ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΩΣ ΤΟΝ ΝΑΠΟΛΕΟΝΤΑ
Ο Ηρόδοτος εντυπωσιάστηκε από τις ευέλικτες τεχνικές των Σκυθών. Ο ανορθόδοξος πόλεμος του Σπάρτακου εναντίον των Ρωμαίων. Ούννοι, Μογγόλοι κατά Κίνας. Ουαλοί, Σκωτσέζοι κατά Αγγλίας
Η αιώνια πάλη του ανίσχυρου με τον ισχυρό
Ητέχνη του ανταρτοπολέμου είναι τόσο παλιά όσο και η ανάγκη των ανθρώπων να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερους και πιο ισχυρούς αντιπάλους. Να αμύνονται και να επιβιώνουν. «Ο,τι δεν λυγίζει σπάει» λένε. Και οι άτακτοι πολεμιστές προσπαθούσαν πάντα, στρατιωτικά και πολιτικά, να εκμεταλλευτούν αυτό ακριβώς. Το ότι μπροστά τους είχαν έναν αντίπαλο που το μέγεθος και η λογική του δεν του επέτρεπαν να είναι ευέλικτος και να αλλάζει τακτικές. Αλλοτε οι άτακτοι ήταν αγρότες που υπό το βάρος της καταπίεσης έπαιρναν τα βουνά, άλλοτε εγκληματίες που έπρεπε να κρυφτούν από τις αρχές και άλλοτε περιπτώσεις πιο γκρίζες, όπου η μία ταυτότητα έμπαινε μέσα στην άλλη. Αλλά συνήθως, στην ευρεία ματιά της Ιστορίας, ήταν ολόκληρες νομαδικές φυλές που στο τέλος έπαιρναν αυτές τον ρόλο του ισχυρού και κυρίαρχου.
Ισως την πρώτη καταγραφή ανταρτοπολέμου την έχουμε από τον Ηρόδοτο, τον πατέρα της Ιστορίας. Το 512 π.Χ. ο βασιλιάς της Περσίας Δαρείος αντιμετώπισε στην περιοχή της σημερινής Βουλγαρίας τους Σκύθες, νομαδική φυλή πολεμιστών. Ο Ηρόδοτος είχε καταγράψει εντυπωσιασμένος ότι χάρη στην τακτική που ακολουθούσαν και επειδή πολεμούσαν διαρκώς έφιπποι, ο εχθρός τους δεν μπορούσε να τους προσβάλει. Και αν κατάφερναν να τον τραβήξουν στον χώρο δράσης τους, ήταν πολύ δύσκολο
να βγει ζωντανός. Παρότι εκείνη την εποχή ο Δαρείος είχε πετύχει μια προέλαση που όμοιά της δεν είχε ξαναδεί ο κόσμος από πλευράς όγκου στρατού και αποτελεσματικότητας, δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει την αντάρτικη τακτική των Σκυθών, οι οποίοι, παρότι είχαν πολύ λιγότερα τεχνικά μέσα, ανάγκασαν τους Πέρσες να υποχωρήσουν, αφού κατά τη σύγκρουση μαζί τους κινδύνευσαν να υποστούν ολοκληρωτική ήττα. Και γι’ αυτό αποσύρθηκε στον Βόσπορο και δεν επιχείρησε ξανά να τους αντιμετωπίσει.
Δύο αιώνες μετά ο Μέγας Αλέξανδρος, καταδιώκοντας επί δύο χρόνια τον σατράπη Βήσσο που είχε δολοφονήσει τον Δαρείο Γ΄, αντιμετώπιζε συνεχώς κι αυτός άτακτους πολεμιστές. Ο ανορθόδοξος πόλεμος που διεξήγαν δεν σταμάτησε τον Αλέξανδρο. Τον αντιμετώπισε επιφέροντας αλλαγές στον τρόπο δράσης του δικού του στρατεύματος, ελαφραίνοντας το βάρος που κουβαλούσαν οι στρατιώτες του και αυξάνοντας τα ευέλικτά σώματά του, πεζικό και ιππικό, ώστε να αναιρέσει μέρος από το πλεονέκτημα των ευκίνητων άτακτων αντιπάλων του, αλλά και τοποθετώντας στρατό σε κρίσιμα σημεία-περάσματα που είχε από πριν καταλάβει, ώστε να μειώσει τις οδούς διαφυγής τους. Αλλά και μετά το τέλος της καταδίωξης του Βήσσου αντιμετώπισε και πάλι ισχυρούς άτακτους μαχητές, συγκεκριμένα τη φυλή των Μασαγκετάι (Massagetae) ή «Σκύθες της Ασίας», οι οποίοι ζούσαν στις
στέπες βόρεια και ανατολικά από τον ποταμό Ιαξάρτη, στην περιοχή του σημερινού Ουζμπεκιστάν. Παρότι μπορούσε να αποφύγει τη σύγκρουση μαζί τους, αποφάσισε να τους προκαλέσει σε μάχη για να έχει το πλεονέκτημα. Στη διάρκεια της σύγκρουσης το αριστερό μέρος του σώματος των Μακεδόνων απώθησε τους αντιπάλους, που ήταν κυρίως έφιπποι τοξότες, και ταυτόχρονα το δεξί μέρος οπισθοχώρησε επίτηδες, ώστε οι αντίπαλοί τους να το ακολουθήσουν και έτσι να αποσπαστούν από το υπόλοιπο μέρος των συμπολεμιστών τους. Η τακτική ήταν επιτυχής. Οι Μασαγκετάι δέχτηκαν τη σφοδρή αντεπίθεση του στρατού του Αλεξάνδρου και διασπασμένοι πια εγκατέλειψαν τη μάχη μετά τον θάνατο του αρχηγού τους.
Η μόνη ήττα του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Ο Αλέξανδρος σε μια κίνηση ειρήνευσης απελευθέρωσε τους αιχμαλώτους και έτσι κέρδισε το να μην του επιτεθούν ξανά οι νομάδες, πολλούς από τους οποίους στρατολόγησε στις δυνάμεις του. Ομως σε άλλο σημείο της πορείας του μια ομάδα τοξοτών είχε κυριεύσει την πόλη Μαρακάντα. Ο Αλέξανδρος έστειλε δυνάμεις για να τους αντιμετωπίσουν, οι οποίες όμως δεν μπόρεσαν να αμυνθούν όταν δέχτηκαν ταυτόχρονα μια απρόβλεπτη επίθεση από όλες τις πλευρές της παράταξής τους. Αυτή ήταν
ουσιαστικά η μόνη ήττα που υπέστη ποτέ οποιαδήποτε δύναμη του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Πολύ μεγάλο κόστος είχε από συγκρούσεις με ατάκτους και ένας ακόμη μεγάλος κατακτητής της Ιστορίας, ο Αννίβας, κατά την προέλασή του από την Ισπανία προς τη βόρεια Ιταλία το 218 π.Χ. με σκοπό την κατάκτηση της Ρώμης. Ο στρατός του Αννίβα ήταν τεράστιος, η καταγραφή του Πολύβιου μιλάει για 90.000 πεζικό, 20.000 ιππικό και 38 ελέφαντες. Αφού πέρασε τα Πυρηναία Ορη, θέλοντας να αποφύγει ένα ρωμαϊκό στράτευμα που βρισκόταν κοντά του αποφάσισε να διαβεί τις Αλπεις σε μια θρυλική πορεία 50 ημερών. Εκεί αντιμετώπισε την παρουσία της γαλατικής φυλής των Αλλόβρογων (Allobroges) που φυλούσαν ένα πολύ σημαντικό πέρασμα. Ομως πληροφορήθηκε από άλλους Γαλάτες που είχε μαζί του πως το βράδυ το πέρασμα δεν φυλασσόταν. Αποφάσισε τότε να παραπλανήσει τους Αλλόβρογες με ένα τέχνασμα. Αναψε πολλές φωτιές ώστε να φαίνεται πως έχει στρατοπεδεύσει σε ένα σημείο και μετά, κρατώντας ο ίδιος μόνο έναν πυρσό, προχώρησε με τις δυνάμεις του και κατέλαβε το πέρασμα. Την επόμενη μέρα οι Αλλόβρογες είδαν ότι είχαν αιφνιδιαστεί και επιτέθηκαν στη στρατιά του Αννίβα, η οποία όμως τους νίκησε. Αργότερα θα έβρισκε μπροστά του μια άλλη φυλή πολεμιστών, τους Κεντρόνους (Ceutrones). Καχύποπτος απέναντί τους, ενώ
παρέστησε πως συμμαχούν, περίμενε την επίθεσή τους. Ανέτρεψε τη δομή της στρατιάς του και έβαλε το ισχυρό κομμάτι της να πορεύεται στο τέλος της παράταξης. Η επιλογή αποδείχτηκε ευφυής, γιατί όταν οι Κεντρόνοι επιτέθηκαν από τα γύρω βουνά βρέθηκαν να πολεμούν με το κυρίως σώμα της στρατιάς. Ετσι, ο Αννίβας μπόρεσε να κάνει μια αμυντική κίνηση και να φυλάξει ένα πέρασμα, στο οποίο επιτέθηκαν οι Κεντρόνοι χωρίς να καταφέρουν να το υπερβούν. Την ίδια ώρα ο κύριος όγκος του στρατεύματος περνούσε πίσω από το σημείο της αμυντικής οχύρωσης και συνέχισε την προέλαση προς τη Ρώμη. Ο Αννίβας νίκησε τους ευέλικτους ατάκτους επειδή δεν στηρίχτηκε μόνο στη δύναμη του στρατού του αλλά βρήκε τον κατάλληλο τρόπο να την εκμεταλλευτεί χωρίς να του γίνει μειονέκτημα.
