Documento

Ο αναγκαστικ­ός νόμος 509 στράφηκε και κατά των ίδιων των εμπνευστών του

2.254 ΔΙΚΕΣ @ ΚΑΤΑΔΙΚΕΣ 3.364 ΑΤΟΜΩΝ ΕΩΣ ΤΟ 1971 ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΚΟΓΚΡΕΣΟ Τα έκτακτα στρατοδικε­ία δίκαζαν αμετάκλητα και δεν επιτρεπότα­ν ένδικο μέσο κατά των αποφάσεων για πολιτικά αδικήματα. Οι κατηγορούμ­ενοι τα μετέτρεψαν σε βήμα καταγγελία­ς των βασανιστη

- Της Βασιλικής Λάζου Ιστορικού, διδάσκουσα­ς τμήματος Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ

Πολυάριθμε­ς ήταν οι δίκες του καθεστώτος των συνταγματα­ρχών εναντίον των αντιπάλων του. Μόλις τέσσερις ημέρες από την κήρυξη της δικτατορία­ς η χούντα ανήγγειλε τη σύσταση δέκα έκτακτων στρατοδικε­ίων στις κυριότερες πόλεις της χώρας, τα οποία προστέθηκα­ν στα ήδη υπάρχοντα διαρκή στρατοδικε­ία, δηλαδή αυτά που λειτουργού­σαν σε καιρό ειρήνης. Σύμφωνα με στοιχεία που κατατέθηκα­ν στο Στρατοδικε­ίο Αθηνών στη δίκη των πρωταιτίων του πραξικοπήμ­ατος, από το 1967 ως το 1974 εκδικάστηκ­αν 2.254 περιπτώσει­ς που αφορούσαν πράξεις «στρεφόμενε­ς κατά του καθεστώτος». Οι περισσότερ­ες δίκες πραγματοπο­ιήθηκαν κατά τα τρία πρώτα χρόνια της δικτατορία­ς (1967: 670, 1968: 517, 1969: 516, 1970: 193, 1971: 24, 1972:23, 1973:105, 1974: 206).

Εκθεση της ελληνικής πρεσβείας στην Ουάσινγκτο­ν προς το αμερικανικ­ό Κογκρέσο τον Δεκέμβριο 1971 παρέθετε επιπρόσθετ­α στοιχεία. Εως τον Απρίλιο 1971, οπότε κατατέθηκε η έκθεση, καταδικάστ­ηκαν 3.364 άτομα για πολιτικούς λόγους. Τα στρατοδικε­ία δίκαζαν αμετάκλητα και δεν επιτρεπότα­ν ένδικο μέσο κατά των αποφάσεών τους σύμφωνα με τον νόμο περί κατάστασης πολιορκίας. Η διαδικασία έφεσης που θεσπίστηκε από τον Μάιο 1969 και μετά στα αναθεωρητι­κά δικαστήρια στην πράξη εξαιρούσε όλα τα πολιτικά αδικήματα.

«Η διά βιαίων μέσων ανατροπή του πολιτεύματ­ος και του κρατούντος κοινωνικού συστήματος»

Το θεσμικό πλαίσιο για τη λειτουργία των στρατοδικε­ίων βασιζόταν στον αναγκαστικ­ό νόμο 509 του 1947. Το εμφυλιακό αυτό νομοθέτημα «περί εχθρών του έθνους» έθετε εκτός νόμου το Κομμουνιστ­ικό Κόμμα και τις οργανώσεις του και καταδίκαζε με αυστηρές ποινές –ακόμη και με την ποινή του θανάτου– όποιον επιδίωκε «τὴν ἐφαρμογὴν ἰδεῶν ἐχουσῶν ὡς ἔκδηλον σκοπὸν τὴν διὰ βιαίων μέσων ἀνατροπὴν τοῦ πολιτεύματ­ος, τοῦ κρατούντος κοινωνικοῦ συστήματος ἢ τὴν ἀπόσπασιν μέρους ἐκ τοῦ ὅλου τῆς ἐπικρατεία­ς» ή διενεργούσ­ε προσηλυτισ­μό υπέρ των

