Θεραπεία μόνο με ενίσχυση του συστήματος υγείας
Το μάθημα της Κίνας δείχνει ότι τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα δεν αρκούν από μόνα τους
Εν συντομία
Οι κυβερνήσεις δεν μπορούν απλώς να κλειδώσουν τους πολίτες στα σπίτια τους ευχόμενες ότι έτσι θα κερδίσουν τη μάχη με τον κορονοϊό. Πρέπει να πάρουν την απόφαση – έστω και τώρα– να επενδύσουν στη δημόσια υγεία.
Γιατί ενδιαφέρει
Πώς θα ελευθερωθούμε από τον φαύλο κύκλο της νόσου και των περιορισμών.
«Αν δεν εφαρμόσουμε εκτεταμένα μέτρα ενίσχυσης της δημόσιας υγείας τώρα, όταν τα μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων και υποχρεωτικού αυτοεγκλεισμού αρθούν θα υπάρχει ο κίνδυνος η νόσος να πάρει πάλι τα πάνω της». Τάδε έφη ο ανώτατος αξιωματούχος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας Μάικ Ράιαν σε συνέντευξή του την περασμένη Κυριακή στο βρετανικό δίκτυο BBC.
Στις φωνές που τον τελευταίο καιρό προειδοποιούν για την ανεπάρκεια της επιβολής δραστικών
περιοριστικών μέτρων και αυτοεγκλεισμού ακόμη και ολόκληρων πληθυσμών προστέθηκε πλέον και η «επίσημη» του ΠΟΥ.
Κατανοητή και μέχρι κάποιον βαθμό αποδεκτή –λόγω της πρωτοφανούς για τη σύγχρονη κοινωνία πανδημίας του κορονοϊού– η εφαρμογή των αστυνομοκρατούμενων κανόνων περιορισμού, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι ικανή να μας βγάλει από την κρίση της νόσου Covid-19 στην οποία έχει βυθιστεί ολόκληρος ο πλανήτης. Τι θα συμβεί όταν τις επόμενες εβδομάδες ή και μήνες οι κυβερνήσεις των χωρών αναγκαστούν να αποσύρουν τα δραστικά μέτρα στα οποία έχουν καταφύγει στην προσπάθειά τους να αναστείλουν τον ρυθμό διασποράς του κορονοϊού; Πολύ απλά, λένε οι ειδικοί, θα επέλθει νέο κύμα κρουσμάτων με τις ίδιες αν όχι χειρότερες συνέπειες στη δημόσια υγεία.
Η ξεκάθαρη λύση
Η λύση είναι ξεκάθαρη. «Αυτό που έχουμε πραγματικά ανάγκη είναι να εντοπίσουμε τους νοσούντες και όσους έχουν προσβληθεί από τον ιό, να τους απομονώσουμε, να βρούμε με ποιους ήρθαν σε επαφή και να τους απομονώσουμε και αυτούς» εξήγησε
ο Ράιαν, ενώ αναφέρθηκε στα επιτυχημένα παραδείγματα της Κίνας, της Σιγκαπούρης και της Νότιας Κορέας, χώρες οι οποίες έχουν καταφέρει όχι να βγουν αλώβητες αλλά να κάμψουν την καμπύλη διάδοσης της Covid-19 και να περιορίσουν ταχύτερα σε σχέση με άλλες χώρες τόσο τα νέα κρούσματα όσο και τους θανάτους.
Το κλείσιμο των σχολείων και μερίδας επιχειρήσεων, η προώθηση της τηλεργασίας, η μετακίνηση των πολιτών με αδειόχαρτα είναι λύσεις που πρώτα εφάρμοσαν οι ασιατικές χώρες στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν τους πολίτες τους. Το παράδειγμα της Κίνας ακολούθησαν οι ευρωπαϊκές χώρες – άλλες σχετικά γρήγορα (βλ. Ελλάδα), άλλες έχοντας πρώτα επιδιώξει να πάνε κόντρα στο ρεύμα της εφαρμογής μέτρων για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού (βλ. Ηνωμένο Βασίλειο). Ωστόσο, η λύση των Κινέζων και των Νοτιοκορεατών, οι οποίοι βέβαια δεν δίστασαν να προχωρήσουν ακόμη και σε αμφιλεγόμενες πολιτικές παρακολούθησης των πολιτών με συστήματα γεωεντοπισμού των κινητών και κάμερες ασφαλείας, δεν έμεινε εκεί. Συνδυάστηκε με τον μαζικό έλεγχο των πολιτών, γεγονός που τους επέτρεψε να εφαρμόσουν αυτό που λέει σήμερα ο Ράιαν: να εντοπίσουν και να απομονώσουν τους νοσούντες και τις επαφές τους.
Η πραγματική θεραπεία
Μπορεί η επιθετική διενέργεια ελέγχων να έχει αναγνωριστεί πλέον ως ίσως ο πιο επιτυχημένος τρόπος αντιμετώπισης της Covid-19, ωστόσο από μόνη της δεν είναι αρκετή. Δεν θεραπεύει άλλωστε τους νοσούντες. Απλώς βοηθά στον περιορισμό του αριθμού τους.
Η θεραπεία των αρρώστων απαιτεί κραταιό σύστημα υγείας το οποίο θα μπορεί να σηκώσει το βάρος της πανδημίας. Οταν οι κινεζικές αρχές είδαν ότι τα νοσοκομεία τους αδυνατούν να φροντίσουν το σύνολο των νοσούντων, έσπευσαν να… σηκώσουν ένα νέο νοσοκομείο μέσα σε δέκα ημέρες. Οι νοτιοκορεατικές αρχές επίταξαν κοιτώνες για να στεγάσουν τα πιο ήπια περιστατικά. Τα κράτη που παλεύουν ακόμη να αναχαιτίσουν τον αόρατο εχθρό οφείλουν ακόμη και τώρα να ενισχύσουν τα εθνικά συστήματα υγείας τους. Εχει καταστεί πια σαφές ότι αν δεν συμμορφωθούν, θα θρηνήσουν αμέτρητα ακόμη θύματα.