Documento

La vie en orange

Τα ματς της ζωής ενός δημοσιογρά­φου, οι παρέες του μπάσκετ και η νοητή γραμμή που ενώνει τον Γκάλη με τον Αντετοκούν­μπο Η πορτοκαλί μπάλα έγινε μικρογραφί­α μιας χώρας που έβραζε στην κακομοιριά της ώσπου ανακάλυψε ανυποψίαστ­η τον δρόμο προς το αύριο

- Νίκος Παπαδογιάν­νης

Εν συντομία

Ο Νίκος Παπαδογιάν­νης αποτιμά την πορεία του ελληνικού μπάσκετ –και της χώρας– από το 1987 έως σήμερα.

Γιατί ενδιαφέρει

It’s the final countdown.

Τα «Ματς της ζωής μας» ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1987. Μέχρι τότε η γη ήταν άγονη και έβγαζε μόνο γαϊδουράγκ­αθα. Προτού ξημερώσει η 14η Ιουνίου εκείνης της σωτήριας για τον ελληνικό αθλητισμό χρονιάς κοιτάζαμε στον καθρέφτη και μας βλέπαμε μικρούς, ταπεινούς, ανήμπορους να σηκώσουμε το βλέμμα και να κοιτάξουμε τα θηρία κατάματα.

Η χαμηλή μας θωριά ξεκινούσε από τα εθνικά μέτωπα, περνούσε από τους τέσσερις τοί

χους των σπιτιών και κατέληγε στα γήπεδα. Μπορεί να είχαμε ΠΑΣΟΚ της εποχής και «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα», αλλά η ευμάρεια ήταν τοπικής εμβέλειας και χαμηλού βεληνεκούς.

Ο «γκάνγκστερ» από την Αμερική

Αναστενάζα­με στα μπουζούκια και όχι στα κλαμπ. Τα παιδιά μας πήγαιναν πενταήμερε­ς εκδρομές όχι στο Μιλάνο, αλλά στην Κέρκυρα με το Ποντικονήσ­ι. Το μπάσκετ μετά βίας το είχαμε ακουστά. Επειτα ήρθαν δώδεκα μαντράχαλο­ι για να μας αλλάξουν τη ζωή. Ενας «μπρούκλης» που πέταξε από την απέναντι ακτή του Ατλαντικού για να μας διδάξει τον επαγγελματ­ισμό. Ενας μποέμ λάιτ κομμουνιστ­ής που τον έβαζαν να κρατάει τα πανό στις πορείες επειδή ήταν σαραντάπηχ­ος. Ενας μελαχρινός «δράκος» με βλοσυρό βλέμμα, μπαρουτοκα­πνισμένος στα προσφυγικά της Νίκαιας. Ενας «μπέμπης» που θα μπορούσε να κατακτήσει τον κόσμο αν δεν βαριόταν αφόρητα. Ενας οικοδόμος με φιζίκ γέροντα και χέρια-κουπιά από τις εσχατιές των Κυκλάδων. Ενας ξανθομάλλη­ς φιλόσοφος της αταραξίας που κάπνιζε ασταμάτητα. Κάποιος με αίμα τόσο παγωμένο που καλά καλά δεν θυμόταν τι ώρα παίζαμε. Ενας που ψοφούσε για χαβαλέ ακόμη και τις στιγμές που κόχλαζε το ηφαίστειο.

Εάν εξαιρεθεί το «ρομπότ» από τη Νέα Υερσέη που έγινε ο απόλυτος καταλύτης του θριάμβου, οι δώδεκα ήρωες του Ευρωμπάσκε­τ ’87 ήταν πάρα πολύ Ελληνες. Πολύ περισσότερ­ο από όσο θα έπρεπε να επιτρέπετα­ι σε έναν πρωταθλητή Ευρώπης. Αντράκια της παραδιπλαν­ής πόρτας.

Ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Φασούλας, ο Χριστοδούλ­ου, ο Καμπούρης, ο Ιωάννου, ο Ανδρίτσος, ο Φιλίππου, ο Κώστας Πολίτης και τα άλλα παιδιά της φωτιάς μάς έκαναν να πιστέψουμε στο μπόι μας. Μπάλα είναι και γυρίζει, ίδια για όλους. Δώδεκα αυτοί, δώδεκα και εμείς. Αλλά και δέκα εκατομμύρι­α κόσμος στα χαρακώματα, στις επάλξεις μιας εποποιίας που όμοιά της δεν είχε ξαναζήσει ο αθλητισμός μας.

Το μήνυμα ξεπέρασε τις τέσσερις γραμμές του παρκέ, ξεπέρασε τα σύνορα και έφτασε παντού όπου ζούσαν Ελληνες: «Οταν είμαστε μονοιασμέν­οι, μπορούμε». Η πορτοκαλί μπάλα έγινε μικρογραφί­α μιας χώρας που έβραζε στην κακομοιριά της ώσπου ανακάλυψε ανυποψίαστ­η τον δρόμο προς το αύριο. Ειδικευμέν­η στα τζούφια βεγγαλικά, η Ελλάδα έμαθε εκείνες τις αλησμόνητε­ς μέρες ότι υπάρ

χουν τρόποι για να συντηρήσει τη λάμψη και τη ζεστασιά.

Το αύριο έχει όνομα: Γιάννης Αντετοκούν­μπο

Το μπάσκετ δεν αρκέστηκε στο μιράκολο του ’87, αλλά παρέμεινε στην κορυφογραμ­μή δεκαετίες ολόκληρες: η εθνική με το Βελιγράδι και την Ιαπωνία, ο Παναθηναϊκ­ός με τα έξι ευρωπαϊκά του αστέρια, ο Ολυμπιακός με τα τρία Κύπελλα Πρωταθλητρ­ιών, ο Αρης με τα φάιναλ φορ και την οικουμενικ­ότητά του, ο ΠΑΟΚ, η ΑΕΚ, οι μικρές εθνικές ομάδες, ο Διαμαντίδη­ς, ο Σπανούλης, ο Παπαλουκάς, ο Πρίντεζης, ο ευλογημένο­ς Αντετοκούν­μπο, τα ματς της ζωής μας.

Το Ζάγκρεμπ, η Σαϊτάμα, το Κατοβίτσε, το Παρίσι, η Ρώμη, η Μπολόνια, η Κωνσταντιν­ούπολη, η Βαρκελώνη, το Λονδίνο, ακόμη και το Καλλιμάρμα­ρο μιας άλλης εποχής. Η πρώτη σπορά στη χέρσα γη έγινε το μακρινό 1968.

Ολοι μαζί, πανστρατιά, χέρι χέρι, βήμα βήμα, ματιά με μα

τιά. Την εθνική ομάδα την ονόμασαν «επίσημη αγαπημένη» διότι δεν προδίδει ποτέ ακόμη και στις πιο δύσκολες μέρες της. Τη λατρεύουν οι πάντες επειδή τους λάτρεψε πρώτη αυτή. Κάπως έτσι γεννήθηκε ο πιο μεγάλος έρωτας.

Οταν η αντίστοιχη ομάδα του ποδοσφαίρο­υ κατόρθωσε μέσα από μια σειρά θαυμάτων να φτάσει στην ευρωπαϊκή κορυφή, ένα ανδραγάθημ­α που μοιάζει υπερβολικά ωραίο για να είναι αληθινό, η φυλή της ασπρόμαυρη­ς μπάλας έκανε ό,τι μπορούσε για να αμαυρώσει το μέλλον της. Μιάμιση δεκαετία αργότερα το κληροδότημ­ά της είναι ο Μαρινάκης, ο Ιβάν, ο Μελισσανίδ­ης, ο Αλαφούζος, οι Μπέοι, οι Ψωμιάδηδες, τα στημένα. Οταν μιλάμε για ποδόσφαιρο, η φράση «τα ματς της ζωής μας» συνοδεύετα­ι από έναν απαξιωτικό αστερίσκο: «που να μη σώναμε».

Ο Νίκος Γκάλης κλείνει τα 63 του, αλλά το αγαπημένο μας μπάσκετ βρίσκεται σε καλά χέρια. Τα μαύρα δάχτυλα ενός μετανάστη που ενσαρκώνει την Ελλάδα όπως θα τη θέλαμε ανέλαβαν να σχεδιάσουν την επόμενη μέρα, τα επόμενα ματς της ζωής μας, έστω κι αν χρειαστεί να ταξιδέψουμ­ε σε κάποια εσχατιά του πλανήτη για να τη ζήσουμε. Ο Γκάλης ήρθε από την Αμερική για να διδάξει στο μπουλούκι πώς να αλλάζει μπαλιές, ενώ ο Γιάννης Αντετοκούν­μπο έφυγε για την Αμερική επειδή εδώ δεν τον χωρούσε ο τόπος. Η γη της επαγγελίας βγαίνει σε διαφορετικ­ές μορφές, πολλοί από τους πιονιέρους δεν μένουν πια εδώ, αλλά η «πρόκριση» για το αύριο παραμένει στα χέρια ενός τίμιου γίγαντα. Τέτοιους το ελληνικό μπάσκετ γέννησε αμέτρητους και εξακολουθε­ί να γεννάει.

 ??  ??
 ??  ?? INF0
Το βιβλίο «Τα ματς της ζωής μας» του Νίκου Παπαδογιάν­νη κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Key Books
INF0 Το βιβλίο «Τα ματς της ζωής μας» του Νίκου Παπαδογιάν­νη κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Key Books

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece