ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΗΣΕΙΣ
Από την «αριστοκρατική εξέγερση» του 1787 στη Βαστίλλη. Η καμπή της καρατόμησης του Λουδοβίκου. Η ανατροπή των Γιρονδίνων από τους Αβράκωτους. Η τρομοκρατία ως αναπόδραστη επιλογή των ιακωβίνων. Οι δύο πτέρυγες της αστικής τάξης και το πραξικόπημα της 9ης
Εγιναν δύο, τρεις ή τέσσερις γαλλικές επαναστάσεις;
Στα πρώτα της βήματα εμφανίζεται ως μια μετριοπαθής «φιλελεύθερη επανάσταση», με μερικά μόνο δραματικά επεισόδια. Αυτή η πρώτη περίοδος της επανάστασης εξελίσσεται σε τέσσερις διαδοχικές φάσεις. Η πρώτη φάση της Γαλλικής Επανάστασης είναι η επονομαζόμενη και «αριστοκρατική εξέγερση» (1787-1788). Είναι εντυπωσιακό, αλλά είναι ευρύτερα άγνωστο το γεγονός ότι η Γαλλική Επανάσταση ξεκινάει ως απόπειρα της αριστοκρατίας να ανακαταλάβει το κράτος. Ολος ο 18ος αιώνας στη Γαλλία χαρακτηρίστηκε ως ο αιώνας της «αριστοκρατικής αντεπίθεσης» με την οποία οι ευγενείς, μετά τον θάνατο του Λουδοβίκου ΙΔ΄ το 1715, επιχείρησαν να επανακτήσουν όλα τα φεουδαρχικά προνόμια που τους είχε στερήσει ο «βασιλιάς Ηλιος». Η εξέγερση της αριστοκρατίας ανοίγει τον δρόμο για τη σύγκληση της Συνέλευσης των Γενικών στις 5 Μαΐου 1789 και στη συνέχεια για μια εξέγερση των μεγαλοαστών, «των νομικών» όπως την αποκάλεσαν, με αποκορύφωμα την άρνηση της Τρίτης Τάξης να αποδεχτεί τη λήξη των εργασιών της Συνέλευσης και την αυτοανακήρυξή της σε Εθνοσυνέλευση τον Ιούνιο του 1789. Η απόπειρα του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄ να καταστείλει τη λειτουργία της θα προκαλέσει λαϊκή επανάσταση, η οποία θα κορυφωθεί με την πολιορκία και την κατάληψη (ή πτώση) της Βαστίλλης τη 14η Ιουλίου 1789, που μέχρι σήμερα
χρησιμοποιείται ως ημερομηνία έναρξης της επανάστασης. Από τις 20 Ιουλίου έως τις 6 Αυγούστου 1789 ο «μεγάλος φόβος», όπως τον ονομάζει ο ιστορικός Ζορζ Λεφέβρ, θα προκαλέσει τελικά την αγροτική επανάσταση, η οποία μέσα σε περίπου δύο εβδομάδες θα σαρώσει το παλαιό καθεστώς, το οποίο καταρρέει.
Αυτή η πρώτη μετριοπαθής «φιλελεύθερη νομική» επανάσταση, η οποία φτάνει μέχρι το καλοκαίρι του 1791, χαρακτηρίζεται από σχετική ηρεμία –αν εξαιρέσουμε τα γεγονότα της 5ης Οκτωβρίου 1789– και σημαδεύεται από τις εργασίες της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης για τη σύνταξη συντάγματος, η οποία θα ολοκληρώσει τις εργασίες της τον Σεπτέμβριο του 1791. Το 1790 ήταν η πιο ήσυχη χρονιά της επανάστασης και ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄, ο βασιλιάς της Γαλλίας, δεν αμφισβητείται ανοικτά από καμία πλευρά, καθώς φαινομενικά έχει αποδεχτεί την ανάγκη για σύνταξη συντάγματος και τη μετατροπή της απόλυτης μοναρχίας σε συνταγματική. Ολα αυτά θα αλλάξουν οριστικά τη νύχτα της 20ής προς 21η Ιουνίου του 1791.
Εκείνη τη νύχτα η βασιλική οικογένεια, που καθόλου δεν έχει αποδεχτεί στην πραγματικότητα τα τελεσμένα της Συντακτικής, επιχειρεί να δραπετεύσει από τη Γαλλία και να περάσει τα σύνορα. Και σχεδόν το κατορθώνει. Στη Βαρέν, στα γαλλοβελγικά σύνορα, την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή αναγνωρίζει τη βασιλική οικογένεια ο επικεφαλής του ταχυδρομικού σταθμού Ζαν-Μπαπτίστ Ντρουέ και καλεί την εθνοφρουρά, η οποία τους εμπο
δίζει να προχωρήσουν. Ο βασιλιάς και η οικογένειά του επιστρέφουν μέσα σε νεκρική σιγή. Οι Γιρονδίνοι, πολιτική ομάδα των μετριοπαθών αστών, θα επιχειρήσει να παρουσιάσει τη φυγή της βασιλικής οικογένειας ως απαγωγή προκειμένου να μετριάσει ενδεχομένως τη λαϊκή οργή, η οποία αρχίζει να αντιλαμβάνεται την υποκρισία του βασιλιά στον δημόσιο λόγο του. Κι όμως η θέση του Λουδοβίκου παραμένει αδιαμφισβήτητη. Κανείς δεν τολμάει ακόμη να ζητήσει την τιμωρία του.
Ο Ζακ-Πιερ Μπρισό, βουλευτής των Γιρονδίνων και μέλος της Λέσχης των Ιακωβίνων, συνέγραψε μια αίτηση που απαιτούσε την απομάκρυνση του βασιλιά από τον θρόνο. Στις 17 Ιουλίου 1791 ένα πλήθος περίπου 50.000 ανθρώπων συγκεντρώθηκε στο Πεδίον του Αρεως για να τη συνυπογράψει. Περίπου 6.000 άνθρωποι είχαν υπογράψει την αίτηση όταν ο δήμαρχος του Παρισιού κήρυξε στρατιωτικό νόμο και ο μαρκήσιος Λαφαγέτ με την εθνοφρουρά διέλυσαν διά της βίας το συγκεντρωμένο πλήθος. Το ίδιο βράδυ, υπό την καθοδήγηση του Δαντόν και του Καμίλλου Ντεμουλέν, ένα ακόμη μεγαλύτερο και πιο αποφασισμένο πλήθος επέστρεψε στο Πεδίον του Αρεως, αναγκάζοντας την εθνοφρουρά να ανοίξει πυρ, με αποτέλεσμα να υπάρξουν δεκάδες νεκροί. Ηταν η πρώτη δημόσια αμφισβήτηση στο πρόσωπο του βασιλιά.
Το προηγούμενο βράδυ, τη 16η Ιουλίου 1791, ο απόηχος της απόπειρας απόδρασης της βασιλικής οικογένειας, που έχει επηρεάσει ολόκληρη τη χώρα, προκαλεί τη διάσπαση της δημοφιλέστερης επαναστατικής λέσχης, της Λέσχης των Φίλων των Δικαιωμάτων του Λαού, που συνεδριάζει τακτικά στο παλιό μοναστήρι των Ιακωβίνων. Στην πλειονότητά της αποτελείται από μετριοπαθείς οπαδούς της συνταγματικής μοναρχίας, οι οποίοι αντιτίθενται στο κείμενο του Μπρισό, αποχωρούν από τη Λέσχη και συγκροτούν τη Λέσχη των Φεγιάν ή Φεγιαντίνων. Στη Λέσχη των Ιακωβίνων παραμένουν οι λιγοστοί ριζοσπάστες δημοκρατικοί με επικεφαλής τον Πετιόν και τον Ροβεσπιέρο, χάρη στη δουλειά των οποίων στους επόμενους δύο μήνες το αρχικό αρνητικό κλίμα εναντίον των δημοκρατικών αντιστρέφεται στις λέσχες των ιακωβίνων σε ολόκληρη τη χώρα και τον Σεπτέμβριο έχουν πλέον επικρατήσει των αντιπάλων τους στην εσωτερική πάλη. Είναι η απαρχή της ριζοσπαστικής στροφής των ιακωβίνων. Τον ίδιο μήνα, τον Σεπτέμβριο του 1791, αναλαμβάνει τα καθήκοντά της η Νομοθετική Εθνοσυνέλευση, με στόχο να εμπλουτίσει με νόμους τις αρχές του συντάγματος.
Η περίοδος από τον Σεπτέμβριο του 1791 έως την άνοιξη του 1792 σηματοδοτεί την πορεία προς την πλήρη ανατροπή τής μέχρι τότε πορείας της επανάστασης. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ συνεχίζοντας την επικίνδυνη τυχο
διωκτική πολιτική του εγκαινιάζει μια νέα προσέγγιση με την Εθνοσυνέλευση. Επικαλούμενος τις αρχές της επανάστασης καλεί την Εθνοσυνέλευση να τις εξαγάγει στην Ευρώπη μέσω ενός «απελευθερωτικού» πολέμου. Σταδιακά η Εθνοσυνέλευση και ιδίως οι Γιρονδίνοι υποκύπτουν στην πολεμοκαπηλία του βασιλιά, με την πεποίθηση ότι θα διεξαγάγουν έναν δίκαιο επαναστατικό πόλεμο ενάντια στον σκοταδισμό των ευρωπαϊκών μοναρχιών. Λίγοι αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο και τις πραγματικές προθέσεις του Λουδοβίκου και ένας από αυτούς είναι ο Ροβεσπιέρος. Γιατί πραγματική πρόθεση του βασιλιά είναι να εξαναγκάσει τις μοναρχίες να επέμβουν στη Γαλλία υπέρ του. Από το 1789 οι ευρωπαϊκές μοναρχίες απειλούσαν την επαναστατική Γαλλία ότι θα επέμβουν. Πέρα όμως από τις διακηρύξεις και τις απειλές, το κόστος ενός πολέμου ήταν μεγάλο και μέχρι τότε οι βασιλείς της Ευρώπης φαίνεται ότι το υπολόγιζαν περισσότερο από τον γαλαζοαίματο συγγενή τους.
Ο Ροβεσπιέρος και λίγοι ακόμη καλούσαν την Εθνοσυνέλευση να θεμελιώσει πρώτα την επανάσταση στη Γαλλία και να μη διεξαγάγει έναν καταστροφικό για τη χώρα πόλεμο. Εκείνη την περίοδο μάλιστα η δημοτικότητα του Ροβεσπιέρου βρισκόταν στο ναδίρ και μέχρι και πράκτορα του εξωτερικού τον είχαν αποκαλέσει. Αυτή η πολιτική προσέγγιση, που ήταν έτσι κι αλλιώς αντιδημοφιλής, ηττήθηκε πλήρως μπροστά στη φιλοπολεμική αντίληψη της πλειοψηφίας της Εθνοσυνέλευσης και του βασιλιά. Η Γαλλία κήρυξε τον πόλεμο στην Αυστρία των Αψβούργων στις 20 Απριλίου 1792. Από αυτό το ιστορικό σημείο ξεκινάει η δεύτερη και πιο ριζοσπαστική φάση της επανάστασης. Στο εξής θα άλλαζε αμετάκλητα η ιστορία ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Η ριζοσπαστική περίοδος της τρομοκρατίας
Οι πρώτοι μήνες του πολέμου είναι αποκαλυπτικοί και αποδεικνύονται καταστροφικοί για τους Γάλλους αφού οι ήττες ακολουθούν η μία την άλλη. Ενας στρατός αποδιοργανωμένος από το 1789 και μετά είναι ανίκανος να αντιμετωπίσει την εισβολή, ενώ αντιμετωπίζει και τις συνεχείς λιποταξίες των ευγενών αξιωματικών που αυτομολούν στον εχθρό. Στις αρχές Αυγούστου ο Πρώτος Συνασπισμός των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων έχει εισβάλει στη Γαλλία και προελαύνει προς το Παρίσι. Την 1η Αυγούστου 1792 φτάνει στο Παρίσι το τελεσίγραφο-μανιφέστο του δούκα του Μπράουνσβικ, επικεφαλής του Πρώτου Συνασπισμού, με το οποίο απειλεί τους πολίτες του Παρισιού με μαζική σφαγή αν πειραχτεί η βασιλική οικογένεια. Η είδηση αυτή μετέτρεψε το δημοκρατικό πνεύμα σε επαναστατική οργή και είχε το αντίθετο αποτέλεσμα από εκείνο στο οποίο προσέβλεπε ο δούκας. Η εισροή
Γάλλων στρατιωτών στο Παρίσι πραγματοποιείται την κατάλληλη στιγμή και ο λαός του Παρισιού εξοπλίζεται. Οι Αβράκωτοι, οι φυσικοί ηγέτες του λαϊκού κινήματος, παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους. Ενημερώνουν τη Νομοθετική Εθνοσυνέλευση ότι ο γαλλικός λαός είναι κυρίαρχος και της δίνουν διορία μέχρι τη νύχτα της 9ης Αυγούστου να ασκήσει δίωξη στον Λαφαγέτ για τη σφαγή στο Πεδίον του Αρεως. Τη νύχτα της 9ης Αυγούστου η Νομοθετική αρνείται. Το ίδιο βράδυ οι επαναστατικές επιτροπές των τομέων του Παρισιού συνεδριάζουν. Το χάραμα της 10ης Αυγούστου 1792 χτυπούν οι καμπάνες του συναγερμού. Η επίθεση στο ανάκτορο του Κεραμεικού έχει ξεκινήσει. Ενα τεράστιο πλήθος περίπου 250.000 ανθρώπων εισβάλλει στο ανάκτορο, σκοτώνει τη φρουρά και τους υπερασπιστές του και συλλαμβάνει τη βασιλική οικογένεια. Ο Λουδοβίκος καθαιρείται από μονάρχης ενώ ο ίδιος και η οικογένειά του φυλακίζονται.
