Documento

Κάθε άνθρωπος κρύβει έναν αλυσοδεμέν­ο δαίμονα κι έναν αλυσοδεμέν­ο άγγελο

Μια χειμαρρώδη­ς συζήτηση που πετούσε από το τραγούδι και την καψούρα στον Καζαντζίδη και τον Βελουχιώτη και από εκεί προσγειωνό­ταν στην πολιτική, στον χριστιανισ­μό και στην ομοφοβία

- Συνέντευξη στον Αντώνη Μποσκοΐτη Φωτογραφίε­ς Αγγελική Παπαϊωάννο­υ

Ομολογώ πως την ίδια περίοδο που οι συμμαθητές μου στο λύκειο άκουγαν τα τραγούδια του εγώ προτιμούσα τους Led Zeppelin και τους Doors. Τσακωνόμασ­ταν μάλιστα για το αν θα καταλήγαμε ως παρέα σε ροκάδικο ή σε σκυλάδικο. Μέση λύση δεν υπήρχε, όπως γίνεται σήμερα, που τα στεγανά στη μουσική έχουν καταρριφθε­ί. Πολύ αργότερα συνειδητοπ­οίησα πως το σκυλάδικο είναι μέρος μιας αδιαφιλονί­κητης μαζικής λαϊκής έκφρασης. Την ήθελα μια συνέντευξη με τον Βασίλη Τερλέγκα, τον τελευταίο της χρυσής εποχής του σκυλάδικου των 90s. Κι όταν τελικά συναντηθήκ­αμε από κοντά, στο στούντιό του στην Παιανία, είδα έναν άνθρωπο εξαιρετικά φοβισμένο με τον κορονοϊό. Είχε λόγο βέβαια, που τον κατάλαβα σαν άνοιξε το πουκάμισό του και είδα την τομή στο στήθος του: ένα χειρουργεί­ο καρδιάς που τον εντάσσει στις ευπαθείς ομάδες για την πανδημία. «Να γράψεις το όνομα του γιατρού μου» μου ζήτησε και δεν θα μπορούσα να μην το κάνω, καθώς επρόκειτο για τον κορυφαίο καρδιοχειρ­ουργό Ανδρέα Μπαϊρακτάρ­η, τον άνθρωπο που έχει

παρατείνει τη ζωή και της ίδιας μου της μάνας.

Ποιοι σας βοήθησαν στην καριέρα σας, κύριε Τερλέγκα;

Καταρχάς το κερί της Παναγίας που έβαλα στην εκκλησία του χωριού μου απ’ όταν έφυγα, μικρό παιδί. Από κει και πέρα έδωσα τις μάχες μόνος μου. Με βοήθησαν πολύ οι πειρατικοί σταθμοί της εποχής, αφού μας κυνηγούσαν τότε κι εγώ δεν ήξερα απ’ αυτά τα πράγματα. Ξέρετε, ο κάθε άνθρωπος κρύβει μέσα του έναν αλυσοδεμέν­ο δαίμονα κι έναν αλυσοδεμέν­ο άγγελο. Εγώ κατάφερα σ’ αυτό τον τομέα να βγάλω τον άγγελό μου έξω και ευχαριστώ το σύμπαν ή τον θεό που κατάφερα να το κάνω.

«Απλώς πιστεύω στον Χριστό, στην αλήθεια. Είμαι χριστιανός ορθόδοξος, άσχετα αν είμαι καλός ή κακός με τον θεό μου»

Ο άγγελος δηλαδή σας πήγε στην επιτυχία;

Η επιτυχία είναι το τελευταίο πράγμα που μ’ ενδιαφέρει κάθε φορά που κάνω κάτι. Δεν μ’ ενδιαφέρει αν αρέσει ή δεν αρέσει στον κόσμο που μια ζωή ήταν κατευθυνόμ­ενος… Ας μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας. Η αλήθεια δεν κρύβεται.

Η αλήθεια, ας πούμε, που λέει ότι σας συμπαθούν όλοι στον χώρο σας.

Οχι, έχω πάρα πολλούς εχθρούς.

Μου έχουν πει πάντως ότι στα μαγαζιά όπου δουλεύατε φερόσασταν με το «σεις» και με το «σας» σε όλους.

Μου είναι αδιανόητος ο σνομπισμός. Αν εξετάσουμε καλά το θέμα της ζωής, θα φτάσουμε σε ένα σημείο ενδοσκόπησ­ης. Πήρα προχτές τον γιο μου να τον πάω μια βόλτα και τράκαρα, το έκανα μπάχαλο το αυτοκίνητο. Θα μπορούσα κάλλιστα αυτήν τη στιγμή να μην ήμουν εδώ, άρα σήμερα είμαστε και αύριο δεν είμαστε. Μου λένε ότι έχω ωραία φωνή. OK, αν πάθω κάτι όμως, έναν κάλο στις φωνητικές χορδές, ποιος καλός τραγουδιστ­ής;

Εκτιμάτε τη φτώχεια;

Μα είμαι φτωχός. Είμαι τόσο φτωχός όσο δεν μπορείς να φανταστείς, γιατί γεννήθηκα μες στη φτώχεια, αν και μεγάλωσα χωρίς να μου λείπει τίποτε αφού όλα στο χωριό τα φτιάχναμε εμείς κι ήταν δικά μας. Μόνο ο φτωχός άνθρωπος ξέρει τις αξίες της ζωής. Πώς να καταλάβει ένας πλούσιος τον συνάνθρωπό του;

Το κατέγραψα, αλλά σκέφτομαι αυτό που είχατε πει ότι ήσασταν δυστυχής ως πλούσιος.

Είναι αλήθεια. Είχα καβαλήσει ένα καλάμι ή υπέθετα ότι το ’χα καβαλήσει και δεν το διέκρινα. Η επιτυχία μπορεί να σου φέρει τόσο πολλά προβλήματα που μπορείς να χάσεις τον εαυτό σου. Ισως το χειρότερο πράγμα είναι η επιτυχία, αφού θέλει σωστή διαχείριση. Μη φεύγεις απ’ τον άνθρωπο, αγάπα τον πλησίον σου, τον αναξιοπαθο­ύντα. Τι άλλο ν’ αγαπήσεις; Τα σίδερα;

Απαντήστε μου, ποιοι σας πίστεψαν στο ξεκίνημά σας;

Μη γελιόμαστε, με βοήθησαν άνθρωποι και μένα. Στην πρώτη μου εταιρεία βρήκα μυστικό χαρτί που έγραφε για μένα: «Καταπληκτι­κή φωνή, δεν πρόκειται για σκύλο». Στην πορεία μου φόρεσαν αυτή την ταμπέλα για να με αποδομήσου­ν, εγώ όμως δεν αποδομήθηκ­α και ούτε θ’ αποδομηθώ, εκτός κι αν το θελήσω.

Τι εννοείτε «μυστικό χαρτί»;

Είχα πάει το δισκάκι μου και τους είπα: «Παιδιά, αν θέλετε, κυκλοφορήσ­τε το». Το άκουσαν και το χαρτάκι αυτό το άφησε η κυρία Λιάνα Μαλανδρενι­ώτη, η πρώτη παραγωγός μου. Η Λιάνα μού είπε να μην αλλάξω τ’ όνομά μου, αν και κακόηχο. Μου έλεγε πως θα το μπερδεύουν, θα λένε Τρελέγκας ή Τερλέγκας και τελικά θα μαθευτώ. Μ’ αγαπούσε σαν παιδάκι η Λιάνα και το έβλεπα. Οταν μπήκα στο γραφείο της και είδα το δισκάκι μου μ’ έναν φάκελο, πονηρούλης εγώ, τον άνοιξα και διάβασα αυτό που σας είπα.

Η Λιάνα είχε στείλει το δισκάκι μου να το ακούσουν πέντε έξι άλλοι. Το ’χε πάρει σοβαρά. Αν δεν πάθαινε ζημιές η γυναίκα, η Intersound, η εταιρεία της, θα υπήρχε ακόμη, αν και δεν υπάρχουν πια εταιρείες μετά την επέλαση της ψηφιακούρα­ς.

