Βασίλης Χειρδάρης
Δικηγόρος
Η δημοσιογραφία είναι ένα προστατευτικό οχυρό της δημοκρατίας που αν γκρεμιστεί συμπαρασύρει και την προστατευόμενή της. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με πάγια νομολογία χρησιμοποιεί για τον δημοσιογράφο τον όρο «σκύλο της δημοκρατίας», έναν όρο που φαίνεται άγριος, άξεστος και ασυνήθιστος, αντικατοπτρίζει όμως με ακρίβεια τον ρόλο του δημοσιογράφου σε μια σύγχρονη κοινωνία και δημοκρατία.
Θα ήταν πιο εύηχος ίσως ο χαρακτηρισμός «φύλακας της δημοκρατίας», αλλά το Στρασβούργο τον αποφεύγει. Δίνει μεγαλύτερη έμφαση στον σκύλο που προφυλάσσει τον προστατευόμενο με γαβγίσματα, δηλαδή άγριες ακανόνιστες κραυγές χωρίς όρια που υπερβαίνουν τη λογική συνοχή και προσεγγίζουν περισσότερο την υπερβολή. Αυτό είναι το είδος φύλαξης του σκύλου. Την ίδια φύλαξη δικαιούται να κάνει και ο δημοσιογράφος. Με υπερβολές, με μερικές φορές λαθεμένες εκτιμήσεις και κρίσεις και με σκληρή κριτική ελέγχει την εξουσία και η εξουσία φοβάται. Η εξουσία ανησυχεί. Ετσι με τον φόβο του ελέγχου μειώνεται ο κίνδυνος καταχρήσεων και διάπραξης παρανομιών εκ μέρους της κρατικής εξουσίας και των ισχυρών. Η δημοκρατία μέσω της δημοσιογραφίας επιβοηθάται με ένα ανοικτό σύστημα ελέγχου να διατηρήσει τη διαφάνεια και την καθαρότητά της ώστε να μην επικρατούν αναξιοκρατικά οι ισχυροί και να μην κάνει ό,τι επιθυμεί η εξουσία σε βάρος των θεσμών και των νόμων. Τα γράφω αυτά γιατί όλοι μας (πολίτες και κράτος) οφείλουμε να διατηρήσουμε τους θεσμούς, το δημοκρατικό πολίτευμα, τη διάκριση των εξουσιών και να προστατεύσουμε τον «σκύλο της δημοσιογραφίας» που μας φυλάσσει. Δυστυχώς την ίδια άποψη δεν έχει και η Βουλή των Ελλήνων, όπου με μια ασυνήθιστη εκφορά στο πόρισμα της πλειοψηφίας και ενός άλλου κόμματος για τη γνωστή υπόθεση Novartis ασχολήθηκε πλέον του κύριου αντικειμένου της που αφορούσε την παραπομπή ή όχι πρώην υπουργού με κάτι πολύ ασυνήθιστο και πρωτοφανές.
Αναφέρουν τα πορίσματα αυτά με έναν κατηγορηματικό τρόπο ότι πρέπει να ελεγχθεί ο ρόλος ενός Ελληνα δημοσιογράφου, εν προκειμένω του Κώστα Βαξεβάνη, για την τυχόν διάπραξη αδικημάτων. Η αναφορά φαίνεται απλή, αθώα και εύλογη. Δεν είναι όμως. Δημιουργεί περισσότερα θεσμικά προβλήματα και σοβαρούς προβληματισμούς. Καταρχήν η Βουλή είναι ένα θεσμικό όργανο με σημαντικό ρόλο. Βασική της υποχρέωση είναι η ορθή λειτουργία της νομοθετικής εξουσίας που είναι η βάση της δημοκρατίας. Δεν είναι δουλειά των βουλευτών και των επιτροπών να ελέγχουν τους δημοσιογράφους ούτε να ζητούν από άλλους να τους ελέγξουν. Κάτι τέτοιο οδηγεί σε μια καθοδηγητική χειραγώγηση των υπόλοιπων εξουσιών ελέγχου, όπως της Δικαιοσύνης, παρεμβαίνοντας στο έργο μιας άλλης εξουσίας με έμμεσο αλλά κατηγορηματικό τρόπο. Η προτροπή ελέγχου δημοσιογράφου είναι θεσμικά απαράδεκτη και ανεπίτρεπτη και προσβάλλει τη λειτουργία της δημοκρατίας με παρεμβατισμούς που δημιουργούν ανησυχία και προβληματισμό σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου. Σε μια δημοκρατία που λειτουργεί ως κράτος δικαίου και με εύρυθμο τρόπο δεν μπορεί να υποδεικνύει η μία εξουσία (Βουλή) στην άλλη (Δικαιοσύνη) πώς θα νουθετήσει ελεγκτικά και εντέλει τιμωρητικά μια άλλη δημοκρατικά και εν τοις πράγμασι καθιερωμένη «εξουσία» ελέγχου (δημοσιογραφία). Μια τέτοια παρέμβαση από θεσμό δημιουργεί φόβο και ανησυχία σε έναν χώρο όπως η δημοσιογραφία που δεν πρέπει ούτε να φοβάται ούτε να εκφοβίζεται ούτε να απειλείται ούτε να εκβιάζεται για να μπορεί να εκπληρώσει το καθήκον της για προστασία της δημοκρατίας ελεύθερα και απρόσκοπτα, ώστε όλοι εμείς οι πολίτες να κοιμόμαστε ήσυχα για τους δημοκρατικούς μας θεσμούς.