Η Νομοθετική παρακολουθεί έντρομη τις εξελίξεις. Στην πραγματικότητα έχει ξεπεραστεί από τα επαναστατικά γεγονότα στους δρόμους, ενώ παράλληλα έχει ολοκληρώσει τις εργασίες της. Προκηρύσσονται εκλογές για τη νέα Εθνοσυνέλευση, την περίφημη πλέον Συμβατική, η οποία θα ξεκινήσει τις εργασίες της στις 20 Σεπτεμβρίου 1792 με την κατάργηση της μοναρχίας και την εγκαθίδρυση της Πρώτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1792 ξεκινάει η νέα χρονολογική αρίθμηση του επαναστατικού ημερολογίου, με το έτος Ι της Γαλλικής Δημοκρατίας. Τις ίδιες ημέρες έρχεται και η ευχάριστη είδηση. Ο γαλλικός στρατός νίκησε τους Αυστριακούς και τους Πρώσους στη μάχη του Βαλμί (20 Σεπτεμβρίου 1792). Είναι η πρώτη νίκη των γαλλικών στρατευμάτων και δίνει μεγάλη ψυχολογική ώθηση στους Γάλλους επαναστάτες. Υπάρχει ωστόσο και μια νέα εξίσου
σημαντική εξέλιξη. Ως προς την κοινωνική της σύνθεση η Συμβατική Εθνοσυνέλευση δεν έχει καμία σχέση με τις προηγούμενες καθώς έχουν εισέλθει πλέον μικροαστοί ριζοσπάστες και λαϊκοί αγωνιστές. Το μέτωπο σταθεροποιήθηκε προσωρινά μετά τη νίκη στο Βαλμί. Τώρα έπρεπε να αποφασιστεί η τύχη του έκπτωτου βασιλιά Λουδοβίκου Κάπετου.
Σαιν-Ζυστ: Ενοχος ή ο βασιλιάς ή η επανάσταση
Η συζήτηση έχει ξεκινήσει στην Εθνοσυνέλευση και οι Γιρονδίνοι προτείνουν ο έκπτωτος βασιλιάς να περάσει από δίκη. Αν όμως το δικαστήριο έκρινε αθώο τον Λουδοβίκο, τότε δεν ήταν ένοχοι εκείνοι που τον ανέτρεψαν; Το ίδιο θα έλεγε και ο Ροβεσπιέρος λίγες μέρες αργότερα: «Αν δεν είναι ένοχος ο βασιλιάς, τότε είναι ένοχοι αυτοί που τον εκθρόνισαν…». Στις 13 Νοεμβρίου 1792 ένας νεαρός βουλευτής ονόματι Σαιν-Ζυστ μεταφέρει ξαφνικά τη συζήτηση στην ουσία της: στο πολιτικό πεδίο που όλοι μέχρι τότε απέφευγαν. «Εγώ δεν βλέπω μέση οδό ούτε τρόπο συμβιβασμού. Αυτός ο άνθρωπος πρέπει ή να βασιλεύσει ή να πεθάνει. Δεν είναι δυνατόν να βασιλεύει κανείς πλήρης αθωότητος. Θα ήταν κατάφωρη παραφροσύνη κάτι τέτοιο. Κάθε βασιλιάς είναι είτε στασιαστής είτε σφετεριστής. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ δεν είναι κοινός πολίτης αλλά εχθρός. Η Εθνοσυνέλευση έχει υποχρέωση να τον πολεμήσει μάλλον παρά να τον κρίνει. Δεν ανατράπηκε επειδή ήταν κακός βασιλιάς, αλλά επειδή ήταν βασιλιάς και γι’ αυτό πρέπει να θανατωθεί χωρίς δίκη. Οι ίδιοι άνθρωποι που θα δικάσουν τον Λουδοβίκο έχουν μια δημοκρατία να θεμελιώσουν. Οσοι δίνουν σημασία στις συνέπειες της δίκαιης τιμωρίας ενός βασιλιά δεν θα ιδρύσουν ποτέ μια δημοκρατία…».
Οι Γιρονδίνοι κωλυσιεργούσαν και οι Ορεινοί (βουλευτές του Ορους που κάθονται στα πάνω αριστερά καθίσματα του κοινοβουλίου, συμβολικά δηλαδή βρίσκονταν πιο κοντά στον λαό που παρακολουθούσε από τα θεωρεία) πίεζαν για την τιμωρία και όχι τη δίκη του Λουδοβίκου. Στις 14 Ιανουαρίου 1793 κηρύχθηκε ομόφωνα ένοχος και στις 16 Ιανουαρίου 1793 ξεκίνησε η τραγική ψηφοφορία για τον καθορισμό της τιμωρίας του, η οποία κράτησε 24 ώρες. Αποφασίστηκε, με λίγες ψήφους διαφορά, η ποινή του θανάτου. Στις 21 Ιανουαρίου 1793 ο Λουδοβίκος καρατομήθηκε στην πλατεία της Επανάστασης σαν κοινός θνητός. Η βασιλεία έχασε για πάντα τον υπερφυσικό χαρακτήρα της που ακόμη και η επανάσταση δεν είχε καταφέρει να σβήσει μέχρι τότε. Η Ευρώπη κήρυξε ιερό πόλεμο εξόντωσης κατά των βασιλοκτόνων. Δεν υπήρχε γυρισμός πλέον.
Τόσο οι Γιρονδίνοι όσο και οι Ορεινοί έχουν οργανωτικό κέντρο την παρισινή Λέσχη των Ιακωβίνων, στην οποία μέχρι το καλοκαίρι του 1792 κυριαρχούν οι Γιρονδίνοι, ενώ στη συνέχεια σταδιακά επικρατούν πλήρως οι Ορεινοί, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που οι όροι Ορεινός και ιακωβίνος έχουν ταυτιστεί. Η αντιπαράθεση τους οδηγεί σε πρώτο στάδιο σε εσωτερική ταξική πάλη. Οι Γιρονδίνοι, εκπρόσωποι των επιχειρηματιών αστών, δεν θέλουν να ακούσουν τίποτε ενάντια στην ιδιοκτησία και την οικονομική ελευθερία. Οι διακανονισμοί, η φορολογία, οι διατιμήσεις, οι επιτάξεις, η αναγκαστική κυκλοφορία του χαρτονομίσματος τους προκαλούν φρίκη. Δεν θέλουν να φανταστούν την εφαρμογή τους ούτε ως έκτακτο μέτρο εν καιρώ πολέμου. Αποτελούν το τμήμα εκείνο της αστικής τάξης που δεν ήταν ικανό να κάνει το ιστορικό και διαλεκτικό άλμα. Δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν τις προκαταλήψεις της τάξης τους. Καθώς ήταν εξαιρετικά μετριοπαθείς πολιτικά, τους ενδιέφερε μόνο ο οικονομικός φιλελευθερισμός και κάποιοι σύντομα πέρασαν στην ανοιχτή αντεπανάσταση.