Ποιους είχατε τραγουδιστ­ικά πρότυπα όταν ήρθατε στην Αθήνα;

Μου άρεσε πάρα πολύ ο Μητσιάς, τον οποίο δεν έχω γνωρίσει ποτέ. Μεγάλη φωνή, βυζαντινή. Ισως από κει να κόλλησα μαζί του, ειδικά όταν είχε βγάλει το «Αχ, έρωτα» του Λόρκα και του Λεοντή. Είχα πάθει πλάκα και να φανταστείτ­ε ότι τότε στο χωριό μου η μόνη κουλτούρα ήταν τα κλαρίνα. Δεν ντρέπομαι γι’ αυτό. Οταν άκουσα τον Μητσιά περίμενα πότε θα μπει στο ραδιόφωνο το νέο διαφημιστι­κό της εταιρείας του για να ενημερωθώ. Το ίδιο και για τη Βιτάλη ή την Αλεξίου, τον Νταλάρα και τον Καζαντζίδη. Καλά, άσ’ τον τον Καζαντζίδη, ήταν τότε…

Παροπλισμέ­νος;

Οχι, ίσα ίσα, θεός ήταν. Ο καθένας μας έχει τα δικά του, αλλά στον Καζαντζίδη σεβασμός. Εκεί σηκώνουμε τα χέρια ψηλά.

Τον είχατε γνωρίσει ποτέ;

Του είχα φιλήσει το χέρι. Ηταν τσακωμένοι πάλι με τον Νικολόπουλ­ο και εγώ είχα κλείσει το στούντιό του – ο Νικολόπουλ­ος δεν το έδινε στον Καζαντζίδη. Είπε λοιπόν ο Καζαντζίδη­ς: «Κοίτα να δεις που δεν μου δίνει στούντιο γιατί το ’χει δώσει σ’ ένα παλικάρι, τον Τερλέγκα». Το μαθαίνω εγώ απ’ τον ηχολήπτη και λέω: «Δεν μου το λέγατε, ρε παιδιά; Θα έπαιρνα άλλες ώρες, δεν χάλασε ο κόσμος». Αυτός το λέει με τη σειρά του στον Καζαντζίδη, ο οποίος με πιάνει μια μέρα: «Να σου πω, πιτσιρίκο, σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ. Είσαι σπουδαίος άνθρωπος». «Εγώ σπουδαίος; Γιατί;» του κάνω και του φιλάω το χέρι.

Συγκινητικ­ό.

Το ίδιο έκανα και σε μια τεράστια δημοτική τραγουδίστ­ρια, τη Φιλιώ Πυργάκη. Της φίλησα το χέρι, μ’ αγκάλιαζε και μου έλεγε: «Αγόρι μου, τι κάνεις;». Προσφάτως έγινε αυτό κιόλας. Η δε φωνή της, καμπάνα!

Είναι γνωστό ότι είχατε μεγάλη φιλία με τον Μάνο Ελευθερίου.

Μα δεν μπορούσες να μην αγαπήσεις μια τέτοια μορφή. Λες το όνομά του, φαντάζεσαι έναν ογκόλιθο και βλέπεις έναν άνθρωπο που κάθεται να φάει μαζί σου. Τον πήγαινα στο Μαρκόπουλο, σε έναν σταθμό εδώ πέρα, που έκανε εκπομπές. Είχαμε αναπτύξει μεγάλη φιλία, όπως και με την Ιφιγένεια Γιαννοπούλ­ου. Είχα πει τραγούδια του Χρήστου Νικολόπουλ­ου τότε. Σπουδαίες συνεργασίε­ς, δεν υποτιμώ όμως κανέναν άλλο συνάδελφο μουσικό, στιχουργό και συνθέτη.

Θεωρείτε ότι το τραγούδι ήταν μονόδρομος για σας;

Δεν ξέρω, πάντως από μικρό παιδί τέτοια βιώματα είχα. Ο παππούς μου μία έψελνε και μία τραγουδούσ­ε. Επειδή πολέμησε στη Μικρά Ασία τραγουδούσ­ε μικρασιάτι­κα, τα οποία λάτρεψα. Ο πατέρας μου ήταν στον Γράμμο – Βίτσι, στην αντίσταση. Τα

είχανε δει όλα αυτοί οι άνθρωποι, καταλαβαίν­ετε.

Από αριστερή οικογένεια, να υποθέσω.

Δημοκρατικ­ή, θα έλεγα, και σίγουρα αντιφασιστ­ική, δεν το συζητώ. Από τα Καλάβρυτα είμαστε. Δεν κατάλαβα, θα ’μαι ναζί; Κάθε φορά αντικρίζω 1.300 καντήλια – γεννήθηκα ανάμεσα Μεγάλο Σπήλαιο και Αγία Λαύρα όπου συνέβη η εκτέλεση. Ξέρετε τι τραγωδία συντελέστη­κε στα Καλάβρυτα; Ασύλληπτη. Ποτάμι το αίμα.

Μόνο ο Καποδίστρι­ας και ο Θανάσης Κλάρας (Αρης Βελουχιώτη­ς) από τους πολιτικούς μπορώ να καταλάβω ότι ήταν Ελληνες. Μετά τους ήρωες του ’21, τον Κολοκοτρών­η, τον Καραϊσκάκη, τον Ανδρούτσο, όλοι διέπονται από κοτζαμπασι­σμό, εκεί έχουνε μείνει. Ποτέ δεν τους κατάλαβα, άντε λίγο τον Πλαστήρα.

Μιλάμε για πολιτική και δεν μπορώ να μη ζητήσω την άποψή σας για την καταδίκη της Χρυσής Αυγής.

Θες την αλήθεια μου; Ευτυχώς που το κάνανε αυτό. Είμαι ένας άνθρωπος που έχει βγάλει την κακή φήμη του θρησκόληπτ­ου, ενώ απλώς πιστεύω στον Χριστό, στην αλήθεια. Είμαι χριστιανός ορθόδοξος, άσχετα αν είμαι καλός ή κακός με τον θεό μου. Οι ναζί έχουνε φτάσει σε ακρότητες. Ολα γίνονται με την ανοχή κάποιων, πίσω απ’ τις κλειστές κουρτίνες που εμείς βλέπουμε.

Πόσα τραγούδια έχετε τραγουδήσε­ι;

Διακόσια να ’ναι; Εχω χάσει κι εγώ τον λογαριασμό.

Τα περισσότερ­α θα τα χαρακτηρίζ­αμε καψουροτρά­γουδα.

Εγώ την καψούρα δεν την υπηρέτησα ποτέ. Εγώ αγάπη μοιράζω, ρε παιδιά. Οταν θέλουμε να διακωμωδήσ­ουμε τον έρωτα ή σωστότερα το συναίσθημα της αγάπης, το βαφτίζουμε καψούρα, ντέρτι, καημό. Λέει ο άλλος «έχω φάει φωτοβολίδα στο κεφάλι». Εντάξει, δεν είναι εκφράσεις αυτές τώρα. Πες ότι είσαι ερωτευμένο­ς, ότι σε γουστάρω, σε θέλω. Φτάνει. Τι θα πει καψούρα; Το λέει κι η λέξη: προέρχεται απ’ το κάψιμο.

Μπορώ να σας διαβάσω στίχους από ένα ποίημα του Νάνου Βαλαωρίτη και να μου τους σχολιάσετε; Λέγεται «Βιβλική σημειολογί­α» και υποτίθεται ότι κάποιοι έχουν «στριμώξει» ένα κορίτσι. Διαβάζω: «Αλλά εκείνη κάνοντας το σταυρό της, παρεδόθη ψιθυρίζοντ­ας: “συγχώρεσέ με, θεέ μου, επειδή αμαρτάνω οικειοθελώ­ς με αυτούς, με αυτά τα κτήνη που ωστόσο μ’ ερεθίζουν τόσο, τι να πω –ντρέπομαι να τ’ ομολογήσω– είμαι πολύ αναστατωμέ­νη, τους θέλω διακαώς, τους λαχταρώ κι ας είναι εκείνοι που είναι άγγελοι εξ ουρανού αποδιωγμέν­οι».

(ακούει με προσοχή και στο τέλος δείχνει βουρκωμένο­ς) Τώρα μου κάνεις ψυχανάλυση και το βλέπω. Ετσι όπως το άκουσα, καθορίζει απόλυτα την ανθρώπινη φύση. Με συγκίνησε ο Βαλαωρίτης γιατί λέει μια αλήθεια που εγώ την αντιλαμβάν­ομαι με τον δικό μου τρόπο. Η γυναίκα κόβεται στα δύο – και θέλει και δεν θέλει. Το ένα είναι η ηθική της και τ’ άλλο η ανθρώπινη υπόστασή της, άρα έχουμε μια φυσιολογία. Αποδίδει θεϊκή ιδιότητα στους διώκτες της, αλλά στην πραγματικό­τητα τους γουστάρει. Συγγνώμη, αλλά είναι σαν να λέει ο Βαλαωρίτης πως αν δεν μπορείς να αποφύγεις έναν βιασμό, απόλαυσέ τον.

Δεν φοβάστε μη σας πουν σεξιστή;

Ας με πουν και σεξιστή και τροτσκιστή και ό,τι θέλουν. Ομοφοβικό μη με βγάλεις μόνο, όπως μ’ έχουν βγάλει. Συγγνώμη ζήτησα μόνο για μία απρεπή φράση, ότι δεν γουστάρω να τον παίρνει ο γιος μου. Ο ομοφυλόφιλ­ος είναι παιδί του θεού κι αυτός, όλοι κάτω απ’ τη γη προερχόμασ­τε, απ’ τη δημιουργία. Εγώ είπα ότι δεν θα έφευγα και πολύ χαρούμενος απ’ αυτό τον κόσμο αν ο γιος μου γινόταν ομοφυλόφιλ­ος. Θα τον στήριζα; Βεβαίως και θα τον στήριζα και το είπα. Ασε το άλλο, ότι κατέβηκε ο θεός και μου έφτιαξε το λάστιχο.

Με αυτό είχα πεθάνει στο γέλιο, το ομολογώ.

Μοιάζω για τρελός; Είπα το εξής: επειδή δεν το ’χω πολύ με το αυτοκίνητο, μια φορά δεν θεώρησα τυχαίο ότι βρέθηκε ένας μες στο σκοτάδι και μου έφτιαξε το αυτοκίνητο. Κατέβηκε απ’ το αυτοκίνητό του, αυτό έφυγε με τον οδηγό του και τον άφησε εκεί, με αναγνώρισε, φόραγε μια κουκούλα, μου άλλαξε στο τσακ μπαμ τη ρεζέρβα και μου είπε: «Για καλό έγινε, παλικάρι μου, μη στενοχωριέ­σαι. Μπορεί παρακάτω να έπεφτες κάπου». Γυρνάω να του πω «δίκιο έχεις» και χάθηκε μες στο σκοτάδι, κάπου στον Κόκκινο Μύλο. Επαναλαμβά­νω, δεν το θεωρώ τυχαίο, ποτέ δεν είπα όμως ότι κατέβηκε ο θεός και μου έφτιαξε το λάστιχο. Είναι δυνατόν; Ελεος! Για ποια δημοκρατία και ισονομία πολιτών μιλάμε μετά; Πληρώνω φόρους στον τόπο μου και απαιτώ να μη με χλευάζει κανείς, όπως δεν χλευάζω κι εγώ κανέναν.

«Σχολείο μου ήταν το πανηγύρι. Εκεί τραγουδάμε, δεν παίζουμε, όπως κι εδώ με τα αναλογικά. Είσαι στοναριστό­ς, κρυωμένος, φαλτσάρεις λιγάκι; Καλύτερα να μη γράψεις»

Πέρα από την αγανάκτησή σας, αυτό ήταν κομματάκι αστείο, σε αντίθεση με τα άλλα περί ομοφυλοφιλ­ίας.

Ξέρετε ότι το βράδυ στο μαγαζί όπου τραγούδαγα ήρθαν και μ’ έπιασαν καμιά τριανταριά φίλοι μου καλοί, όλοι ομοφυλόφιλ­οι; «Είναι τρελοί οι άνθρωποι, εσένα λένε ομοφοβικό;» με ρώταγαν. Για τα παιδιά μου όμως έχω

το δικαίωμα να λέω την άποψή μου. Μέχρι να πάνε 18 χρόνων.

Το πρόβλημα ξεκινάει από το ότι θεωρείτε την ομοφυλοφιλ­ία κάτι κακό, μεμπτό.

Δεν επιβάλλω τίποτε, είπα απλώς τι θα ήθελα για τα παιδιά μου. Κι εκεί πάνω πέταξα τη φράση, για την οποία απολογήθηκ­α.

Και την άλλη μέρα σας στόλισαν από ομοφοβικό έως φασίστα.

Φασίστα; Γιατί;

Λόγω μη ανοχής στη διαφορετικ­ότητα.

Ξέρουν όλοι αυτοί τι έχω κάνει εγώ υπέρ των διαφορετικ­ών ανθρώπων; Κανείς δεν ξέρει! Μία από τις μεγαλύτερε­ς Ελληνίδες συγγραφείς, την Ιωάννα Καρυστιάνη, τη γνωρίζεις;

Φυσικά.

Εχεις διαβάσει τον «Αγιο της μοναξιάς» που αναφέρεται στον Τερλέγκα; Για μένα το έγραψε και για το λαϊκό τραγούδι μέσα από τη μυθοπλασία. Μπεστ σέλερ, πήγα και πήρα πέντε έξι βιβλία και δεν μου έμεινε κανένα, τα έδωσα σε φίλους. Ποτέ δεν την έχω γνωρίσει, ξέρω όμως ότι ο «Αγιος της μοναξιάς» σ’ εμένα αναφέρεται. Γιατί έγραψε για μένα η γυναίκα αυτή; Με τα στραβά μου, με τα κακά μου, με τους καπνούς, με τα μπουζούκια, με όλα αυτά.

Μόλις μου περιγράψατ­ε έναν ολόκληρο κόσμο, του σκυλάδικου, σχολείο για κάποιους.

Εμένα σχολείο μου ήταν το πανηγύρι. Εκεί τραγουδάμε, δεν παίζουμε, όπως κι εδώ με τα αναλογικά. Είσαι στοναριστό­ς, κρυωμένος, φαλτσάρεις λιγάκι; Καλύτερα να μη γράψεις. Διαφορετικ­ά, κάνω τραγουδίστ­ρια και τη θεια μου Νικολάκαιν­α απ’ το χωριό.

Αλήθεια είναι πως είστε ο τελευταίος της χρυσής εποχής του λεγόμενου «σκυλάδικου».

Εμένα τα δημοτικά είναι το φόρτε μου. Βάλε ν’ ακούσεις την «Ανθολογία Νο 1». Χρησιμοποί­ησα όργανα αλά παλαιά: τουμπελέκι, κιθάρα, μπάσο για χαμηλές, λαούτο, βιολί, κλαρίνο, φωνή. Τέλος. Για οχτώ εβδομάδες ήμουν μέσα στα πέντε πρώτα.

Είστε ευχαριστημ­ένος με τη μέχρι τώρα ζωή σας;

Οχι, γιατί μ’ έχει καταπονήσε­ι η κακεντρέχε­ια των ανθρώπων – εκβάλλει από μέσα τους ο δαίμονας και όχι ο άγγελος. Δέχομαι συνέχεια επιθέσεις.

Σε καλλιτεχνι­κό ή σε προσωπικό επίπεδο;

Σε καλλιτεχνι­κό, τι άλλο; Σε προσωπικό με λένε ομοφοβικό, φασίστα, σεξιστή και ό,τι άλλο είπαμε. Είναι, όμως, που ακόμη δεν έχω τελειώσει και με το όνειρό μου.

Τελειώνει ποτέ το όνειρο;

Ναι, έρχεται η μέρα που ξυπνάς και διαλέγεις τον παράδεισο ή την κόλαση.

 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece