνεχίζει να αναπτύσσεται με ρυθμό 0,6%, το επιτόκιο δανεισμού της διαμορφώνεται σε 0,4%, διαθέτει ανεργία μόλις λίγο πάνω από 3%, ο βασικός μισθός ανέρχεται σε περίπου 1.500 ευρώ και το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα ξεπερνάει τις 45.000 ευρώ.
Βεβαίως, η πραγματικότητα για τις χώρες του Νότου και ειδικά για την Ελλάδα είναι τελείως διαφορετική. Εκτοτε το θέμα επανέρχεται συχνά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Με τον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Παπαδημούλη να το αναδεικνύει με κάθε ευκαιρία, υποχρεώνοντας τον αρμόδιο κοινοτικό επίτροπο για την οικονομία Πιερ Μοσκοβισί, μόλις την περασμένη εβδομάδα, να αναγνωρίσει το γερμανικό πλεόνασμα ως αποσταθεροποιητικό παράγοντα για ολόκληρη την ευρωζώνη. Σε έκθεσή της τον περασμένο Φεβρουάριο η Κομισιόν κατέληγε στο συμπέρασμα ότι «το σταθερά υψηλό πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αντανακλά αποταμίευση που υπερβαίνει τις επενδύσεις, γεγονός που θα μπορούσε να περιορίσει τις δυνατότητες ανάπτυξης της Γερμανίας και να επηρεάσει την αποκατάσταση της ισορροπίας και τις προοπτικές ανάπτυξης στην υπόλοιπη ζώνη του ευρώ».
Μιλώντας στο Documento ο κ. Παπαδημούλης αναφέρει πως «ο Μοσκοβισί έκανε ένα βήμα παραπάνω. Ωστόσο, για να ασκηθεί μεγαλύτερη πίεση θα πρέπει να αλλάξουν ταυτόχρονα η στάση της Ιταλίας και της Γαλλίας απέναντι στο ζήτημα αυτό (σ.σ.: η καθεμία χώρα για δικούς της λόγους δεν το πράττει – λόγω του υψηλού χρέους η Ιταλία, λόγω των υπερβολικών ελλειμμάτων η Γαλλία). Στο ερώτημα τι θα σήμαινε για την ελληνική οικονομία αν η Γερμανία διαχειριζόταν διαφορετικά τα πρωτογενή πλεονάσματά της, η απάντηση του κ. Παπαδημούλη είναι ότι «η αύξηση της εσωτερικής ζήτησης στη χώρα της κ. Μέρκελ και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα σήμαινε περισσότερες επενδύσεις σε υποδομές, μεγαλύτερο εισόδημα για τους Γερμανούς τουρίστες, αύξηση του τουρισμού, για παράδειγμα, στην Ελλάδα». Επίσης, «αν η Γερμανία ισορροπούσε τα δημόσια οικονομικά της, θα σήμαινε ταυτόχρονα περαιτέρω αύξηση των ελληνικών εξαγωγών».
Με τα λεφτά των άλλων
Προς επίρρωση των παραπάνω ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, σιωπώντας συνεχώς στα κελεύσματα της Κομισιόν να διορθώσει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες που απορρέουν από τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, προτείνει το ακριβώς αντίθετο. Οπως έγραψε η «Bild» την περασμένη εβδομάδα, η Γερμανία να μη δώσει ούτε σεντ για τη βοήθεια των χωρών του Νότου (κάτι που μπορεί να γίνει μέσα από τις επενδύσεις και το εμπόριο), αλλά το κόστος να αναλάβει ο ESM, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, με δικά του κεφάλαια!
Το ερώτημα που τίθεται σε κάθε περίπτωση, πάντως, είναι πώς καταφέρνει η Γερμανία να εμφανίζει τόσο μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα. Είναι όλα τόσο ανέφελα;
Στις 17 Ιουλίου οι «Financial Times» σε αποκαλυπτικό δημοσίευμά τους ανεδείκνυαν το γεγονός ότι οι γερμανικές τράπεζες παρά τα χαμηλά επιτόκια που δίνουν καταφέρνουν να κερδίζουν. Με τρεις τρόπους:
Πρώτον, αυξάνοντας τις χρεώσεις στους πελάτες τους. Κάτι που θα πρέπει να απασχολήσει τους Ελληνες αποταμιευτές που έβγαλαν τα λεφτά τους στη Γερμανία. Πάνω από 3,8 δισ. ευρώ βρίσκονταν σε γερμανικές τράπεζες προ των capital controls, σύμφωνα με παλαιότερες δηλώσεις τραπεζικών στελεχών.
Δεύτερον, τζογάροντας στις χρηματαγορές, κάτι ιδιαίτερα επικίνδυνο γι’ αυτές, αφού το πρόστιμο των 14 δισ. δολ. από τη δραστηριότητα των γερμανικών τραπεζών στις ΗΠΑ δεν χωνεύεται…
Και τρίτον, οι μεγάλες τράπεζες, όπως η Deutsche Bank ή η Commertzbank, θα απορροφήσουν τις μικρότερες (υπάρχουν πάνω από 400 αποταμιευτικές τράπεζες στη Γερμανία), αφού οι τελευταίες κινδυνεύουν να χάσουν τους πελάτες τους από τις υψηλές χρεώσεις.
Ο Σόιμπλε κλείνει τα αυτιά του στα κελεύσματα της Κομισιόν να διορθώσει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες που απορρέουν από τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα