Ενας τολμηρός διπλωμάτης
Η άνιση πάλη του Καποδίστρια για μια νέα τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη
Ο εφιάλτης του Μέτερνιχ
Ηδιπλωματική σταδιοδρομία του Ιωάννη Καποδίστρια στην υπηρεσία της Ρωσίας (18091822) συνέβαλε στη διαμόρφωση νέου ήθους στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης. Η πορεία του καθώς ανέβαινε ραγδαία τα σκαλοπάτια της ιεραρχίας από διπλωματικός ακόλουθος μέχρι υπουργός Εξωτερικών χαρακτηρίζεται από μια σταθερή και συνεχή πάλη ανάμεσα στις προσωπικές του θέσεις και τις αρχές της Ιερής Συμμαχίας. Οι θέσεις του κατέτειναν στη διαμόρφωση μιας νέας τάξης πραγμάτων στην Ευρώπη, φέρνοντάς τον διαρκώς απέναντι στους αντιδραστικούς ισχυρούς ηγεμόνες της και κυρίως στον Αυστριακό καγκελάριο Μέτερνιχ, σημαντικότερο θιασώτη του τότε στάτους κβο. Οι θέσεις του Καποδίστρια οδήγησαν σταδιακά στην πολιτική του εξουθένωση, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Η διπλωματική του υπηρεσία στη Ρωσία συμπίπτει με μια κρίσιμη για την ευρωπαϊκή ιστορία συγκυρία. Είναι η περίφημη περίοδος της Ιερής Συμμαχίας, της συνθήκης που υπέγραψαν (1815) μετά την ήττα του Ναπολέοντα οι ηγεμόνες της Ρωσίας, της Αυστρίας και της Πρωσίας και στην οποία προσχώρησαν στη συνέχεια η Μ. Βρετανία, η Γαλλία και σχεδόν όλα τα ευρωπαϊκά κράτη. Οι αρχές της συνθήκης καθόρισαν το ιστορικό πλαίσιο στη νέα ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή την περίοδο 1815-1823. Μετά τους ναπολεόντειους πολέμους οι νικητές σύμμαχοι θέλησαν να οργανώσουν την Ευρώπη, να διασφαλίσουν τη διατήρηση του εδαφικού καθεστώτος των κρατών και να καθορίσουν τις αρχές που θα ρύθμιζαν τις μεταξύ τους σχέσεις, ενδιαφερόμενοι για την εξασφάλιση της ειρήνης, της τάξης, της σταθερότητας και της πολιτικής νομιμότητας, η οποία δεν θα έπρεπε να διασαλευτεί. Για την ιστορία να αναφέρω ότι το επίθετο «ιερή» οφείλεται στον εμπνευστή της συνθήκης, τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο Α΄, υποκινούμενο από τον γνωστό θρησκευτικό μυστικισμό του και την επιρροή που είχε δεχτεί από την επίσης μυστικοπαθή βαρόνη Κρούντενερ, σύζυγο Ρώσου διπλωμάτη. Παρά την επίκληση βέβαια θρησκευτικών αρχών, πρόκειται για διπλωματικό κείμενο. Ως απόρροια της συνθήκης, κάθε προσπάθεια διατάραξης και ανατροπής της ευρωπαϊκής ισορροπίας θα προκαλούσε την επέμβαση των σύμμαχων δυνάμεων.
Σε αυτό το πλαίσιο εγγράφεται η δραστηριότητα του Καποδίστρια, ο οποίος ακολούθησε αυτόνομη, ανεξάρτητη, φιλελεύθερη και τολμηρή εξωτερική πολιτική οραματιζόμενος μια δημοκρατική νέα τάξη πραγμάτων εδραιωμένη στην αυτοδιάθεση των λαών, σε εθνικά κράτη και συνταγματικές κυβερνήσεις, γεγονός που τον τοποθετεί σαφώς μπροστά από την εποχή του. Οι θέσεις του διατυπώνονται σε μακροσκελέστατα υπομνήματα (65 περίπου) και περιλαμβάνουν την επίλυση ευρωπαϊκών υποθέσεων, όπως των ελβετικών, των γερμανικών, των γαλλικών, των ισπανικών, των πολωνικών και των επτανησιακών, καθώς επίσης την κατάργηση
του δουλεμπόριου, την εξάλειψη της πειρατείας, την καθιέρωση ενός υπερεθνικού οργανισμού με τη συμμετοχή όλων των κρατών χωρίς διακρίσεις, την υιοθέτηση του θεσμού της διαιτησίας ως μέσου επίλυσης των διεθνών διαφορών και τη βαθμιαία ανεξαρτητοποίηση των αποικιών. Τις θέσεις του αυτές, στις οποίες ήταν αμετακίνητος, υποστήριξε σε όλα τα μεγάλα συνέδρια που συμμετείχε ως επικεφαλής της ρωσικής διπλωματικής αποστολής: Βιέννη (1814), Παρίσι (1815), Αιξ Λα Σαπέλ (σημ. Ααχεν) (1818), Κάρλσμπαντ (1819), Τροπάου (1820), Λάιμπαχ (σημ. Λιουμπλιάνα) (1821).
