Η ζωή προ ΠΑΣΟΚ
Μια συζήτηση με τον συγγραφέα για τα Εξάρχεια, το Κολωνάκι, τη μεταπολίτευση και το σκυλάδικο
Ο ανθρωπολόγος, εθνολόγος και συγγραφέας Ε. ΖάχοςΠαπαζαχαρίου μιλάει για τα Εξάρχεια, το Κολωνάκι, τη μεταπολίτευση και το σκυλάδικο
ΟΕυάγγελος Ζάχος-Παπαζαχαρίου, ο οποίος υπογράφει και ως Εμμανουήλ Παπαζαχαρίου και Ε. Ζάχος, είναι ανθρωπολόγος, εθνολόγος και συγγραφέας. Εχει διδάξει κατά καιρούς εθνογραφία, κοινωνική ανθρωπολογία και βαλκανολογία στα Πανεπιστήμια Θράκης, Θεσσαλίας, Μακεδονίας. Ασχολείται επίσης με τον κινηματογράφο, το θέατρο, την τηλεόραση, το τραγούδι ως σεναριογράφος, σκηνοθέτης, στιχουργός και συνθέτης. Μεταξύ των βιβλίων που έχει γράψει είναι «Η πιάτσα», «Το λεξικό της πιάτσας», η «Βαλκανική κολυμβήθρα ονομάτων» αλλά και μια περιήγηση στην Αλβανία, την οποία επισκέφτηκε το 1969, όταν η πρόσβαση στη χώρα ήταν σχεδόν αδύνατη. Το ραντεβού μας είναι στο Φίλιον, το στέκι του, με αφορμή το βιβλίο του «Στα Εξάρχεια το ’80» (Εκδόσεις Στερέωμα).
Γιατί επιλέγετε να αναφερθείτε στα Εξάρχεια του 1980;
Ηθελα να περιγράψω τα Εξάρχεια προ ΠΑΣΟΚ. Από την εκλογή του ΠΑΣΟΚ και μετά άρχισε να υπάρχει καταπίεση και ακολούθως αντίδραση ενάντια στην καταπίεση. Αυτό το παιχνίδι «βία και κόντρα στη βία» έκανε τα Εξάρχεια αυτό που είναι σήμερα.
Πώς άλλαξε δηλαδή το ΠΑΣΟΚ την κατάσταση;
Είχε υπουργό έναν στρατιωτικό, ο οποίος απαιτούσε πειθαρχία από τους αναρχικούς όπως θα απαιτούσε από τους φαντάρους. Ξέρουν όμως οι αναρχικοί από πειθαρχία; Φαινόμενα όπως οι μπαχαλάκηδες δεν υπήρχαν μέχρι τότε. Υπήρχαν πολλές συζητήσεις οι οποίες ήταν και όμορφες που λέει ο λόγος.
Εσείς μένατε τότε στα Εξάρχεια;
Οχι, έμενα στο Κολωνάκι. Στα Εξάρχεια πήγαινα καθημερινά γιατί εκεί ήταν το ενδιαφέρον τότε. Το Κολωνάκι δεν είχε ενδιαφέρον.
Ούτε η Δεξαμενή;
Η Δεξαμενή απέκτησε ενδιαφέρον από το 1980 και μετά, όταν άρχισαν να ξεβάφουν πάνω της τα Εξάρχεια.
Στο Παρίσι, όπου ζήσατε πολλά χρόνια, υπήρξατε φοιτητής του Κλοντ Λεβί-Στρος. Πώς ήταν το μάθημά του;
Κλασικό μάθημα, εκείνος έλεγε και εμείς ακούγαμε. Ηταν μαζί μου και ο Ελεφάντης. Αυτός δεν ήθελε στην αρχή, εγώ τον έπεισα να έρθει. Και κόλλησε, γι’ αυτό είχε μια ανθρωπολογική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Από τους πιο ενδιαφέροντες της αριστερής διανόησης.
Επιστρέψατε από τη Γαλλία το 1977. Πώς σας φάνηκε η Αθήνα της μεταπολίτευσης;
Αρχισα να τριγυρνάω για να βρω άκρες, φίλους παλιούς. Και η μεταπολίτευση ήταν ακόμη φρέσκια. Ο ενθουσιασμός της μεταπολίτευσης κορυφώθηκε με την εκλογή του ΠΑΣΟΚ. Ολος αυτός ο καιρός που μεσολάβησε ήταν ένα ψάξιμο για γλώσσα και νέες ορολογίες.
Μεταξύ άλλων ήταν η εποχή κατά την οποία η μουσική βασίστηκε στην παράδοση.
Ναι, στο τέλος της δεκαετίας του ’70 εμφανίστηκε το νεορεμπέτικο, το οποίο έβαλε καινούργιους ήχους πάνω στην παράδοση. Δεν επρόκειτο για αντιγραφή αλλά για νέα δημιουργία.
Ομως οι στίχοι του νεορεμπέτικου δεν ήταν πιο…;
Κουλτουριάρικοι. Βέβαια. Κάτι αντίστοιχο έγινε και με το σκυλάδικο. Το σκυλάδικο ήταν εκείνο που διέσωσε τον ήχο του ρεμπέτικου με λόγια αντίθετα από αυτά που χρησιμοποιούσαν οι ρεμπέτικες κομπανίες. Με ευτελή λόγια, θα λέγαμε, γιατί ο κάθε γύφτος δεν ξέρει να κάνει στίχους, λέει δυο τρία πράγματα με ρίμες και τους βγάζει εκείνη την ώρα. Υπάρχουν και ωραία σκυλάδικα όμως. Είμαι υπέρ των σκυλάδικων.
Ποια ανάγκη έφερε το σκυλάδικο στην επιφάνεια;
Το ζητούσε η εποχή της πολιτισμικής πάλης. Από τη μια ήταν το σκυλάδικο κι από την άλλη «Θεοδωράκια μ’, Χατζιδάκια μ’», τα οποία είχαν αρχίσει να γίνονται κουραστικά. Εντάξει, έφυγε η χούντα, τελειώσαμε. Φτάνει πια. Ακόμη μέχρι σήμερα τους παίζουνε. Και εμένα μου ανάβουν τα λαμπάκια.
Γιατί;
Γιατί είναι ξένος ήχος. Ο Χατζιδάκις είναι δυτικότροπος. Ο άλλος τι έκανε; Μαρς έκανε αντιγράφοντας κάτι σοβιετικά εμβατήρια.
Ναι, αλλά μέσα από αυτούς τους δημιουργούς δεν κατέβηκε η ποίηση στον λαό;
Ποια ποίηση; Του Ρίτσου, του Ελύτη και του Σεφέρη; Της αγίας τριάδας; Δεν έχει καμία σχέση αυτό με την πραγματική ποίηση. Αυτό είναι κουλτούρα, είναι κάτι ψεύτικο. Λειτουργεί με φτιαγμένες λέξεις. Τα σκυλάδικα δεν έχουν μέσα τέτοιες λέξεις, αν προσέξετε. Και ο Μαρκόπουλος την πάτη-
«Να μιλάς για τα συναισθήματά σου αλλά το θέμα είναι πώς τα λες. Να σε καταλαβαίνει και ο άλλος. Ολοι γουστάρουν τον Μάρκο αλλά ο Μάρκος δεν έχει ούτε μία ανόητη, αδιανόητη λέξη. Είναι όλος ξεκάθαρος, όλος εικόνες»
σε. Το ρεμπέτικο μιλάει αργκό, το σκυλάδικο επίσης, το νεορεμπέτικο δεν μιλάει αργκό, ψάχνει και βάζει λέξεις φτιαγμένες. Πρόκειται για ένα μείγμα που νομίζω ότι μπερδεύει τον κόσμο και μπερδεύει και τους νέους τραγουδιστές, τους νέουςι τους τραγουδοποιούς, διότι αυτοί αντιγράφοντας ο ένας τον τρόπο του άλλου έχουν φτάσει σε ένα φριχτό πράγμα που δεν ακούγεται. Δηλαδή εντάξει, να μιλάς για τα συναισθήματά σου αλλά το θέμα είναι πώς τα λες. Να σε καταλαβαίνει και ο άλλος. Ολοι γουστάρουν τον Μάρκο αλλά ο Μάρκος δεν έχει ούτε μία ανόητη, αδιανόητη λέξη. Είναι όλος ξεκάθαρος, όλος εικόνες. Αυτό είναι η αργκό άλλωστε, η λέξη που παραπέμπει κατευθείαν σε μια εικόνα.