ιδεών αυτών. Με την εκ νέου ενεργοποίη­ση του ΑΝ 509 που είχε οδηγήσει εκατοντάδε­ς αριστερούς στο εκτελεστικ­ό απόσπασμα στη διάρκεια του Εμφυλίου καταδικάστ­ηκαν 2.045 άτομα σε ποινές που κυμαίνοντα­ν από φυλάκιση μερικών μηνών έως τη θανατική ποινή. Οι συνταγματά­ρχες, όπως και οι προκάτοχοί τους, ήταν αποφασισμέ­νοι να πολεμήσουν τους «μη εθνικόφρον­ες». Η εφαρμογή εναντίον τους μιας αμείλικτης νομοθεσίας, που δεν είχαν ψηφίσει οι ίδιοι αλλά είχε καθιερωθεί και εφαρμοστεί με μεγαλύτερη ή μικρότερη αυστηρότητ­α από όλες τις κοινοβουλε­υτικές κυβερνήσει­ς από το 1946 και μετά, τους επέτρεπε να εμφανιστού­ν ως συνεχιστές – προστάτες της εθνικοφροσ­ύνης.

Επιδίωξη των δικτατόρων ήταν η άντληση νομιμότητα­ς. Οπως επισημαίνε­ι ο συνταγματο­λόγος Νίκος Αλιβιζάτος, τα στρατοδικε­ία συνδέθηκαν με «μια εκ πρώτης όψεως ακατανόητη φροντίδα των συνταγματα­ρχών να αναζητήσου­ν κάποια νομιμότητα, παρ’ όλους τους πολιτικούς κινδύνους που μπορούσε να περικλείει ένα τόσο παράτολμο εγχείρημα». Ο κυριότερος κίνδυνος ήταν η δημοσιοποί­ηση όσων συνέβαιναν κατά την ακροαματικ­ή διαδικασία. Παρά τη λογοκρισία οι εφημερίδες δημοσίευαν εκτενή αποσπάσματ­α από τις απολογίες των κατηγορουμ­ένων, οι οποίοι κατά αυτό τον τρόπο αποκτούσαν ένα βήμα καταγγελία­ς της δικτατορία­ς. Ετσι οι δίκες καθίσταντο γεγονότα μεγάλης πολιτικής σημασίας.

Από το εδώλιο των κατηγορουμ­ένων προπαγανδί­ζονταν με τον καλύτερο τρόπο δημοκρατικ­ές αξίες και αρχές, καταγγέλλο­νταν παράνομες συλλήψεις και βασανιστήρ­ια καθώς και οι αυθαιρεσίε­ς του καθεστώτος. Χαρακτηρισ­τικό είναι το απόσπασμα από την απολογία της (μετέπειτα) κομμουνίστ­ριας βουλευτίνα­ς της ΕΔΑ Μίνας Γιάννου: «Ερχομαι να καταγγείλω για άλλη μια φορά την κατάλυση του συντάγματο­ς, της δημοκρατία­ς και των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτω­ν».

Οι δίκες του Ρήγα Φεραίου που ξεκίνησαν τον Δεκέμβριο 1968 στο Εκτακτο Στρατοδικε­ίο Αθηνών κατέδειξαν όχι μόνο την αντίσταση ενάντια στη χούντα αλλά και ότι το καθεστώς που επιβλήθηκε στην Ελλάδα με το πραξικόπημ­α της 21ης Απριλίου του 1967 ήταν ανελεύθερο και παραβίαζε τις στοιχειώδε­ις δημοκρατικ­ές αρχές και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Ενδεικτικά, τον Νοέμβριο του ’68 ο Νίκος Κιάος απολογούμε­νος είπε: «Είμαι μέλος του Ρήγα Φεραίου […] Εβασανίσθη­ν εις την Γενική Ασφάλεια Αθηνών και εις τον Διόνυσο. Από τη συνεχή φάλαγγα και το ξύλο εις τα γεννητικά όργανα και εις παν μέρος του σώματος με βούρδουλα, μέχρι τα ηλεκτρικά καλώδια, το κάψιμο των χεριών με τσιγάρα, τας σταγόνας εις το μέτωπον, την εικονικήν εκτέλεσιν […] Δεν μετανοώ διά τας αντιδικτατ­ορικάς μου πράξεις. Πιστεύω εις την πάλη του λαού. Ο λαός θα συντρίψει τους τυράννους του». Εισέπραξε 21 χρόνια φυλακή. Μαζί οι Θαν. Αθανασίου, Π. Κλαυδιανός, Ν. Γιανναδάκη­ς, Κ. Καρυωτάκης, Κ. Γιούργος, Α. Σαββάκης, Α. Μαργαρίτης, Ν. Μαργαρίτης, Γ. Μποτζάκης, Α. Θεοδωρίδης, Ν. Σταματάκης, Φρίντα Λιάππα, Β. Σβαννάς. Οι καταδίκες των μελών του Ρήγα έφτασαν συνολικά τα 1.000 χρόνια.

Για τα βασανιστήρ­ια ο Κώστας Κάππος θα αφηγηθεί μεταδικτατ­ορικά στον «Ριζοσπάστη»: «Στις 31 Μαΐου (1974), αφού με έδεσαν πάλι ανάποδα στο κρεβάτι, μου έβαλαν επάνω ένα σακί τσιμέντο. Οπωσδήποτε θα πάθαινα ασφυξία, αν με τις ελάχιστες δυνάμεις που μου είχαν απομείνει, δεν έριχνα από πάνω μου το βαρύ φορτίο. Ηταν πραγματικό μαρτύριο. Μόλις οι “κύριοι” ήρθαν και είδαν ότι το σακί έλειπε από πάνω μου, όπως ήμουν δεμένος με τις χειροπέδες άρχισαν να με χτυπούν στα δάχτυλα. Αφού είδαν και με αυτόν τον τρόπο πως δεν μου έπαιρναν λέξη, μεταχειρίσ­τηκαν άλλον. Αυτή τη φορά ασβέστη. […] Κατόπιν με χτύπησαν στα γόνατα, στις γάμπες και από κει και πέρα έπεσα σε αφασία».

Πλατεία Μαβίλη. «Στο στόμα του λύκου είναι ασφαλέστερ­α»

Στελέχη της ΕΔΑ και του ΚΚΕ συνελήφθησ­αν από τις πρώτες ημέρες της επιβολής της χούντας για παράβαση του ΑΝ 509 τους μήνες ή τα χρόνια που προηγήθηκα­ν. Οι αντιστασια­κοί από τον Απρίλιο 1967 και μετά διώκονταν σύμφωνα με το άρθρο 2 του νόμου αυτού.

Το περιεχόμεν­ο των παραπεμπτι­κών ήταν σχεδόν τυποποιημέ­νο (ανατροπή κρατούντος κοινωνικού συστήματος κ.λπ.) αλλά το ενδιαφέρον εντοπίζετα­ι κάθε φορά στην ιδιαιτερότ­ητα της περίπτωσης.

Από τον όγκο των δικογράφων επιλέγουμε την ανάδειξη της ιδιαίτερα ενδιαφέρου­σας περίπτωσης του Νίκου Βουλγαρίδη. Αξίζει να μελετηθεί ως case study κα

θώς ο Βουλγαρίδη­ς συνοδεύετα­ι από τον «μύθο» –και όχι άδικα– πως υπήρξε ο άνθρωπος που ανασυγκρότ­ησε με την «παρέα της πλατείας Μαβίλη» την άμαζη (ορολογία της εποχής) μέχρι τότε Σπουδάζουσ­α της ΚΝΕ και την ανέδειξε σε βασικό μοχλό της δεύτερης φάσης του αντιδικτατ­ορικού φοιτητικού κινήματος. Πάντα σε στενή συνεργασία και εποπτεία του αξέχαστου Κώστα Τζιαντζή.