Τον Μάρτιο του 1793 ξεκινάει η μεγάλη αγροτική αντεπαναστατική εξέγερση, υποδαυλιζόμενη από τους ευγενείς και τους ανυπότακτους ιερείς. Τον ίδιο μήνα οι ήττες στο μέτωπο και η επιλογή των Γιρονδίνων να προσπαθούν να διαπραγματευθούν με τις ευρωπαϊκές μοναρχίες αντί να αναδιοργανώσουν τον στρατό τούς μετατρέπουν σε εξαιρετικά αντιδημοφιλή πολιτική ομάδα, ενώ ο λαϊκός παράγοντας αρχίζει εκ νέου να κινητοποιείται την άνοιξη του 1793. Ενώ είναι προφανές ότι είναι αναγκαία μια διαταξική συμμαχία για να σωθεί η χώρα, με τα απαραίτητα κοινωνικά ανταλλάγματα στις κατώτερες τάξεις έτσι ώστε να θεμελιωθεί μια τέτοια συμμαχία, αρνούνται να κάνουν αυτό το ιστορικό βήμα. Οι Ορεινοί, αντίθετα, αποτελούν το τμήμα της αστικής τάξης που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αστική πρωτοπο
ρία, διαβλέπουν την ιστορική αναγκαιότητα και αποφασίζουν να κάνουν το ριψοκίνδυνο άνοιγμα. Πάνω σε αυτό τον νέο κοινωνικό προσανατολισμό οικοδομήθηκαν το επαναστατικό πνεύμα και η «υπερήφανη» γαλλική εθνική συνείδηση του «πολίτη-πατριώτη». Ετσι ανοίγει ο δρόμος για την εθνική και περαιτέρω κρατική ενοποίηση της Γαλλίας. Οι Ορεινοί παίζουν το υπερταξικό χαρτί και μπαίνουν επικεφαλής του αγώνα και η επανάσταση, στην πιο κρίσιμη καμπή της, αποκτά επιτέλους ηγεσία.
Η εκτέλεση του βασιλιά δεν απογύμνωσε μόνο τη μοναρχία από κάθε θεϊκή ένδυση, καθώς ο Λουδοβίκος πέθανε ως κοινός θνητός. Επιπλέον, κατέστησε ασυμβίβαστες τις έννοιες εθνικό κράτος και μοναρχικό κράτος. Η ρήξη ανάμεσα στο μοναρχικό παρελθόν και το αστικό μέλλον ήταν γεγονός. Επειτα από τη ρήξη αυτή αρχίζει και η αργή πορεία των Γιρονδίνων προς την αντεπανάσταση. Ο «θάνατος» του μοναρχικού θεσμού άνοιξε τον δρόμο για τη σταδιακή ανοιχτή σύμπραξη των Γιρονδίνων αστών με την αριστοκρατία, επιτάχυνε την ταύτιση του έθνους (ως πολιτικής έννοιας πλέον) με το αστικό κράτος και κατ’ επέκταση με τη δημοκρατία και οδήγησε στον ολοκληρωτικό πόλεμο. Το διακύβευμα δεν ήταν πια συνταγματική μοναρχία ή δημοκρατία αλλά δημοκρατία, ή καταστροφή.
Μέσω αυτής της ιστορικής διαδικασίας ανοίγει ο δρόμος για την επανάσταση της 31ης Μαΐου-2ας Ιουνίου 1793, με την οποία το λαϊκό κίνημα των Αβράκωτων ανατρέπει τους Γιρονδίνους και δίνει την εξουσία στους Ορεινούς. Εξαιτίας του διπλού δρόμου προς τα εμπρός, με την ταυτότητα του γαλλικού εθνικού κράτους και αυτήν της κοινωνικής δικαιοσύνης, τα γεγονότα των ημερών αυτών παρουσιάζουν διπλή όψη, εθνική και κοινωνική, καθώς η αντεπανάσταση της αριστοκρατίας έπαιρνε εκ νέου θέση επίθεσης. Τα διανοητικά εργαλεία για την οικοδόμηση της θεωρίας και της πρακτικής της τρομοκρατίας κάνουν ήδη την εμφάνισή τους. Τα δημιουργούν οι ίδιες οι ιστορικές αναγκαιότητες. Την ίδια όμως νέα διπλή όψη παίρνει και η μορφή του αγώνα του αντίπαλου στρατοπέδου.
Η ομοσπονδιακή εξέγερση και το «ομοσπονδιακό σύστημα», το νέο μέτωπο του εμφυλίου μετά την εξέγερση στη Βανδέα, είναι απείρως πιο επικίνδυνα, διότι ενώνουν τους οπαδούς του παλαιού καθεστώτος, τους Φεγιαντίνους, που υποστηρίζουν πάντα τη με πληρωμή απόκτηση δικαιώματος ψήφου, και τους αστούς, που ανησυχούσαν για την ιδιοκτησία και την ελευθερία του κέρδους. Η επανάσταση βρέθηκε περικυκλωμένη. Προκειμένου να μην υπερφαλαγγιστεί, έκανε αιφνίδια την υπέρβαση και πήρε έναν δρόμο που ούτε οι ίδιοι οι πρωτεργάτες της δεν είχαν προβλέψει. Η ώρα της είχε σημάνει…
Η συντηρητική και αστική ιστοριογραφία δημιούρ