Οι αντάρτικες μέθοδοι του Σπάρτακου εναντίον των Ρωμαίων
Οι ίδιοι οι Ρωμαίοι είχαν επανειλημμένως πολεμήσει διάφορες φυλές ειδικευμένες στον ανορθόδοξο πόλεμο. Κυρίως αναφερόμαστε σε κελτικές φυλές με τις οποίες συγκρούονταν για πάνω από 20 χρόνια, όπως επίσης και στους Δαλματούς και στις φυλές της χερσονήσου της Ιστριας στην Αδριατική, στις οποίες οι ρωμαϊκές οχυρώσεις δεν αντιστέκονταν πάντα με επιτυχία. Αυτές οι συγκρούσεις σταμάτησαν κατά το 156 π.Χ. Ομως ο πιο
ισχυρός αντίπαλος που αντιμετώπισαν σε ανορθόδοξο πόλεμο οι Ρωμαίοι ήταν ο Σπάρτακος, ο Θρακιώτης σκλάβος που προκάλεσε μεγάλη εξέγερση μαζί με άλλους σκλάβους οι οποίοι οργανώθηκαν και πολέμησαν στην ύπαιθρο. Ο Σπάρτακος χρησιμοποιούσε αντάρτικες μεθόδους εναντίον των Ρωμαίων, οργανώνοντας όμως παράλληλα τις δυνάμεις του κοντά στο πρότυπο ενός κανονικού στρατού. Επί δύο χρόνια πολεμούσε τους Ρωμαίους προκαλώντας τους χιλιάδες απώλειες, μέχρι που σκοτώθηκε σε μια μάχη απέναντί τους. Ομως οι Ρωμαίοι αντιμετώπισαν κι άλλες εξεγέρσεις σκλάβων, όπως στη Σικελία το 109 π.Χ., όπου οι εξεγερμένοι πολεμούσαν για πέντε χρόνια υπό τον Σάλβιο, στα Βαλκάνια, αλλά και κατά
την κατάκτηση της Βρετανίας. Εκεί, σε ένα χαρακτηριστικό περιστατικό για τις μεθόδους των ατάκτων, τα στρατεύματα του Ιούλιου Καίσαρα έπεσαν σε ενέδρα όταν οι αντίπαλοί τους πετάχτηκαν μέσα από ένα χωράφι με καλαμπόκια όπου είχαν κρυφτεί από το προηγούμενο βράδυ, περιμένοντας την ώρα που θα σταματούσαν εκεί οι Ρωμαίοι για ανεφοδιασμό. Στην ίδια εκστρατεία οι Ρωμαίοι βρέθηκαν απέναντι σε μια σύμπραξη τοπικών φυλών υπό την ηγεσία του Κασιβελάουνους (Cassivellaunus) οι οποίες είχαν γεμίσει τον Τάμεση με ερασιτεχνικά αλλά αποτελεσματικά εμπόδια. Οταν τελικά ο στρατός του καίσαρα κατάφερε να διαβεί τον ποταμό βρέθηκε μπροστά σε μεγάλες δασικές εκτάσεις, από τις οποίες δεν μπο
ρούσε να διέλθει γιατί οι άτακτοι πολεμιστές που γνώριζαν τα κατατόπια είχαν οχυρωθεί εκεί και επιτίθονταν αποτελεσματικά κάθε φορά που μια δύναμη του καίσαρα εισχωρούσε. Ομως στο τέλος ο Κασιβελάουνους προδόθηκε από άλλους αρχηγούς των φυλών, οι οποίοι κατέδωσαν στον Καίσαρα το σημείο του στρατηγείου του, και αναγκάστηκε να παραδοθεί.
Ανορθόδοξες πολεμικές τακτικές είχε να αντιμετωπίσει ο στρατός της Ρώμης και κατά τη διάρκεια της επέλασής του προς την Ισπανία. Μόνο που αυτές οι συγκρούσεις δεν κράτησαν για περιορισμένο διάστημα αλλά συνεχίστηκαν επί δύο αιώνες, απέναντι σε φυλές που αποτελούσαν πρόσμειξη Κελτών και τοπικών ιβηρικών πληθυσμών. Αυτές οι διαμάχες ξεκίνησαν το 218 π.Χ. όταν ο ρωμαϊκός στρατός κατέλαβε κάποια σημεία της Ισπανίας για να εμποδίσει τον ανεφοδιασμό του Αννίβα. Επικεφαλής των Ρωμαίων ήταν ο στρατηγός Σκιπίωνας, ο οποίος έκανε πολλές πετυχημένες συμφωνίες με κάποιες από τις φυλές αλλά σε άλλες φέρθηκε με φοβερή αγριότητα, εξοντώνοντας ή πουλώντας τες ολόκληρες ως σκλάβους. Αναλυτές υποστηρίζουν πως οι τεράστιες απώλειες που συνάντησε ο ρωμαϊκός στρατός στην Ισπανία έφεραν τέτοια αναστάτωση και δυσαρέσκεια στο εσωτερικό του και προκάλεσαν τόσο βαριά φορολογία ώστε κατέληξαν σε εσωτερικές εξεγέρσεις και εμφύλιες συρράξεις.
