Οι μνήμες ενός φωτορεπόρτερ από τη νύχτα του Πολυτεχνείου
Ο θρυλικός Αριστοτέλης Σαρρηκώστας αφηγείται όσα έζησε και αποτύπωσε φωτογραφικά τη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου 1973
Στις τέσσερις δεκαετίες της διαδρομής του ως φωτορεπόρτερ ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας βρέθηκε πολλές φορές στην καρδιά των μεγάλων γεγονότων που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη ιστορία. Ο φακός του κατέγραψε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, από στιγμές λάμψης μέχρι τη φρίκη του πολέμου. Σε εκείνον χρωστάμε μεταξύ άλλων τις τρεις φωτογραφίες στις οποίες αποτυπώνεται η εισβολή του τανκς στο Πολυτεχνείο στις 17 Νοεμβρίου 1973. Τα τρία αυτά καρέ που τράβηξε για το Associated Press για το οποίο εργάστηκε επί 33 χρόνια αποτελούν τη μοναδική φωτογραφική αποτύπωση του γεγονότος. Οι εικόνες έκαναν τον γύρο του κόσμου, διέψευσαν τους ισχυρισμούς των συνταγματαρχών ότι στο Πολυτεχνείο δεν συνέβη τίποτε άξιο λόγου και συνέβαλαν στην αφύπνιση της κοινής γνώμης. Στη συνάντηση που είχαμε αφηγείται πώς έζησε τα γεγονότα.
Ακολουθεί η αφήγησή του
Η Αθήνα καιγόταν επί τρεις ημέρες. Ολη η περιοχή από τη λεωφόρο
Αλεξάνδρας μέχρι το Μοναστηράκι και από την πλατεία Καραϊσκάκη μέχρι το Σύνταγμα ήταν πεδίο μάχης. Οι φωτορεπόρτερ τρέχαμε όλη μέρα μέχρι τις πέντε το απόγευμα που είχε φως, παρά τους κινδύνους, παρότι μας χτυπούσαν και μας πυροβολούσαν αστυνομικοί με πλαστικές σφαίρες. Η πλαστική σφαίρα μπορεί να σε τραυματίσει και αν σε βρει σε σημείο ευαίσθητο μπορεί να σε αφήσει νεκρό. Πηγαίναμε όλοι στα γραφεία μας να στείλουμε φωτογραφίες· εμείς στο πρακτορείο, άλλοι σε εφημερίδες. Αφότου έπεφτε το σκοτάδι ήταν προβοκάτσια να φωτογραφίσεις με φλας έναν αστυνομικό να χτυπάει κόσμο.
Το γραφείο μας τότε ήταν στην Ακαδημίας 27, απέναντι από την ΕΣΗΕΑ. Και το χημείο μου, δηλαδή ο σκοτεινός θάλαμος, ήταν στο πλυσταριό το οποίο βρισκόταν στην ταράτσα από πάνω. Είχα ανοιχτή την πόρτα και ξαφνικά άκουσα έναν θόρυβο. Προσπάθησα να ακούσω καλύτερα και κατάλαβα ότι ήταν ερπύστριες. Ετρεξα μέσα στην αίθουσα με τους δημοσιογράφους και πήγα στον διευθυντή Φιλ Δόπουλο και του ζήτησα να έρθει να ακούσει και εκείνος. Οταν κατάλαβε ότι είναι τανκς μου είπε: «Πάρε τις μηχανές και πήγαινε». «Εγώ θα πάω, δεν υπάρχει αμφιβολία, αλλά το θέμα είναι ποιος θα γράψει το στόρι;» του απάντησα. Κυρίως ήθελα να έχω ένα δεύτερο άτομο μαζί μου γιατί αλλιώς είναι να είσαι μόνος σου μέσα σε όλο αυτό κι αλλιώς με κάποιον ακόμη.
Ανάμεσα στις ερπύστριες
Κατεβήκαμε κάτω, νέκρα η Αθήνα, δεν κυκλοφορούσε ούτε γάτα. Ο Δόπουλος τότε είχε μια λαδί κάμπριο Jaguar. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο, κατεβήκαμε την Αμερικής και πέσαμε πάνω στη φάλαγγα των τανκς η οποία κατευθυνόταν προς το Πολυτεχνείο. Ψάχνοντας να βρούμε έναν χώρο να μπούμε και εμείς στη γραμμή των τανκς για να μην είμαστε παράταιροι χωθήκαμε κάπου με τον φόβο μη μας πατήσει καμιά ερπύστρια. Φτάνοντας στο Πανεπιστήμιο μας πλησίασε ένα αστυνομικό αυτοκίνητο. Τότε δεν υπήρχαν ευγένειες, μας άρχισαν τις χριστοπαναγίες. Εγώ είχα τις μηχανές κάτω στα πόδια μου. Ο Φιλ άρχισε να νευριάζει.
