A-πολιτιστικός πολιτισμός
Εργα (εκχώρησης στον ιδιωτικό τομέα) και ημέρες της υπουργού Πολιτισμού τον πρώτο χρόνο της θητείας της
Η πολιτική της ΝΔ και της υπουργού Πολιτισμού υπονομεύει το δημόσιο συμφέρον, παραδίδει τον μνημειακό πλούτο σε ιδιοτελή συμφέροντα, απαξιώνει τον πολιτισμό και τους ανθρώπους που τον υπηρετούν
Γενικού γραμματέα Ενιαίου Συλλόγου Υπαλλήλων Υπουργείου Πολιτισμού Αττικής, Στερεάς και Νήσων
Στον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης της ΝΔ ο απολογισμός για την πολιτική που ασκείται στον τομέα του πολιτισμού είναι δραματικά αρνητικός. Αλλωστε στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ο τεχνοκρατικός και ψευδεπίγραφα εκσυγχρονιστικός λόγος τής γνώριμης από την πολύχρονη θητεία της ως γενικής γραμματέα στις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ νέας υπουργού Λίνας Μενδώνη δύσκολα μπορούσε να κρύψει τις πραγματικές κατευθύνσεις: παραχωρήσεις προς το ιδιωτικό κεφάλαιο και τα κάθε λογής ιδρύματα πολιτισμού, εμπορευματοποίηση των μνημείων, απουσία οποιουδήποτε σχεδιασμού για την υποστήριξη του σύγχρονου πολιτισμού και των δημιουργών.
Η καλή (όπως και η κακή) μέρα από το πρωί φαίνεται
Τα πρώτα δείγματα γραφής δόθηκαν με τις μεθοδευμένες κινήσεις αλλαγής του σχεδιασμού υλοποίησης του σταθμού Βενιζέλου στο μετρό Θεσσαλονίκης, όπου έχει αποκαλυφθεί από την αρχαιολογική σκαπάνη το κεντρικό βυζαντινό σταυροδρόμι, μοναδικό υλικό τεκμήριο της δομής, της οργάνωσης και της ζωής των κατοίκων της δεύτερης μετά την Κωνσταντινούπολη πόλης της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η ανατροπή της δρομολογημένης λύσης κατασκευής του σταθμού με την in situ διατήρηση των αρχαιοτήτων –πολιτική επιλογή καταστρεπτική για τις αρχαιότητες και ευνοϊκή μόνο για τις εμπλεκόμενες εργολαβικές εταιρείες– υπονομεύει την προοπτική να αποκτήσει η Θεσσαλονίκη ένα τεχνικό έργο που θα εξυπηρετεί τις ανάγκες της πόλης τόσο για τις μετακινήσεις των κατοίκων της όσο και για την ενίσχυση της ιστορικής τους ταυτότητας και αυτογνωσίας, αλλά και έναν αρχαιολογικό χώρο που θα προσέλκυε χιλιάδες επισκέπτες από ολόκληρο τον κόσμο. Οι αντιδράσεις σύσσωμης της αρχαιολογικής κοινότητας στην Ελλάδα και διεθνώς αποκαλύπτουν το μέγεθος του προβλήματος που δημιούργησε η κυβέρνηση, η οποία έχει και την πλήρη πολιτική ευθύνη για τις νέες καθυστερήσεις στην υλοποίηση του έργου και την οικονομική του επιβάρυνση που θα προκύψουν μεταξύ άλλων και από τις αναπόφευκτες προσφυγές στη Δικαιοσύνη.
Για τη σημερινή κυβέρνηση και την υπουργό Πολιτισμού της προστασία των μνημείων είναι η απαξίωση της αρχαιολογικής υπηρεσίας, η προσπάθεια εκχώρησης μέρους των αρμοδιοτήτων της σε τρίτους, η υλοποίηση έργων με την αποδοχή και προβολή χορηγιών (σε χρήμα ή σε «μελέτες») ιδιωτών και η υποταγή της στην υλοποίηση σχεδίων πολιτιστικών ιδρυμάτων. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί δίχως άλλο η υπόθεση του αναβατορίου για ανθρώπους με κινητικές δυσκολίες στην Ακρόπολη, ένα ζήτημα που αφού αξιοποιήθηκε στον μέγιστο βαθμό προεκλογικά από τη ΝΔ, εξελίχθηκε σε μια εμμονική επικοινωνιακή φούσκα από την ίδια την υπουργό, για να καταλήξει σε ολοκληρωτικό φιάσκο. Παρά τον συνεχή επικοινωνιακό βομβαρδισμό από το γραφείο Τύπου του υπουργείου Πολιτισμού για κάθε λεπτομέρεια της πορείας των σχετικών έργων στο εμβληματικό μνημείο και παρά την τουλάχιστον ιδιόρρυθμη εμπλοκή στα έργα του Ιδρύματος Ωνάση, για τη χορηγία του οποίου έχει απλωθεί πέπλο μυστηρίου, το γεγονός είναι ότι για πρώτη φορά από το 2004 δεν υπάρχει καλοκαιριάτικα τρόπος ανόδου των κινητικά αναπήρων στην Ακρόπολη.
Πολιτική με γνώμονα τα ιδιωτικά συμφέροντα
Εμπλοκή ιδιωτών και ιδρυμάτων καταγράφεται άλλωστε και σε μια
σειρά από άλλες «εμβληματικές εξαγγελίες» της κυβέρνησης για έργα αποκλειστικής αρμοδιότητας του υπουργείου Πολιτισμού: Ιδρυμα Νιάρχος στην εξαγγελθείσα και άγνωστων λοιπών στοιχείων «αναβάθμιση» του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου μετά την παταγώδη κατάρρευση της πρωθυπουργικής εξαγγελίας ενοποίησής του με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Ιδρυμα Λασκαρίδη και Ιδρυμα Μαρτίνου στα έργα που σχεδιάζονται στο πρώην βασιλικό κτήμα Τατοΐου. Την ίδια στιγμή το σωματείο Διάζωμα επιχειρεί ολοένα κι επιθετικότερα να υποκαταστήσει τον δημόσιο φορέα προστασίας των μνημείων, υπογράφοντας προγραμματικές συμφωνίες με δήμους και περιφέρειες ανά τη χώρα για έργα «ανάδειξης και προβολής» του μνημειακού πλούτου της χώρας ερήμην του υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο σιωπηρά απεκδύεται των αρμοδιοτήτων του.
Στην πολιτική κατεύθυνση ακρωτηριασμού της αρχαιολογικής υπηρεσίας εγγράφεται και η εξαγγελία της κ. Μενδώνη περί μετατροπής των μεγάλων κρατικών μουσείων που σήμερα λειτουργούν ως περιφερειακές υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού, όπως το Εθνικό Αρχαιολογικό, το Βυζαντινό και Χριστιανικό, το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη και τα Αρχαιολογικά Μουσεία Θεσσαλονίκης και Ηρακλείου, σε νομικά
πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Η κίνηση αυτή, με πρόσχημα για μια ακόμη φορά τον θρυλούμενο «εκσυγχρονισμό», τη δήθεν «ευελιξία» και την ψευδεπίγραφη «αυτοχρηματοδότηση», δεν είναι τίποτε άλλο από ακόμη μια προσπάθεια εμπλοκής ιδιωτών και φίλα προσκείμενων παραγόντων στη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς και του μουσειακού αποθέματος.
Η πολιτική αυτή συνοδεύεται από τον παροιμιώδη πλέον αυταρχισμό που επιδεικνύει με κάθε ευκαιρία η υπουργός προς τους εργαζόμενους του υπουργείου Πολιτισμού, αλλά και γενικότερα τους ανθρώπους του πολιτισμού. Η απαξιωτική συμπεριφορά στους ανθρώπους της τέχνης καταγράφηκε με καθαρότητα στη στάση της στο ζήτημα των μέτρων ενίσχυσης από τις επιπτώσεις της καραντίνας εξαιτίας της πανδημίας, ενώ επιβεβαιώνεται καθημερινά, όπως στο πρόσφατο συμβάν με τη φράση «όχι μαγκιές σ’ εμένα» που απηύθυνε δημόσια σε αρχαιολόγο που… τόλμησε να κάνει επιστημονικές παρατηρήσεις για τη μελέτη επεμβάσεων στη Βασιλική Β΄ των Φιλίππων. Η πολιτική της ΝΔ και της υπουργού Πολιτισμού βλάπτει σοβαρά τον πολιτισμό. Υπονομεύει το δημόσιο συμφέρον, παραδίδει τον δημόσιο μνημειακό πλούτο σε ιδιοτελή συμφέροντα, απαξιώνει τον πολιτισμό και τους ανθρώπους που τον υπηρετούν. Γι’ αυτό πρέπει να ανατραπεί.