Σουν Τζου. Ψυχολογική υποταγή του εχθρού χωρίς πόλεμο
Η ιστορία γραφόταν όμως και εκτός Ευρώπης. Στην Κίνα από τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. διάφορα κράτη της περιοχής επεκτάθηκαν και άρχισαν συγκρούσεις με γειτονικές περιοχές. Ηταν η περίοδος των εμπόλεμων κρατών,
όπως ονομάζεται, η οποία διήρκησε από το 475 π.Χ. έως το 221 π.Χ., και στο τέλος της οποίας με τους πολέμους των Τσιν η Κίνα ενοποιήθηκε, έγινε αυτοκρατορία και οι Τσιν η πρώτη δυναστεία της. Σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές εξελίξεις, όπως η εφεύρεση της βαλλίστρας (που στην Ευρώπη ήρθε μόλις τον 5ο αιώνα μ.Χ., δέκα αιώνες αργότερα), ο πόλεμος είχε γενικευτεί. Ηταν η εποχή που γράφτηκε ένα από τα πιο σημαντικά κείμενα στην ιστορία της πολεμικής τέχνης αλλά και της στρατηγικής γενικώς, η «Τέχνη του πολέμου» του Σουν Τζου. Ο Σουν Τζου δεν περιοριζόταν σε τακτικές μάχης, αλλά παρουσίαζε συνολικές στρατηγικές στο πεδίο της πολιτικής και της διπλωματίας, της κατασκοπείας και της ψυχολογικής φθοράς, για τη νίκη σε έναν πόλεμο ακόμη και διά της αποφυγής του. Μία από τις πιο διάσημες ρήσεις του είναι πως «το να πετύχεις εκατό νίκες σε εκατό μάχες δεν είναι το αποκορύφωμα της ικανότητας. Το να υποτάξεις τον εχθρό σου χωρίς να πολεμήσεις, αυτό είναι το αποκορύφωμα της ικανότητας». Οι αναλύσεις του όμως αφορούσαν και τον ανταρτοπόλεμο. Αυτές τις τακτικές έμοιαζαν να εφαρμόζουν και οι επικεφαλής των νομαδικών φυλών που δύο αιώνες μετά, τον 2ο και τον 1ο αιώνα π.Χ., επιτέθηκαν στην Κινεζική Αυτοκρατορία. Στόχος τους δεν ήταν η κατάκτηση αλλά η λεηλασία. Τέτοιες φυλές ήταν οι Γότθοι και οι Ούννοι. Οι μεν Γότθοι, πιθανότατα τευτονικής καταγωγής, μετακινούμενοι από τη σημερινή δυτική Ρωσία, το 236 π.Χ. έφτασαν στα σύνορα της Κίνας και εισέβαλαν. Αργότερα, πετυχαίνοντας σαρωτική προέλαση έφτασαν στα Bαλκάνια, όπου όμως δέχτηκαν ισχυρή επίθεση από τους Ρωμαίους, οι οποίοι υπό τον αυτοκράτορα Διοκλητιανό τους υπέταξαν. Σημαντικό ρόλο έπαιξε σε αυτό και ο φόβος των Γότθων απέναντι στους Ούννους που πλησίαζαν τότε από την Ανατολή.
