Ευάγγελος Αντώναρος
Πρώην κυβερνητικός εκπρόσωπος
Αυτές τις μέρες διάβασα ένα καταπληκτικό βιβλίο του δημοσιογράφου Γιώργου Πράτανου με τίτλο «Ο ανεπιθύμητος νεκρός». Πραγματεύεται τη διαδρομή της σορού του Νίκου Καζαντζάκη από το Φράιμπουργκ της Γερμανίας, όπου άφησε τη τελευταία του πνοή, μέχρι το Μαρτινέγκο του Ηρακλείου όπου έγινε η ταφή του. Μέσα από διηγήσεις όμως της χήρας του Καζαντζάκη Ελένης και του νεαρού τότε δημοσιογράφου Φρέντυ Γερμανού ξετυλίγεται όλη η προσπάθεια που έκαναν το τότε κατεστημένο της Αθήνας, η εκκλησία και μερίδα του Τύπου να φράξουν τον δρόμο του Καζαντζάκη προς την αναγνώριση, σπιλώνοντας το έργο του, το όνομά του, τις
πολιτικές πεποιθήσεις του. Δεν του επέτρεψαν να εκλεγεί στην Ακαδημία Αθηνών. Εννέα φορές τού έφραξαν τον δρόμο προς το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Αλλά τίποτε δεν μπόρεσε να εμποδίσει τον ασκητικό Κρητικό να αναδειχτεί διεθνώς ως ο πιο αναγνωρίσιμος Ελληνας συγγραφέας διαχρονικά. Απόλαυσα το βιβλίο. Αλλά με λύπησε κιόλας. Γιατί μου θύμισε ότι ως λαός 63 χρόνια από τον θάνατο του Καζαντζάκη δεν έχουμε μάθε τίποτε. Παραμένουμε εγκλωβισμένοι στα μικρά τα δικά μας. Αφήνουμε τα μικρά πάθη να μας κυριεύουν. Προσπαθούμε –όπως γίνεται σήμερα– να διαστρέφουμε την πραγματικότητα όταν δεν μας βολεύει. Στήνουμε τους αντιπάλους μας στον τοίχο για να τους πυροβολήσουμε. Οι κατηγορούμενοι γίνονται κατήγοροι. Για πολλούς η ελευθεροτυπία και η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη πρέπει να υπάρχουν μόνο όσο δεν προσπαθούν να αποκαλύψουν τα δικά τους ανομήματα. Διαφορετικά οι αυτοδιορισμένοι πολιτικοί εισαγγελείς στέλνουν εκδότες, δημοσιογράφους και δικαστικούς λειτουργούς στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Ανήκουστα πράγματα. Οσα πρωτοφανή συμβαίνουν αυτές τις μέρες μάς γυρνούν πολλές, μα πολλές δεκαετίες πίσω. Μας απομακρύνουν από τις ευρωπαϊκές αξίες που προσπάθησε να μας εμφυσήσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής που ως πρωθυπουργός το 1957 αποφάσισε παρά τις πιέσεις να γίνει η κηδεία του Καζαντζάκη δημοσία δαπάνη. Γι’ αυτό όσοι πολίτες έχουμε δημοκρατικό φρόνημα, ανεξάρτητα πού ανήκουμε πολιτικά, έχουμε υποχρέωση να μην επιτρέψουμε να επικρατήσουν οι σημερινοί Σπύροι Μελάδες. Και για να αντιγράψω τον Καζαντζάκη: «Δεν ελπίζω τίποτε, δεν φοβούμαι τίποτε, είμαι λεύτερος». Ετσι απαντάμε σε όσους προσπαθούν με διαφόρους τρόπους να μας κλείσουν το στόμα.