Κώστας Παπαδάκης
Δικηγόρος
Ο δημοσιογραφικός λόγος ελέγχεται μόνο στις περιπτώσεις που συντρέχουν στοιχεία συκοφαντικής δυσφήμησης, δηλαδή διάδοσης ενσυνείδητα ψευδών πληροφοριών με σκοπό την προσβολή όσων αφορούν και στις περιπτώσεις προσβολής προσωπικότητας, για την οποία επίσης απαιτείται ανάλογης βαρύτητας υπαιτιότητα. Η συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία του Τύπου συνιστά δικαιολογημένο ενδιαφέρον ακόμη και για την άρση του άδικου χαρακτήρα προσβλητικών δημοσιευμάτων που δεν χαρακτηρίζονται από τα παραπάνω στοιχεία. Συνεπώς η απειλή ποινικοποίησης των δημοσιογραφικών αποκαλύψεων, ακόμη δε περισσότερο με τον υπαινιγμό της απόδοσης συλλογικού αδικήματος με τον φορέα της πληροφόρησης, πλήττει ευθέως την ελευθερία του Τύπου και υποβαθμίζει μια από τις πλέον θεμελιώδεις δημοκρατικές συνταγματικές κατακτήσεις. Το «δημοσιογραφικό απόρρητο» είναι κατοχυρωμένο από τις ακόλουθες υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 2 του συντάγματος 1975/1986/2001, από το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και των Θεμελιωδών Ελευθεριών που κυρώθηκε με τον ν. 53/74, και την Οικουμενική Διακήρυξη της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών του έτους 1948 για τα δικαιώματα του ανθρώπου (άρθρο 19). Παρεμπιπτόντως πρέπει να σημειωθεί ότι από απόψεως δημοσιογραφικής δεοντολογίας υπάρχει διεθνώς ομοφωνία για το απαράδεκτο της αποκαλύψεως των πηγών των δημοσιογράφων (άρθρο 6 του προοιμίου του κώδικα τιμής των δημοσιογράφων που υιοθετήθηκε από τη διεθνή ομοσπονδία δημοσιογράφων στο δεύτερο συνέδριό της στο Μπορντό το 1954), ενώ και στην Ελλάδα υπάρχει ανάλογη πρόβλεψη στο άρθρο 7 παρ. 1 του ισχύοντος καταστατικού της Ενωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ). Ετσι λοιπόν κρίθηκε κατ’ επανάληψη σε δικαστήρια ότι δεν διέπραξαν το αδίκημα της ψευδορκίας μάρτυρα οι δημοσιογράφοι οι οποίοι ασκώντας νόμιμα το δικαίωμα που τους παρέχουν οι ανωτέρω διατάξεις νομίμως δεν αποκάλυψαν την πηγή των πληροφοριών τους.