Οι Ούννοι ήταν μογγολικός λαός που βρισκόταν πέρα από τα Ιμαλάια. Λόγω των πολέμων μεταξύ των εκεί φυλών, του υπερπληθυσμού αλλά και κλιματολογικών αλλαγών που επηρέαζαν την παραμονή τους εκεί, εγκατέλειψαν την περιοχή και έφυγαν προς τη Δύση. Η εντύπωση που έκαναν ήταν τέτοια ώστε οι ιστορικοί της εποχής μιλούσαν για εκατοντάδες χιλιάδες πληθυσμού, μάλλον υπερβάλλοντας. Οι αγριότητες που διέπρατταν κατά τη διέλευσή τους έκαναν το όνομά τους ιστορικό συνώνυμο της βαρβαρότητας. 1 Η νομαδική φυλή των Ούννων με επικεφαλής τον περιβόητο Αττίλα ερήμωσε πάρα πολλές πόλεις της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αναγκάζοντας τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄ να υπογράψει μια ταπεινωτική συνθήκη, παραχωρώντας 1 Την περίοδο της Κατοχής οι Ελληνες χαρακτήριζαν συχνά τους ναζί «Ούννους», θέλοντας έτσι να σηματοδοτήσουν την απόλυτη θηριωδία
μεγάλες περιοχές στα νότια του Δούναβη και τεράστια ετήσια χρηματικά ποσά. Ο Αττίλας στη συνέχεια κυρίευσε τη σημερινή Γερμανία, εισέβαλε στη Ρωσία, ενώ δυτικά έφτασε μέχρι τη Γαλατία, φτιάχνοντας ένα τεράστιο κράτος που έφτανε από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τον ποταμό Ρήνο. Ακόμη πιο εντυπωσιακό γίνεται το γεγονός αυτό λόγω του ότι επιτεύχθηκε από έναν στρατό νομάδων. Το 451 ο Αέτιος ως επικεφαλής ενός στρατού που τον αποτελούσαν Ρωμαίοι, Γαλάτες, αλλά και χιλιάδες Γότθοι των οποίων οι υπηρεσίες είχαν εξαγοραστεί από τη Ρώμη νίκησε τον Αττίλα. Αυτός όμως κατάφερε να υποχωρήσει και, παρά τις μεγάλες απώλειες που είχε, να συγκεντρώσει και πάλι δυνάμεις και να φτάσει μπροστά στα τείχη του Μιλάνου. Ομως μια θανατηφόρα ασθένεια άρχισε να εξοντώνει τους στρατιώτες του. Εκείνη τη στιγμή δέχτηκε επίσκεψη από τον πάπα της Ρώμης Λέοντα, απεσταλμένο του αυτοκράτορα της Ρώμης Βαλεντιανού. Πείστηκε να συνάψει ειρήνη και να εγκαταλείψει τα σχέδιά του για κατάκτηση κι άλλων εδαφών. Το πιο εντυπωσιακό όμως δεν είναι οι επιτυχίες αλλά το τέλος των Ούννων. Λίγο μετά, το 453 μ.Χ., ο Αττίλας πέθανε. Οι Ούννοι αποδιοργανώθηκαν και άρχισαν να εγκαταλείπουν τα εδάφη που είχαν κατακτήσει. Σε λίγο αυτοί οι φοβεροί πολεμιστές που σημάδεψαν την Ιστορία χάθηκαν από παντού, αφήνοντας τα ίχνη τους μόνο μέσα στις σελίδες της.
Αντιμετωπίζοντας τους Μογγόλους με ανταρτοπόλεμο
Αλλη φυλή άτακτων κατακτητών με πολύ μεγάλη επίδραση ήταν οι Μογγόλοι του Τζένγκις Χαν. Ο εμβληματικός αυτός κατακτητής, έχοντας συνενώσει υπό την ηγεσία του έναν αριθμό μογγολικών νομαδικών φυλών που ζούσαν στην Ασία, στην περιοχή της λίμνης Βαϊκάλης κοντά στην σημερινή περιοχή του Ιρκούτσκ, οργάνωσε έναν στρατό που το 1214 κατάφερε να διαπεράσει το Σινικό Τείχος και να εισβάλει στο Πεκίνο, πρωτεύουσα της δυναστείας των Χαν. Λίγα χρόνια μετά επεκτάθηκε δυτικά. Κατέκτησε μια περιοχή που εκτεινόταν από τη βόρεια Ινδία ως την Περσία. Σε αντίθεση με τους Ούννους, οι Μογγόλοι δεν χάθηκαν μαζί με τον αρχηγό τους. Οταν πέθανε ο Τζένγκις Χαν, το 1227, αυτοί συνέχισαν να επελαύνουν με επικεφαλής τον γιο του, Ογκντάι. Με έναν στρατό έφιππων τοξοτών, αντρών που ουσιαστικά ζούσαν πάνω στα άλογά τους, κατέκτησαν τη βόρεια και τη νότια Κίνα, τη σημερινή Πολωνία και εισέβαλαν στη Ρωσία. Αργότερα, με επικεφαλής τον Μάνγκου Χαν και έπειτα τον Κουμπλάι Χαν, δημιούργησαν τη δυναστεία των Γιουάν που κυριάρχησε στην Κίνα ως το 1368. Ο Μάρκο Πόλο, που είχε επισκεφτεί την αυτοκρατορία του Κουμπλάι Χαν, κατέγραψε πως κάθε πολεμιστής των Μογγόλων είχε μαζί του 18 άλογα τα οποία κουβαλούσαν τις προμήθειές του. Κι αυτοί οι φοβεροί πολεμιστές συνάντησαν, όμως, αυτόν που
τους σταμάτησε εφαρμόζοντας την τέχνη του ανταρτοπολέμου. Οταν προσπάθησαν για τρίτη φορά να εισβάλουν στο Βιετνάμ ήταν πια η ώρα να αναδειχθεί μια πολύ σημαντική φιγούρα. Ο στρατηγός Τραν Χουνγκ Ντάο, ο οποίος λίγα χρόνια νωρίτερα είχε αποσυρθεί στα βουνά όπου συνέγραψε κι αυτός ένα εγχειρίδιο πολεμικών τακτικών, ήταν έτοιμος να οργανώσει την άμυνα του λαού του. Υποστήριζε πως:
«Ο εχθρός πρέπει να αναγκαστεί να δώσει μάχες μακριά από το σπίτι του για πολύ καιρό […] Πρέπει να τον αποδυναμώσουμε παρασύροντάς τον σε παρατεταμένες εκστρατείες. Μόλις η αρχική του ορμή εξασθενίσει, τότε θα είναι πιο εύκολο να τον καταστρέψουμε». Βέβαια, έπρεπε να περάσουν τρία χρόνια για να σπάσει η ορμή της στρατιάς του Κουμπλάι Χαν. Ο Τραν Χουνγκ Ντάο έβαλε τους αντάρτες του να φυτέψουν χιλιάδες πασσάλους από μπαμπού με ατσάλινες κορυφές στον ποταμό Μπαχ Ντανγκ. Μια μικρή ναυτική δύναμη των Βιετναμέζων παρέσυρε τους Μογγόλους –που στο μεταξύ είχαν φτιάξει πλοία και έρχονταν να εισβάλουν με αυτά στο Βιετνάμ– σε μια μάχη που φαινόταν γι’ αυτούς εύκολη. Ομως μόλις τα πλοία τους καρφώθηκαν στους πασσάλους και ακινητοποιήθηκαν ή άρχισαν να βουλιάζουν ο Ντάο έδωσε εντολή στους άντρες του να ορμήσουν στους Μογγόλους. Ο Ντάο είχε νικήσει. Αλλά εκτός από σημαντικός στρατηγός είχε και συνολικά πολύ καλή αντίληψη για τις ισορροπίες δύνα
μης. Ετσι, μετά τη νίκη του σταμάτησε τις εχθροπραξίες και αναγνώρισε την εξουσία των Μογγόλων στην Κίνα, εξασφαλίζοντας την ειρήνευση.
Ουαλία. Ο πόλεμος της φθοράς και της υπομονής
Στην άλλη μεριά της γης, στη Βρετανία, συνέβαινε μια άλλη σύγκρουση με αντάρτικα χαρακτηριστικά. Μιλάμε για την προσπάθεια του βασιλιά Εδουάρδου Α΄ να εισβάλει στην Ουαλία και να υποτάξει τους κατοίκους της, κάτι που οι προκάτοχοί του προσπαθούσαν επί 200 χρόνια με μικρή επιτυχία. Ο Εδουάρδος χάραξε τη στρατηγική του έχοντας ανά χείρας τις συμβουλές ενός κληρικού ονόματι Τζιράλντους, ο οποίος είχε μελετήσει την πολεμική συμπεριφορά των άτακτων Ουαλών, όντας άλλωστε και ο ίδιος Ουαλός κατά το ήμισυ, και τις είχε περιγράψει σε δύο βιβλία του. Εκεί κατέγραφε τον τρόπο πολέμου των Ουαλών, που έμπαιναν στη μάχη με ελαφρύ οπλισμό για να διατηρούν την κινητικότητά τους, υπό τους ήχους της τρομπέτας για να σπάει το ηθικό των αντιπάλων και υποχωρώντας τακτικά στο δάσος περίμεναν τους εχθρούς τους να διεισδύσουν για να πέσουν στις ενέδρες που τους είχαν στήσει. Ο Τζιράλντους πρότεινε μια στρατηγική βασισμένη στις αδυναμίες των Ουαλών, έναν μακρόχρονο πόλεμο που ήταν ο μόνος τρόπος για να φθαρούν άνθρωποι που πολεμούσαν ανορθόδοξα όπως αυτοί, που δεν είχαν να υπερασπιστούν κάποιο κάστρο ή να οργανώσουν κάπου την άμυνά τους. Ο στρατός των Αγγλων έπρεπε να επιτεθεί μόνο αφού είχε φροντίσει πιο πριν να διασπάσει τις δυνάμεις των Ουαλών μέσα από δωροδοκίες και εκμεταλλευόμενος ότι οι διάφορες φατρίες τους αλληλοϋποβλέπονται, έχοντας αποκόψει τις οδούς των προμηθειών τους και μόνο όταν θα είχαν πια αποδυναμωθεί αρκετά. Αλλά και τότε η επίθεση θα έπρεπε να γίνει από ελαφριά σώματα που ακόμη κι αν έχουν απώλειες θα μπορούν να αντικαθίστανται, ενώ οι Ουαλοί δεν θα μπορούν πια να έχουν εφεδρείες. Με δυο λόγια, οι Αγγλοι έπρεπε να εφαρμόσουν απέναντι στους αντάρτες το ίδιο τους το όπλο, έναν πόλεμο φθοράς και υπομονής. Ο Εδουάρδος πράγματι εισέβαλε στην Ουαλία και έπειτα από μακρόχρονη και εξαιρετικά δαπανηρή μάχη κατάφερε να την ελέγξει και να την εντάξει στο βασίλειο της Αγγλίας το 1284.