Από τα τέλη του 1814 μέχρι το 1817 η συνεργασία του με τον τσάρο υπήρξε αρμονική, ακολουθώντας όμως προσεκτικούς χειρισμούς. Ο μεν τσάρος είχε ρομαντικές αλλά αφηρημένες ιδέες για τη σωτηρία του κόσμου στηριζόμενος σε θρησκευτικές αρχές, ο δε Καποδίστριας αντιλαμβανόταν ότι αυτές οι ιδέες θα εφαρμόζονταν μόνο με ρεαλιστική πολιτική. Η τακτική του βέβαια δεν ταυτίστηκε πάντα με του προϊστάμενού του τσάρου, με τον οποίο ήρθε αργότερα σε αντιπαράθεση, ιδιαίτερα από το 1818, η οποία κατέληξε στην απομάκρυνσή του το 1822. Για τις σχέσεις των δύο αντρών χαρακτηριστικό είναι το εμπιστευτικό υπόμνημα του Αυστριακού πρέσβη στην Πετρούπολη Λέμπτζελτερν προς τον Μέτερνιχ τον Ιούλιο του 1820: «Είναι επιτήδειος, σταθερός στην πορεία του, ανεξάρτητος στην τακτική με την οποία αντιμετωπίζει τα πολιτικά ζητήματα, υπερήφανος για τις θεωρίες του· δεν είναι προσκολλημένος στο αξίωμά του και ο Αυτοκράτορας, απορροφημένος με την εργασία του, έχοντας άλλωστε πολλά κοινά σημεία με αυτόν, θαυμάζει στον συνεργάτη του την αρετή ενός φιλοσόφου. Εκτός λοιπόν εάν πρόκειται για υποθέσεις για τις οποίες εκ των προτέρων είναι προκατειλημμένος με συγκεκριμένες ιδέες ο Αυτοκράτορας, θα αφήσει την εργασία του Υπουργείου στον Υπουργό του και θα του επιτρέψει να ενεργήσει έστω και εάν αργότερα εξαναγκαστεί να τον αποδοκιμάσει στο ενδεχόμενο ενός λανθασμένου χειρισμού» (Πετρίδης: 1976-1977, 165). Στη διάβρωση των σχέσεων των δύο αντρών συνέβαλε αποφασιστικά ο Μέτερνιχ, τον οποίο ενοχλούσαν και δυσαρεστούσαν οι θέσεις του Καποδίστρια και γι’ αυτό είχε ζητήσει τη στενή του παρακολούθηση.
Αποτιμώντας τη στάση του Ελληνα υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας σε όλη τη διάρκεια της διπλωματικής του δραστηριότητας και κυρίως στην περίοδο 1813-22 στηριζόμαστε τόσο στις προθέσεις του όσο και στον χειρισμό των διάφορων ευρωπαϊκών θεμάτων που του ανατέθηκαν, παραθέτοντας στη συνέχεια τις σημαντικότερες πλευρές της προοδευτικής και φιλελεύθερης ευρωπαϊκής πολιτικής του.
Η δράση του για την ελβετική ανεξαρτησία και ουδετερότητα
Το φθινόπωρο του 1813 ο τσάρος ανέθεσε στον Καποδίστρια να συνεργαστεί με τον Αυστριακό απεσταλμένο Λέ
μπτζελτερν για την απόσπαση της Ελβετίας από τη γαλλική κηδεμονία, την αποκατάσταση της ενότητας και της ειρήνης στη χώρα καθώς και τη θέσπιση νέου καταστατικού χάρτη. Μέσα από διπλωματικούς αγώνες και τη δόλια τακτική της Αυστρίας για αποκλειστική ανάμειξή της στα ελβετικά ζητήματα, ο Καποδίστριας πέτυχε να ενοποιήσει τα ελβετικά καντόνια εξουδετερώνοντας τα αντιμαχόμενα συμφέροντά τους. Στο συνέδριο της Βιέννης (1814) υπερασπίστηκε με αυτοθυσία την ενότητα των Ελβετών και τον Μάρτιο του 1815 υπογράφτηκε η διακήρυξη (τα προσχέδια της οποίας είχε ο ίδιος επεξεργαστεί) που ρύθμιζε οριστικά τη διαρκή ουδετερότητα και ανεξαρτησία της με τα 19 καντόνια που θα αποτελούσαν το θεμέλιο του ελβετικού ομοσπονδιακού συστήματος.