Μεταξύ των τραγουδιών που έχετε γράψει είναι και το «Αίμα του ροδιού», το οποίο αναφέρεται στην ταινία «Sayat Nova» του Παρατζάνοφ. Είναι λαϊκός ο Παρατζάνοφ;
Νομίζω ότι είναι. Η εικόνα του είναι λαϊκή γιατί εμπνέεται από την παράδοση. Ο ίδιος ήταν και τεχνίτης, ήξερε τι να δείξει. Στον Παρατζάνοφ παίζει ρόλο η λεπτομέρεια, η οποία «σημαίνει», στις ταινίες του μπορεί να υπάρχουν μακρινάρια αλλά δεν υπάρχουν άχρηστα πράγ- ματα, όπως υπάρχουν για παράδειγμα στον Αγγελόπουλο.
Εχετε γράψει και τους στίχους του τραγουδιού που λέει «Γκρέμισ’ τα, γκρέμισ’ τα, όλα πια». Ισχύει ότι το γράψατε για τον Ανδρέα Παπανδρέου;
Ναι, γι’ αυτόν το έγραψα, στο τέλος της πρώτης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ. Ηταν τότε που είχε αρχίσει να χαλάει το πράγμα και την είχα δει πολύ στραβά.
Στο βιβλίο σας γράφετε ότι ο γλύπτης Δημήτριος Φιλιππότης υπήρξε προάγγελος του σοσιαλιστικού ρεαλισμού.
Ναι, ποια ήταν εκείνο τον καιρό τα μοντέλα της κοινωνίας; Κάτι παπάδες και κάτι σφουγγοκωλάριοι, τα αγάλματα των οποίων βρίσκονται ακόμη γύρω από την Ακαδημία. Εκείνος έφτιαξε εργάτες: τον ψαρά, τον ξυλοκόπο, τον τρυγητή. Εχει φτιάξει καμιά δεκαριά τέτοιου είδους, τέτοιας θεματολογίας.
Γράφετε επίσης ότι τα αγάλματα στα προάστια της Αθήνας αντλούν τη θεματολογία τους από τη ζωή στην ύπαιθρο.
Ναι, αυτά τα αγάλματα δημιουργήθηκαν μετά την εσωτερική μετανάστευση, κυρίως τις δεκαετίες ’80-’90.
Είναι η χωριάτικη σαλάτα ένα από τα σύμβολα της επιρροής που άσκησε η εσωτερική μετανάστευση στον αστικό χώρο;
Η φέτα συμβολίζει τους ορεινούς πληθυσμούς οι οποίοι καπελώνουν τους άλλους, γιατί είναι πιο ισχυροί. Κατά βάση είμαι ανθρωπολόγος, οπότε βλέπω και με άλλο μάτι τα πράγματα. Με ενδιαφέρει να κατανοήσω τι συμβολίζει το καθετί, γιατί όλα συμβολίζουν, όλα σημαίνουν. Είναι μια άσκηση αυτό το πράγμα. Να αναρωτιέται κανείς γιατί συνέβη κάτι και τι θα μπορούσε να σημαίνει για εκείνον και για τους άλλους.
Πώς βιώσατε την ποντιακή σας καταγωγή ως παιδί;
Στην Καλλιθέα όπου μεγάλωσα όταν παίζαμε με τα άλλα παιδιά μιλούσαμε ποντιακά.
Yπήρχε στην οικογένειά σας ο πόνος του ξεριζωμού;
Μπα, τον είχαμε ξεπεράσει. Φυσικά υπάρχει η νοσταλγία, που πολλές φορές γίνεται πολύ δυνατή.
Πότε συμβαίνει αυτό; Οταν ακούτε μουσική για παράδειγμα;
Ναι, άμα ακούω ποντιακή μουσική αρχίζω και κουνιέμαι. Διότι είναι δυνατή η ποντιακή μουσική, είναι κινητική.