Ο Εδουάρδος όμως πρωταγωνίστησε και σε άλλη μια σύγκρουση με παρόμοια χαρακτηριστικά, για την οποία ξέρουμε όλοι μας περισσότερα. Είναι ο πόλεμος με τους Σκωτσέζους που είχαν αρχηγό τον περίφημο Ουίλιαμ Ουάλας, τον οποίο ενσαρκώνει στη δημοφιλή ταινία «Braveheart» ο Μελ Γκίμπσον. Ασφαλώς η ταινία αναπλάθει κάπως δημιουργικά την ιστορική πραγματικότητα σε πολλά σημεία, αλλά ο αφηγηματικός πυρήνας παραμένει η ιστορική αυτή
σύγκρουση. Ο Τζον Μπάλιολ, που είχε αναρριχηθεί στον θρόνο της Σκωτίας με τη βοήθεια του Εδουάρδου, έπαυσε να αναγνωρίζει τη συμμαχία του με τον τελευταίο το 1295, συνάπτοντας μια νέα με τη Γαλλία. Ο Εδουάρδος εισέβαλε με μεγάλη αγριότητα στη Σκωτία και την επανέφερε υπό τον έλεγχό του, καταπιέζοντας πολλαπλώς τον λαό της περιοχής. Τότε ένας νεαρός, ο Ουίλιαμ Ουάλας, σκότωσε Αγγλους στρατιώτες και έναν δικαστή, εκδικούμενος ενέργειές τους σε βάρος των ντόπιων. Κυνηγημένος και φυγάς πια, συγκρότησε μια ομάδα ατάκτων η οποία άρχισε να επιτίθεται στους Αγγλους. Το παράδειγμά τους ακολούθησαν σύντομα κι άλλοι και στο τέλος η σύγκρουση γενικεύτηκε και εξελίχτηκε σε κανονική εξέγερση. Παρότι οι ευγενείς των Σκωτσέζων συνθηκολόγησαν με τους Αγγλους, ο στρατός που είχε συγκροτήσει ο Ουάλας συνέχισε να πολεμάει. Τον Σεπτέμβριο του 1297 νίκησε στη μάχη του Στέρλινγκ, έναν από τους πιο σημαντικούς σταθμούς στον αγώνα της σκωτσέζικης ανεξαρτησίας. Ο Ουάλας νικούσε εφαρμόζοντας κι αυτός τακτικές ανταρτοπολέμου απέναντι στον οργανωμένο αγγλικό στρατό. Κατηγορήθηκε αργότερα από τους Αγγλους για φόνους, ληστείες και σύληση εκκλησιών, αλλά οι τακτικές του κέρδιζαν όλο και περισσότερο τη λαϊκή υποστήριξη. Ομως το 1298 ηττήθηκε στη μάχη του Φάλκιρκ, όπου οι Αγγλοι εφάρμοσαν δικές του τακτικές, αντιμετωπίζοντας το ιππικό των Σκωτσέζων με μακριά δόρατα, σκοτώνοντας σύμφωνα με κάποιες καταγραφές 10.000 Σκωτσέζους. Το 1303 ο Εδουάρδος εισέβαλε δυναμικά στη Σκωτία, οι ευγενείς συνθηκολόγησαν, ο Ουάλας συνελήφθη και ζήτησε αμνηστία, η οποία δεν του δόθηκε. Μεταφέρθηκε στο Λονδίνο όπου εκτελέστηκε, αφού πρώτα τον είχαν διαπομπεύσει στους δρόμους της πόλης. Αργότερα ο Ρόμπερτ Μπρους, γιος ενός ευγενή και συμπολεμιστής του Ουάλας, με μια σειρά από νίκες ανάμεσα στο 1310 και το 1314 έδιωξε τους Αγγλους από το μεγαλύτερο τμήμα της Σκωτίας και στη μάχη του Μπάνοκμπερν συνέτριψε τον υπεράριθμο αγγλικό στρατό, αναγκάζοντας τους Αγγλους να δεχτούν τη νέα πραγματικότητα. Ηταν πια ο Ροβέρτος Α΄, βασιλιάς της ανεξάρτητης Σκωτίας.