Η συμβολή του στην εγκαθίδρυση της γερμανικής ομοσπονδίας
Στο συνέδριο της Βιέννης ο Καποδίστριας τάχθηκε υπέρ της ομοσπονδιοποίησης της Γερμανίας. Οι ηγεμόνες των γερμανικών κρατιδίων είχαν διαιρεθεί και επηρεάζονταν από τις αντιζηλίες των μεγάλων δυνάμεων. Τον Ιούνιο του 1815 υπογράφτηκε η τελική συνθήκη για τη γερμανική ομοσπονδία που περιλάμβανε 41 γερμανικά κρατίδια.
Η παρέμβασή του για την αποκατάσταση της ενότητας του γαλλικού έθνους
Μετά τη δυναμική και πληθωρική παρουσία του στις διαπραγματεύσεις της Βιέννης ο Καποδίστριας επιλέχθηκε από κοινού ως εισηγητής των θέσεων του διευθυντηρίου των δυνάμεων στο συνέδριο του Παρισιού μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό. Εκεί έλαβε θέση υπέρ της ακεραιότητας της Γαλλίας και στο συνέδριο του Αιξ Λα Σαπέλ (1818) τάχθηκε υπέρ της αναθεώρησης των συμμάχων με τον βασιλιά της Γαλλίας, της εκκένωσης της χώρας από τα συμμαχικά στρατεύματα, της διευθέτησης των οικονομικών διαφορών και της επανατοποθέτησης του βασιλιά της στα ευρωπαϊκά συμβούλια. Αποτέλεσμα των χειρισμών του ήταν η φιλία της Γαλλίας προς τη Ρωσία και η διάσπαση της αντιρωσικής Τριπλής Συμμαχίας Αυστρίας, Μ. Βρετανίας και Γαλλίας.
Για την αντιμετώπιση αυτών των θεμάτων ο Καποδίστριας κινούνταν ανεξάρτητα, απολαμβάνοντας την εμπιστοσύνη του τσάρου, και κατάφερε να προωθήσει λύσεις που είχαν τη δική του σφραγίδα.
Η συμβολή του στη συγκρότηση του επτανησιακού κράτους
Η υπόθεση της ιδιαίτερης πατρίδας του πάντα τον απασχολούσε και μπορούμε να πούμε ότι η εξωτερική του πολιτική στόχευε σε έναν ευνοϊκό για τα Επτάνησα διακανονισμό. Επίσης, το θέμα αυτό κυριαρχούσε στην αλληλογραφία με τον πατέρα του (Αρχείον Καποδίστρια, τόμ. Γ΄). Η κατάλυση της γαλλικής κατοχής στα Επτάνησα από τους Βρετανούς το 1809-10 αποσκοπούσε στην άσκηση κυρίαρχης απολυταρχικής εξουσίας. Για τον Καποδίστρια η επίλυση του επτανησιακού ζητήματος εντασσόταν στις θέσεις του για τη δημιουργία μιας νέας τάξης πραγμάτων στην Ευρώπη. Ετσι, έπειτα από πολλές παρασκηνιακές διπλωματικές προσπάθειες υπογράφτηκε στο Παρίσι το 1815 η συνθήκη για τα Επτάνησα, κατά την οποία αποτελούσαν «ελεύθερον και ανεξάρτητον» κράτος ονομαζόμενο «Ηνωμέναι Πολιτείαι των Ιονίων Νήσων» υπό την προστασία της Βρετανίας. Βασική προϋπόθεση της συνθήκης ήταν η αναγνώριση του δικαιώματος στα νησιά να εφαρμόσουν ελεύθερη συνταγματική διακυβέρνηση. Παρ’ όλα αυτά οι Αγγλοι εφάρμοσαν, ως γνωστό, τυραννική πολιτική, την οποία ο Καποδίστριας κατήγγελλε με κάθε ευκαιρία.
Οι ανθρωπιστικοί αγώνες του
Μια άγνωστη πλευρά της διπλωματικής του δράσης είναι οι προσπάθειές του για τη βελτίωση των συνθηκών των μαύρων και την κατάργηση του δουλεμπορίου στις ακτές της Αφρικής. Με δική του πρωτοβουλία στο συνέδριο της Βιέννης (1814) οι σύνεδροι διακήρυξαν ότι το εμπόριο των νέγρων ήταν αντίθετο στους νόμους της ανθρωπότητας και της δημόσιας ηθικής, ενώ στο συνέδριο του Αιξ Λα Σαπέλ (1818) με την έγκριση του τσάρου κατέθεσε υπόμνημα αναπτύσσοντας με μεθοδικότητα σχέδιο για την καταπολέμηση του δουλεμπόριου των μαύρων και πρότεινε την ίδρυση ειδικού για τον σκοπό αυτό ουδέτερου οργανισμού στις δυτικές ακτές της Αφρικής. Οι προτάσεις του επέσυραν την έντονη αντίδραση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και ιδιαίτερα της Αγγλίας. Η δικαίωσή του, ωστόσο, ήρθε πολύ αργότερα, όταν το 1884-85 στο συνέδριο του Βερολίνου συμφωνήθηκε ως μοναδική και αποφασιστική λύση η ίδρυση της Αφρικανικής Διεθνούς Ενωσης, έχοντας βασική οργάνωση αυτήν που είχε προτείνει ο Καποδίστριας το 1818.
Η πολιτική του για την ενοποίηση της Ευρώπης
Στο συνέδριο του Αιξ Λα Σαπέλ το 1818 ο Καποδίστριας διακήρυξε την ανάγκη προστασίας της Ευρώπης από τους κινδύνους των επαναστάσεων και από τη βίαιη επιβολή του ισχυρότερου, ενώ παράλληλα υποδείκνυε την καθιέρωση μιας υπερεθνικής ένωσης, στο πλαίσιο της οποίας όλα τα κράτη της Ευρώπης θα εγγυόνταν την εδαφική τους κατάσταση και την ισχύουσα μορφή διακυβέρνησης. Η πρόταση δεν έγινε αποδεκτή και οι σύμμαχοι ανάγκασαν τη Ρωσία να υπογράψει μυστική συνθήκη με την οποία υπόσχονταν ότι θα αντιμετώπιζαν σαν κοινή μεταξύ τους
υπόθεση κάθε κατάσταση που θα απειλούσε την ειρήνη.
Στο πνεύμα αυτής της πρακτικής, όταν το 1820 οι σύμμαχοι συγκεντρώθηκαν στο Τροπάου για να αντιμετωπίσουν την «απειλή» της ιταλικής επανάστασης, ο Μέτερνιχ επέμενε ότι το θέμα ήταν αυστριακή υπόθεση επικαλούμενος δικαιώματα επιρροής στη βόρεια Ιταλία. Η αντίδραση του Καποδίστρια όμως έπεσε στο κενό υπό την πίεση του τσάρου. Είναι πλέον η εποχή που η συνεργασία Καποδίστρια και τσάρου έπαυε σταδιακά να είναι αρμονική και στις παραμονές του συνεδρίου στο Λάιμπαχ (1821) το χάσμα στις σχέσεις τους είχε διευρυνθεί. Οσο δε εντεινόταν η πολεμική του Μέτερνιχ εναντίον του Καποδίστρια τόσο υποχωρούσε η επιρροή του τελευταίου στον τσάρο. Ο Καποδίστριας επέμενε στη φιλελεύθερη για την εποχή του στάση, ενώ ο ευμετάβολος και αντιφατικός Αλέξανδρος, ιδιαίτερα μετά τη δολοφονία του Ρώσου πράκτορα Κοτσέμπουε (1819) και την έκρηξη επαναστατικών κινήσεων στη Ρωσία (1820), διακατεχόταν από τον φόβο των επαναστάσεων. Τον χειμώνα του 1820 η θέση του Καποδίστρια έναντι του τσάρου έγινε ακόμη περισσότερο δυσχερής και από την εμπιστευτική αλληλογραφία του Λέμπτζελτερν προς τον Μέτερνιχ διαπιστώνεται η πάλη του υπουργού Εξωτερικών προς τον προϊστάμενό του: «Πάλη μεταξύ των ιδεών και των συνθηκών του ανθρώπου και των υποχρεώσεων από την υπουργική του θέση κάτω από τον πιο απόλυτο άρχοντα που υπήρξε ποτέ· των μέσων και των συνθηκών, τις οποίες οφείλει σαν υπουργός ν’ ακολουθή καθημερινώς και στις οποίες είναι αναγκασμένος να θυσιάση τον τρόπο σκέψεώς του» (Πετρίδης: 1976-1977, 164).
Η αυξανόμενη επιρροή του Μέτερνιχ στον τσάρο για τη διατήρηση της ειρήνης και η επιμονή του Καποδίστρια υπέρ μιας δυναμικής λύσης στο Ανατολικό Ζήτημα ενέτειναν τις σχέσεις τους. Το επαναστατικό κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες (Φεβρουάριος 1821), που συνέπεσε με τις διαβουλεύσεις στο Λάιμπαχ, αποτέλεσε ιδανική ευκαιρία για τον Μέτερνιχ να προχωρήσει στην τελική επίθεση εναντίον του Καποδίστρια. Στο συνέδριο κυριάρχησε η υπόνοια ότι η Ρωσία υποκινούσε το κίνημα, αφού ο ίδιος ο Υψηλάντης το υπαινίχθηκε στη γνωστή του προκήρυξη κάνοντας λόγο για «μίαν Κραταιάν δύναμιν» που θα υπερασπιζόταν τα δικαιώματα των επαναστατημένων. Η θέση του τσάρου για τη διατήρηση της ειρήνης ήταν αμετακίνητη, ενώ ο Καποδίστριας επέμενε σε μια δυναμική λύση του Ανατολικού Ζητήματος σε βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παρ’ όλα αυτά, ο τελευταίος αναγκάστηκε να σεβαστεί τις θέσεις του αυτοκράτορα, αναλαμβάνοντας να συντάξει ο ίδιος την αποκήρυξη του Υψηλάντη και του κινήματός του, χαρακτηρίζοντάς το «εγκληματικόν». Παράλληλα, όμως, πέτυχε να τηρηθεί από το συνέδριο αυστηρή
ουδετερότητα εκ μέρους των συμμάχων και να μη γίνει επέμβαση στον βαλκανικό χώρο. Ωστόσο, το κίνημα του Υψηλάντη έδωσε τη χαριστική βολή στις σχέσεις του Καποδίστρια με τον τσάρο.
Στο πλαίσιο της προσέγγισης και της αυξανόμενης επιρροής του Μέτερνιχ στον τσάρο ήταν και η μυστική, εν αγνοία του Καποδίστρια, συμφωνία Αυστρίας και Ρωσίας για τη διατήρηση της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η διαβρωτική επίδραση του Μέτερνιχ στον ευμετάβολο Αλέξανδρο είχε μεταστρέψει τα φρονήματά του απέναντι στον ελληνικό λαό. Οι γνωστές θηριωδίες των Τούρκων κατά των Ελλήνων (σφαγές Ελλήνων αρχόντων της Κωνσταντινούπολης, απαγχονισμός του πατριάρχη Γρηγόριου Ε΄ και άλλων ανώτατων κληρικών) δεν στάθηκαν αρκετές για να τον απαγκιστρώσουν από την Ιερή Συμμαχία. Τον Ιούλιο του 1821, μετά το συνέδριο του Λάιμπαχ, ο τσάρος, ύστερα από πρόταση του Καποδίστρια, έστειλε τελεσίγραφο στην Υψηλή Πύλη προκειμένου να αποτρέψει την αποστολή των στρατευμάτων που διέθετε στα Βαλκάνια για την κατάπνιξη της επανάστασης που είχε στο μεταξύ ξεσπάσει στην Πελοπόννησο. Επίσης, έναν μήνα αργότερα ο Καποδίστριας πρότεινε στον τσάρο τη δυναμική κατάληψη των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών για να εξαναγκαστούν οι Τούρκοι να αποδεχτούν τις ρωσικές αξιώσεις που είχαν τεθεί με τελεσίγραφο μετά τις ωμότητες στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ο τσάρος αρνήθηκε. Η οριστική ρήξη μεταξύ των δύο αντρών ήρθε την άνοιξη του 1822, όταν ο τσάρος επέλεξε τον Τατίστσεφ στη θέση του Καποδίστρια ως εκπρόσωπο στις διαβουλεύσεις της Βιέννης για τα ελληνοτουρκικά θέματα. Η συνέχεια είναι γνωστή: παύση και οριστική απομάκρυνση του Καποδίστρια, ο οποίος αυτοεξορίστηκε στην Ελβετία.
Δεν είναι τυχαίο ότι η τελική του διαφωνία με τον τσάρο ήταν για το ελληνικό ζήτημα. Η μέχρι τότε στάση του υπέρ των εθνικών κρατών και της εθνικής κυριαρχίας υπαγορευόταν από τη δική του συνείδηση ως Ελληνα και έχοντας υπόψη του τα συμφέροντα της πατρίδας του, κάτι που δεν έκρυβε. Στην περίπτωση όμως των πολυεθνικών αυτοκρατοριών της Ρωσίας και Αυστρίας η εθνική ταυτότητα των λαών τους υποχωρούσε. Συνεπώς οι εθνικές αναζητήσεις θα διασάλευαν αυτή την ενότητα.