Κυριάκο, ποιος είναι ο κρυφός χρηματοδότης
Δικαστική απόφαση θεωρεί απαραίτητη την ενημέρωση των πολιτών για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της Μαρέβας Γκραμπόφσκι Δικαίωση του Documento για όσα έχει αποκαλύψει σχετικά με offshore, πόθεν έσχες και σπίτι Βολταίρου
Εν συντομία
Απόφαση-σταθμό για το Documento και τη μαχόμενη δημοσιογραφία εξέδωσε το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Αθήνας. Η αγωγή που είχε καταθέσει η Μαρέβα Μητσοτάκη κατέπεσε παταγωδώς αφού το δικαστήριο αποφάσισε ότι επρόκειτο για αληθή γεγονότα που συνοδεύονταν από αποδεικτικό υλικό. Το δικαστήριο αποφάνθηκε ακόμη ότι τα δημόσια πρόσωπα, όπως η σύζυγος του Κυριάκου Μητσοτάκη, πρέπει να ελέγχονται στο πλαίσιο της διαφάνειας του πολιτικού βίου και οφείλουν να επιδεικνύουν ανοχή στην κριτική.
Γιατί ενδιαφέρει
«Δημοσιογραφία θα πει να δημοσιεύεις όσα ενοχλούν τους άλλους και δεν θέλουν να μαθευτούν. Ολα τα άλλα είναι δημόσιες σχέσεις».
Η ανεξάρτητη δημοσιογραφία έχει καθήκον στο πλαίσιο της ορθής ενημέρωσης της κοινής γνώμης να ελέγχει εξονυχιστικά τις πράξεις των δημόσιων προσώπων. Οσο για τα ίδια τα δημόσια πρόσωπα, που εκ του ρόλου τους και μόνο δικαιολογημένα προσελκύουν το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον, καλά θα κάνουν να περιμένουν την έντονη δημοσιογραφική κριτική, ακόμη και με δυσμενείς χαρακτηρισμούς, και να τη συνηθίσουν.
Αυτό είναι εν συντομία το νόημα του σκεπτικού τής πολύ σημαντικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθήνας, με την οποία δικαιώθηκε το Documento για σειρά από ρεπορτάζ σε σχέση με τη Μαρέβα Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη, σύζυγο του προέδρου της ΝΔ
Κυριάκου Μητσοτάκη.
Μάλιστα το δικαστήριο δίνει και οδηγίες προς ναυτιλλομένους, καθώς με αφορμή την αγωγή της κ. Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη «νουθετεί» με δηκτικό τρόπο τα δημόσια πρόσωπα για το πώς οφείλουν να στέκονται απέναντι στη δημοσιογραφία. Θέτοντας και τα όρια στην άσκηση αγωγών από μέρους τους: «Ως σύζυγος βουλευτή και πλέον του αρχηγού του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επισημαίνεται για την ενάγουσα, είναι πρόσωπο που προσελκύει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και λόγω της θέσης της στον δημόσιο βίο θα πρέπει να επιδεικνύει μεγαλύτερη ανοχή στην κριτική και στον
έλεγχο των πράξεών της, ακόμα και στην έντονη κριτική, με δυσμενείς χαρακτηρισμούς και εκφράσεις, αλλιώς θα επιβαλλόταν καθήκον σιγής στον Τύπο».
Ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα είναι και τα σημεία της απόφασης τα οποία αναφέρονται στο πολύ «σημαντικό διακύβευμα που ήταν ο έλεγχος της διαφάνειας του πολιτικού βίου», με την προϋπόθεση βέβαια «τα πραγματικά περιστατικά τα οποία αποτελούν τον πυρήνα της είδησης να είναι (όπως εν προκειμένω) αληθινά, ακριβή και αντικειμενικά, οπότε και το δριμύ δημοσιογραφικό ύφος δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο».
Και τα τρία σκέλη των δημοσιευμάτων ήταν αληθή
Τα σκέλη των δημοσιευμάτων για τα οποία η κ. Γκραμπόφκσι-Μητσοτάκη έχασε την αγωγή της αφορούσαν το θέμα της διάστασης με τον σύζυγό της αποκλειστικά σε σχέση με το περιεχόμενο των δηλώσεων πόθεν έσχες του βουλευτή τότε Κυρ. Μητσοτάκη, την αγορά του σπιτιού στο Παρίσι αλλά και την επαγγελματική σχέση της με τον Σταύρο Παπασταύρου (της λίστας Λαγκάρντ και των Panama Papers).
Οι δικαστές που αποφάνθηκαν ότι ήταν απολύτως δικαιολογημένες οι αμφιβολίες που εκφράστηκαν για το βάσιμο ή όχι της διάστασης ως λόγου αποφυγής της δήλωσης πόθεν έσχες από το ζεύγος Μητσοτάκη δέχτηκαν επίσης ως μη συκοφαντικά και δικαιολογημένα, στο όνομα της καλόπιστης δημοσιογραφικής έρευνας για την ενημέρωση του κοινού, όσα γράφτηκαν και για το σπίτι στο Παρίσι αλλά και για τη σχέση με τον Στ. Παπασταύρου. Ως προς το τελευταίο αυτό σκέλος μάλιστα το δικαστήριο καταδεικνύει και το πόσο ενδελεχής πρέπει να είναι ο έλεγχος σε σχέση με τη δράση των δημόσιων προσώπων, καθώς θεωρεί «απολύτως δικαιολογημένο και αναγκαίο να ενημερώνονται οι πολίτες και για την επιχειρηματική δραστηριότητα της συζύγου του Κυριάκου Μητσοτάκη καθώς επίσης και τη δράση των ατόμων με τα οποία συνεργάζεται».
Ας δούμε αναλυτικότερα τι λέει η δικαστική απόφαση για τα σημεία της αγωγής που κατέπεσαν στο δικαστήριο και τα οποία κατά την κ. Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη ήταν στο σύνολό τους ψευδή και συκοφαντικά και ζητούσε να της επιδικαστεί χρηματική αποζημίωση 500.000 ευρώ.
Ηταν συκοφαντικό το άρθρο για «βολική» διάσταση του ζεύγους Μητσοτάκη - Μαρέβας σε σχέση με την υποβολή πόθεν έσχες από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης;
Οχι. Οπως επί λέξει τονίζεται στη δικαστική απόφαση:
«Προ της επιστολής του συζύγου της ενάγουσας προς την Επιτροπή Ελέγχου στην οποία οριοθετούσε με σαφήνεια τα χρονικά όρια που διήρκεσε η διάσταση της έγγαμης συμβίωσής τους ο ίδιος (σ.σ.: ο Κυρ. Μητσοτάκης) είχε παραχωρήσει διάφορες συνεντεύξεις όπου από δηλώσεις του αναφορικά με το θέμα αυτό αντλούνται διαφορετικές πληροφορίες. Ειδικότερα σε συνέντευξή του στο κανάλι Ε και στη δημοσιογράφο Τατιάνα Στεφανίδου (στις 14.10.2015) ο σύζυγος της ενάγουσας προέβη στη δήλωση “πως έσωσα τον γάμο μου μετά από πέντε χρόνια χωρισμού”, σε έτερη δε συνέντευξή του στην ίδια δημοσιογράφο στην εκπομπή στον Ant1 TV η οποία στις 7.01.2016 αναρτήθηκε στο διαδίκτυο επανέλαβε ότι η μεταξύ τους διάσταση διήρκεσε πέντε χρόνια. Οι εν λόγω δηλώσεις του συζύγου της ενάγουσας τις οποίες η ίδια δεν αμφισβητεί πλην όμως όπως ισχυρίζεται κατόπιν εξηγήσεων που της έδωσε ο ίδιος είχαν το νόημα ότι καλύπτουν το διάστημα μετά την πρώτη συζήτηση της αίτησης για τη συναινετική λύση του γάμου τους και μέχρι την επανασύνδεσή τους περιήλθαν σε γνώση του δημοσιογράφου με συνέπεια να δημιουργείται αμφιβολία σε αυτόν ως προς το πραγματικό γεγονός που αφορά το χρονικό διάστημα που διήρκησε η διάσταση της εγγάμου συμβιώσεώς τους αφού λαμβάνοντας υπόψη ότι είχε ξεκινήσει το έτος 2006 ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το 2011 οπότε είχε συμπληρωθεί σύμφωνα με τις δηλώσεις του η πενταετία και είχε επανασυνδεθεί με τη σύζυγό του όφειλε για τα επόμενα έτη να συμπεριλάβει στη δήλωση πόθεν έσχες και τα περιουσιακά στοιχεία της ενάγουσας. Συνεπώς το περιεχόμενο του δημοσιεύματος αναφορικά με τον χρόνο που διήρκεσε η διάσταση της ενάγουσας με τον σύζυγό της δεν κρίνεται συκοφαντικό. Εξάλλου λαμβάνοντας υπόψη τον σκοπό για τον οποίο έχει θεσπιστεί η υποχρέωση υποβολής δηλώσεων πόθεν έσχες των προσώπων στα οποία ανήκε ο σύζυγός της, αλλά και ενόψει της συζυγικής τους σχέσεως και η ίδια, δεν είναι άλλος (ο σκοπός) από τη διαφάνεια στον πολιτικό και δημόσιο βίο, υφίστατο αναμφίβολα δικαιολογημένο ενδιαφέρον του δημοσιογράφου να πληροφορήσει το κοινωνικό σύνολο για τη μη συμπερίληψη των περιουσιακών στοιχείων της ενάγουσας στις δηλώσεις πόθεν έσχες του συζύγου της για το χρονικό διάστημα τόσο της διάστασης (2006 έως 2011 σύμφωνα με τις δηλώσεις του) όσο και εκείνο μετά την επανασύνδεσή τους (2011 έως και 5.2.2017 οπότε και έλαβαν χώρα τα επίμαχα δημοσιεύματα)».
Για το δικαστήριο ο προσδιορισμός «βολική» για τη διάσταση του ζεύγους Μητσοτάκη αποτελεί μεν «δυσμενή χαρακτηρισμό», αλλά είναι «εν προκειμένω ανεκτός, λαμβάνοντας υπόψη τον προβληματισμό του δημοσιογράφου σύμφωνα με τον οποίο ενόψει των διαφορετικών σκοπών που εξυπηρετούν η δήλωση περί πόθεν έσχες και η υποβολή φορολογικής δήλωσης δεν δύναται η εφαρμογή των διατάξεων που προβλέπονται στη φορολογική νομοθεσία, σχετικά με την υποβολή δηλώσεων των ευρισκομένων σε διάσταση συζύγων, να γίνει αναντίρρητα αποδεκτή και στη νομοθεσία για το πόθεν έσχες». Εξάλλου «ο ρόλος του δημοσιογράφου υπαγόρευε το ενδιαφέρον του, ακόμη και μετά την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης που προέβλεπε τη δυνατότητα σε περίπτωση βεβαιωμένης διάστασης των συζύγων να υποβάλλεται δήλωση πόθεν έσχες μόνο από τον υπόχρεο, να στηλιτεύει και να αμφισβητεί με τα επιχειρήματα που ανέπτυξε στα άρθρα της εφημερίδας Documento, την ορθότητα αυτής της υπουργικής απόφασης προβαίνοντας στη δημοσίευσή τους προς ενημέρωση του αναγνωστικού κοινού αφού αφορούσαν τα άρθρα σε υπόχρεα πρόσωπα ο δημόσιος βίος των οποίων απασχολεί την κοινή γνώμη, το δε διακύβευμα (έλεγχος της διαφάνειας του πολιτικού βίου) ήταν εν προκειμένω σημαντικό…».
Ηταν συκοφαντικό το άρθρο για την αγορά του σπιτιού στο Παρίσι;
Οχι. Γιατί «όπως αποδείχτηκε ο Βολταίρος είχε πράγματι διαμείνει σε κάποιο από τα διαμερίσματα του ακινήτου ή σε κάποιο χώρο αυτού, μια συγκεκριμένη εποχή και για ένα χρονικό διάστημα. Συνεπώς, ενόψει του ότι ο πυρήνας της είδησης (αγορά από εταιρεία συμφερόντων της ενάγουσας ακινήτου το έτος 2006 στο Παρίσι αντί τιμήματος 1,470 εκατ. ευρώ) είναι αληθής, η δε διαπιστούμενη ανακρίβεια αναφορικά με το ότι ο Βολταίρος δεν διέμενε με βεβαιότητα στο διαμέρισμα που αγοράστηκε από την ενάγουσα, πλην όμως όπως αποδείχτηκε είχε διαμείνει σε κάποιο χώρο του κτιρίου όπου βρίσκεται το αγορασθέν διαμέρισμα, δεν καθιστά το δημοσίευμα ψευδές και επομένως συκοφαντικό».
«Εξάλλου και στην περίπτωση αυτή με δεδομένο ότι η ενάγουσα ως σύζυγος βουλευτή και πλέον του αρχηγού του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι πρόσωπο που προσελκύει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, υπήρχε δικαιολογημένο ενδιαφέρον από τον δημοσιογράφο να αναδείξει την είδηση, πολλώ δε μάλλον που η συγκεκριμένη αγορά έλαβε χώρα κατά το χρονικό διάστημα που αυτή βρισκόταν σε διάσταση με τον σύζυγό της, οπότε τα αποκτηθέντα περιουσιακά στοιχεία δεν περιλήφθηκαν στη δήλωση πόθεν έσχες που εκείνος υπέβαλε το αντίστοιχο έτος».
Ηταν συκοφαντικό το άρθρο για τις σχέσεις με τον Σταύρο Παπασταύρου;
Οχι. Γιατί όσα ανέφερε, ότι δηλαδή «κατά τον χρόνο του δημοσιεύματος ο Σταύρος Παπασταύρου ελεγχόταν δικαστικά για τις υποθέσεις λίστα Λαγκάρντ και Panama Papers, ήταν αληθή». Εξάλλου, «λόγω της ιδιότητας της ενάγουσας και του ενδιαφέροντος του κοινωνικού συνόλου να πληροφορείται την επιχειρηματική της δραστηριότητα, η οποία περιλαμβάνει και τη δράση των ατόμων με τα οποία αυτή συνεργάζεται, υπήρχε δικαιολογημένο ενδιαφέρον του δημοσιογράφου το οποίο υπαγόρευε τη δημοσιοποίηση της είδησης».
Εν μέρει δεκτή για ΑΦΜ και γειτνίαση με Χριστοφοράκο
Σε ό,τι αφορά ρεπορτάζ για τη γειτνίαση στην Τήνο με τους Μιχάλη Χριστοφοράκο και Διονύση Δενδρινό της Siemens, το δικαστήριο δέχτηκε ότι «τα αναφερόμενα πραγματικά περιστατικά είναι αληθινά». Δεν δέχτηκε ωστόσο τη δημοσιογραφική κρίση «ότι η σχετική γειτνίαση ενδέχεται να μην είναι μόνο γεωγραφική αλλά να υπάρχει και ύποπτη διασύνδεση της ενάγουσας με Χριστοφοράκο και Δενδρινό, που εμπλέκονται στην υπόθεση της Siemenes».
Για τους «διπλούς ΑΜΦ» το δικαστήριο δέχτηκε ότι πράγματι υπήρξε η σχετική αναγραφή, πλην όμως δέχτηκε την εξήγηση της κ. Γκραμπόφσκι ότι «έλαβε χώρα άπαξ και αφορούσε σε σφάλμα» που οφειλόταν σε αβλεψία του λογιστή της ο οποίος όταν του ζητήθηκε ο ΑΦΜ της, ενόψει της συμμετοχής της στο ΔΣ ανώνυμων εταιρειών, ανέτρεξε στη φορολογική δήλωση που κατά τον χρόνο εκείνο υπέβαλε από κοινού με τον σύζυγό της και έδωσε τον αριθμό φορολογικού μητρώου του τελευταίου αντί του δικού της. Αρα όσα περί αντιθέτου αναφέρονται στο σχετικό άρθρο «είναι αναληθή και δυσφημούν την ενάγουσα αφού είχε πληροφορήσει τον συντάκτη για την παραδρομή, αλλά αυτός ενέμενε στις θέσεις του».
Αυτά είναι τα ήσσονος σημασίας σκέλη για τα οποία το δικαστήριο έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και επιδίκασε την αποζημίωση των 5.000 ευρώ. Πρόκειται για δύο σημεία που, σύμφωνα με το Documento, είναι μαχητά στο εφετείο.
Η ενάγουσα «ως πρόσωπο που προσελκύει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και λόγω της θέσης της στον δημόσιο βίο θα πρέπει να επιδεικνύει μεγαλύτερη ανοχή στην κριτική και στον έλεγχο των πράξεών της»
Από την απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών
Η κ. Γκραμπόφσκι έχασε την αγωγή σε ό,τι αφορά τη «βολική» διάσταση σε σχέση με το πόθεν έσχες του Κυρ. Μητσοτάκη, την αγορά σπιτιού στο Παρίσι και την επαγγελματική σχέση της με τον Σταύρο Παπασταύρου