Ως αποικιακή κατακτητική δύναμη οι Βρετανοί ήταν αυτοί που βρέθηκαν τις πιο πολλές φορές απέναντι σε τακτικές ανταρτοπολέμου στη νεότερη ιστορία. Η Ινδία τον 18ο αιώνα ήταν άλλη μια χαρακτηριστική περίπτωση λιγότερο αναπτυγμένου τεχνολογικά και οργανωμένου στρατιωτικά πληθυσμού ο οποίος χρειάστηκε να αντιμετωπίσει την τεχνολογική υπεροπλία των Αγγλων. Ο βαρύς οπλισμός και η έλλειψη τακτικής ευελιξίας από τους υπερόπτες αξιωματικούς κόντεψαν να στοιχίσουν στους Αγγλους την επιτυχία στην εκστρατεία τους. Οι Ινδοί, όμως, εξαιτίας της επιρροής που είχαν δεχτεί από Γάλλους αξιωματικούς έκαναν το λάθος να περάσουν από τις αντάρ
τικες στις συμβατικές μεθόδους πολέμου, επιλογή που αναίρεσε τελικά τα πλεονεκτήματά τους και οδήγησε στην ήττα τους. Και ασφαλώς δεν θα μπορούσε να μην έχει αντιμετωπίσει ανταρτοπόλεμο ένας ακόμη από τους μεγαλύτερους κατακτητές της Ιστορίας, ο Μέγας Ναπολέων. Το 1809 κατέστειλε χωρίς μεγάλη δυσκολία την αντίσταση των ορεσίβιων κατοίκων της περιοχής του Τιρόλο. Αλλά τα πράγματα δεν ήταν τόσο εύκολα στην προσπάθειά του να εισβάλει στη Ρωσία το 1812.
Καμένη γη και άτακτοι Ρώσοι αγρότες κατά του Ναπολέοντα
Ο Ναπολέων δεν είχε σε μεγάλη εκτίμηση τις ικανότητες του ρωσικού στρατού. Και ίσως να μην είχε άδικο. Ομως δεν είχε υπολογίσει την ευφυΐα του στρατηγού Κουτούζοφ, ο οποίος αποφάσισε πως ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπιστεί ο τεράστιος γαλλικός στρατός (πάνω από 600.000, πολύ μεγαλύτερος από τον ρωσικό) ήταν να εκμεταλλευτεί το σκληρό τοπίο της περιοχής. Αφησε λοιπόν τον Ναπολέοντα να προχωράει χωρίς ουσιαστικά να δίνει μάχες. Ο γαλλικός στρατός έβρισκε όλο και πιο δύσκολα προμήθειες και έχανε δυνάμεις. Οι Ρώσοι αγρότες, καταπιεσμένοι από τους γαιοκτήμονες και τον τσάρο, θα μπορούσαν να βοηθήσουν τον Ναπολέοντα, που άλλωστε εκπροσωπούσε τη Γαλλική Επανάσταση. Ομως αυτός επέλεξε να φερθεί και σε αυτούς με σκληρότητα και αντί να βοηθήσει το αυτονομιστικό κίνημα που είχαν αναπτύξει τους αντιμετώπισε με βία. Αυτοί απάντησαν με την τακτική της καμένης γης, καταστρέφοντας οτιδήποτε μπορούσε να λειτουργήσει ως προμήθεια για τον γαλλικό στρατό. Ετσι η πορεία των στρατιωτών έγινε ακόμη πιο δύσκολη και ήταν πια σε απόλυτη αδυναμία να συντηρήσουν τις δυνάμεις τους. Ο μακρύς ρωσικός χειμώνας εκείνης της χρονιάς ήταν ο τελειωτικός παράγοντας. Ο Ναπολέων αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Η τραγική κατάσταση του στρατού του ήταν πρωτοφανής. Συντηρούνταν με αλεύρι που το έβραζαν με νερό για να γίνει χυλός, οι στρατιώτες πέθαιναν από την εξάντληση και τις ασθένειες που ευνοούνταν από το καλοκαίρι που είχε έρθει στο μεταξύ, ενώ έχουν καταγραφεί ακόμη και περιστατικά κανιβαλισμού. Ακόμη πέθαναν 10.000 άλογα, κάνοντας τις μετακινήσεις ακόμη πιο δύσκολες. Σε αυτές τις συνθήκες όλοι θα περίμεναν πως οι Ρώσοι θα επιτίθονταν. Ο τσάρος διέταξε τον Κουτούζοφ να το κάνει. Αυτός διαφώνησε και αποφάσισε να ακολουθεί στα κρυφά ο στρατός του αυτόν του Ναπολέοντα.
Στο τέλος δεν χρειάστηκε να κάνει πολλά. Ολο το προηγούμενο διάστημα οι αγρότες οργανώνονταν. Μικρές ομάδες λίγων ατόμων κατέληγαν να έχουν στρατολογήσει εκατοντάδες. Σε μια περίπτωση ο Ερμολάι Τσετβερτάκοφ, ένας αιχμάλωτος Ρώσος αγρότης, αφού απέδρα
Ενδεικτική βιβλιογραφία
• Asprey B. Robert, The guerilla in history, William Morrow and company, Νέα Υόρκη 1994
• Boot Max, Invisible armies: An epic history of guerrilla warfare from ancient times to the present, Liveright, Νέα Υόρκη 2013