Το έπαιξα κορόνα γράμματα. Ο αστυνομικός μας απειλούσε με το περίστροφο στο χέρι. Εκείνη την ώρα μπορούσε να μας σκοτώσει χωρίς να δώσει αναφορά σε κανέναν. Το σκέφτηκα και κατέληξα «ή ταν ή επί τας». Κατέβασα το παράθυρο και άγγιξα με το χέρι το στόμα μου και του έκανα «σσστ» δύο φορές και αυτός ψάρωσε. Το αυτοκίνητο είχε αγγλικές πινακίδες, μας είδαν και τους δύο κοντοκουρεμένους και προφανώς υπέθεσαν ότι είμαστε της CIA ή της Intelligence Service. Οπότε κατέβασε το περίστροφο, έφυγαν και μας άφησαν. Κατευθυνθήκαμε προς Πατησίων και με
«Τα κολονάκια μεταξύ του αυτοκινήτου και της πόρτας ήταν γεμάτα παιδιά. Αλλα πέσανε μέσα και άλλα έξω. Οπως πέφτουν τα γινωμένα πορτοκάλια όταν τινάζεις την πορτοκαλιά» Αριστοτέλης Σαρρηκώστας Φωτορεπόρτερ
τη σειρά που πήγαιναν τα τανκς το αυτοκίνητό μας σταμάτησε μπροστά στο Μινιόν.
Κατέβηκα με τις μηχανές και με την τσάντα μου κανονικά χωρίς να κρύβομαι και προχωρήσαμε με τον Φιλ στη γωνία Στουρνάρη και Πατησίων. Εκεί ήταν γεμάτο αστυνομία, στρατό και μυστικούς με πολιτικά ρούχα – μεταξύ αυτών πολλοί προβοκάτορες γνωστοί σ’ εμένα. Αρχισα να τραβάω μερικά στιγμιότυπα χωρίς να μιλάω και ήρθε ένας αστυνόμος με τρία σιρίτια και με ρώτησε τι έκανα. Του εξήγησα ότι πήγα να τραβήξω μερικές φωτογραφίες για το πρακτορείο και μου είπε: «Κάτσε εδώ, θέλω να σε προσέχω, να βλέπω τι κάνεις».
Οι μυστικοί αστυνομικοί με τα πολιτικά και οι στρατιώτες ακούγοντας τι είπε ο αστυνόμος υπέθεσαν ότι ήμουν δικός τους και αυτό με βοήθησε πάρα πολύ να μείνω μέχρι την ώρα που έμεινα. Περιττό να περιγράψω τις σκηνές που εκτυλίχθηκαν. Ενιωθα ότι μέσα στο Πολυτεχνείο ήταν τα παιδιά μου, τα αδέρφια μου. Φλας δεν μπορούσα να χρησιμοποιήσω. Φωτογράφιζα με τα φώτα του δρόμου και των προβολέων από τα τανκς. Βεβαίως δεν ολοκλήρωσα ποτέ το 36άρι φιλμ γιατί έλεγα ότι θα έρθουν να με βουτήξουν να με πάνε στην Μπουμπουλίνας, ένα στενό πιο πάνω.
Η εισβολή στο Πολυτεχνείο
Οι φοιτητές στέκονταν μπροστά στα παράθυρα και φώναζαν: «Ελάτε μαζί μας, είμαστε αδέρφια, είμαστε άοπλοι». Ο εισαγγελέας Τσεβάς τους παρακινούσε να βγουν από το Πολυτεχνείο και τους έλεγε ότι δεν θα τους πείραζε κανείς. Από την πλευρά της Στουρνάρη είδα να πηδούν γύρω στους 20-25 φοιτητές από τα παράθυρα. Από κάτω υπήρχαν αστυνομικοί, οι οποίοι τους μοίρασαν σε δυάδες και τους ζήτησαν να βάλουν τα χέρια πίσω από το κεφάλι.
Οι σκηνές που είδα μόλις έστριψαν στην Πατησίων ήταν τρομερές. Τους χτυπούσαν στο κεφάλι με τα κλομπ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ έναν φοιτητή με ανοιγμένο κεφάλι που είχε πέσει στην άσφαλτο και μια φοιτήτρια να προσπαθεί να τον προστατεύσει. Λίγη ώρα μετά έπεσε ξερή πάνω του από τα χτυπήματα. Τους μάζεψαν όλους και τους εξαφάνισαν. Γύρω στα μεσάνυχτα είχα τραβήξει περίπου 10-15 καρέ, τα οποία έδωσα στον Δόπουλο και του ζήτησα να πάει στο γραφείο. Ηθελα να σιγουρευτώ ότι έχω κάποιες φωτογραφίες από όσα συνέβαιναν.
Ακουγα τον λοχία στο μεγάλο τανκς με το υπηρεσιακό τηλέφωνο στο ένα χέρι και στο άλλο το περίστροφο να λέει: «Μάλιστα, μάλιστα, διατάξτε». Τον άκουγα σαν να ήταν δίπλα μου, ήταν 15 μέτρα πιο πέρα. Εφτασε η ώρα τρεις παρά επτά λεπτά και ο πυργίσκος του τανκς γύρισε ανάποδα και το όχημα έκανε όπισθεν. Εκανα τον σταυρό μου και σκέφτηκα ότι μάλλον πήρε εντολή να αποχωρήσει. Ομως αυ
τός γύρισε τον πυργίσκο και το κανόνι ανάποδα για να μη βρει πάνω στην πόρτα και έκανε πίσω για να πάρει φόρα. Και ας έλεγε μετά ότι πήγαινε όσο μπορούσε πιο αργά. Δεν πήγαινε καθόλου αργά.
Είδα το τανκς να μαρσάρει και να πέφτει με όση δύναμη είχε πάνω στην κεντρική είσοδο. Την ώρα που εισέβαλε στο Πολυτεχνείο ούρλιαζαν οι σειρήνες όλων των τανκς, οι δε πυροβολισμοί ήταν άλλο πράγμα. Πίσω από τα κάγκελα της κεντρικής εισόδου οι φοιτητές είχαν βάλει για ασφάλεια τη Mercedes του πρύτανη. Τα κολονάκια μεταξύ του αυτοκινήτου και της πόρτας ήταν γεμάτα παιδιά. Αλλα πέσανε μέσα και άλλα έξω. Οπως πέφτουν τα γινωμένα πορτοκάλια όταν τινάζεις την πορτοκαλιά. Πολλοί με ρωτάνε αν είδα νεκρούς. Οχι, δεν είδα νεκρούς αλλά πώς έφυγε το σίδερο που έκοψε το πόδι της φοιτήτριας όπως ισχυρίστηκε ο λοχίας; Αν είναι δυνατόν. Την πάτησε κανονικά.
Η επόμενη μέρα
Για να έχω καλύτερη οπτική γωνία έφυγα από εκεί που ήμουν και πήγα στο κέντρο της οδού Πατησίων. Τράβηξα τρία καρέ κι αυτά, λίγο η συγκίνηση, λίγο το τρέξιμο, είναι ελαφρώς κουνημένα. Ηρθαν τότε καταπάνω μου δύο αστυνομικοί που κρατούσαν κάτι στειλιάρια δίμετρα και με αυτά χτυπούσαν τον κόσμο εξ αποστάσεως. Οταν τους είδα συνέχισα να φωτογραφίζω και σήκωσαν τα στειλιάρια για να με χτυπήσουν. Τότε ακόμη έπαιζα μποξ και κατάφερα να ξεφύγω· αν καθόμουν, θα την έτρωγα κατακέφαλα. Εκανα αμέσως μεταβολή και άρχισα να τρέχω ζιγκ ζαγκ όταν είδα τον ένα να βγάζει περίστροφο.
Στις έξι εκείνο το πρωί επέστρεψα στο Πολυτεχνείο. Εκτός από ελάχιστους που περνούσαν από περιέργεια από το απέναντι πεζοδρόμιο για να δουν τι συνέβη τη νύχτα, δεν κυκλοφορούσε κόσμος γιατί αμέσως επιβλήθηκε ξανά στρατιωτικός νόμος. Εκεί ήταν δύο πυροσβεστικά οχήματα και οι πυροσβέστες με τις μάνικες καθάριζαν τον χώρο μπροστά και μέσα στο Πολυτεχνείο. Είδα παπούτσια πεταμένα, παντελόνια ξηλωμένα, πουκάμισα σκισμένα μέσα εκεί. Μπήκα και φωτογράφισα με βαριά καρδιά.
Λίγο μετά βγήκε ο Παττακός στο ραδιόφωνο και είπε ότι στο Πολυτεχνείο δεν συνέβη τίποτε απολύτως. Το μεσημέρι όμως έφτασαν οι εφημερίδες από το εξωτερικό. Η «Herald Tribune», οι «New York Times» και άλλες είχαν στην πρώτη σελίδα τις φωτογραφίες με το τανκς να εισβάλλει στο Πολυτεχνείο. Και έτσι ο Παττακός άλλαξε το παραμύθι και είπε ότι έπρεπε να γίνει η επέμβαση για να τελειώνει αυτή η ιστορία με τα παλιόπαιδα. Που σημαίνει ότι οι φωτογραφίες κάτι κάνανε. Και τότε και τώρα με βασανίζει η σκέψη. Τι έγιναν αυτοί οι άνθρωποι; Πρόλαβαν να φύγουν; Αυτό είναι το μεγάλο μου ερώτημα.