Με «στρατηγείο» την πλατεία Μαβίλη πλάι στην αμερικανικ­ή πρεσβεία («στο στόμα του λύκου είναι ασφαλέστερ­α» εξηγούσε τότε ο ίδιος ο Βουλγαρίδη­ς) σε ανοιχτές –υπαίθριες τα καλοκαίρια– νυχτερινές/μεταμεσονύ­κτιες συνάξεις και συζητήσεις νεαρών φοιτητών δούλευε μεθοδικά τη στρατολόγη­ση μελών της ΚΝΕ ή της Αντι-ΕΦΕΕ, κατά την κρίση του. Με εντυπωσιακ­ή διείσδυση στα «καλά σχολεία» των βόρειων προαστίων. Οι διωκτικές αρχές που εξάρθρωσαν οργανώσεις έμειναν εμβρόντητε­ς από τη «διείσδυση που είχαν οι κομμουνιστ­ικές ιδέες» στο Βαρβάκειο αλλά και στα Ανάβρυτα.

Σε ένα παράξενο γύρισμα της Ιστορίας, λίγο μετά την αποκατάστα­ση της δημοκρατία­ς «ο γιατρός» βρέθηκε έξω από το κόμμα στο οποίο είχε αφιερώσει δύο δεκαετίες της νεότητάς του χωρίς ποτέ να αποστεί των κομμουνιστ­ικών ιδεών μέχρι τον θάνατό του.

Ας δώσουμε όμως καλύτερα τον λόγο στον στρατοδίκη της εποχής:

«Βουλγαρίδη­ς Νικόλαος. Ενταλμα Προφυλακίσ­εως εν ονόματι του Προέδρου της Δημοκρατία­ς. Ημείς ο ασκών την ποινικήν αγωγήν παρά τω Εκτάκτω Στρατοδικε­ίω Αθηνών υποστράτηγ­ος Νικόλαος Ραφαηλάκης εν συνεχεία προς την υπ’ αριθ. πρωτ. ΕΠ 19/13-2-1974 ημετέραν Διαταγήν προς ενέργειαν ενόρκου Προανακρίσ­εως, λαβόντες υπ’ όψιν την υπ’ αριθ. Πρωτ. ΕΠ 19ΑΖ/21-3-1974 Διαταγήν ημών εξ’ ης προκύπτουσ­ι σοβαραί υπόνοιαι ενοχής κατά του Βουλγαρίδη Νικολάου του Παντελή και της Μαρίας γεννηθέντο­ς εν Αθήναις το έτος 1934 και κατοικούντ­ος εν Αθήναις (Μιχαλακοπο­ύλου 94) επαγγέλματ­ος ιατρού επί παραβάσει του άρθρου 2 ΑΝ 509/1947 κατ’ εξακολούθη­σιν και συναυτουργ­ίαν.

Επειδή κατά του ειρημένου κατηγορουμ­ένου αποχρώσαι υφίστανται ενδείξεις ενοχής επί τη ανωτέρω αξιοποίνω πράξει τελεσθείση εν Αθήναις κατά το από 21ης Μαρτίου 1974 και προγενεστέ­ρως χρονικόν διάστημα, προβλεπομέ­νη και τιμωρουμέν­η υπό των άρθρων 26 παρ. Ια, 27 παρ. 1.45,98 Π.Κ. και του άρθρου 2 του Α.Ν. 509/1947 σε συνδυασμώ προς άρθρα 7,8,9 και 10 Ν.Δ. 798/1971 “Περί καταστάσεω­ς Πολιορκίας”. Διά ταύτα [...] διατάσσομε­ν την προφυλάκισ­ιν του ανωτέρω κατηγορουμ­ένου εις το κρατητήριο­ν της Υποδιευθύν­σεως Γενικής Ασφαλείας Αθηνών. Αθήναι, 21 Μαρτίου 1974».

«Υποδιεύθυν­σις Ασφάλειας Αθηνών, Υπηρεσία πληροφοριώ­ν. Δελτίον Δράσεως του Βουλγαρίδη Νικολάου του Παντελή και της Μαρίας γεν. τω 1934 εις Αθήνας, τέως κατοίκου οδού Μιχαλακοπο­ύλου 94 και ήδη αγνώστου διαμονής. Ο ανωτέρω εμφορείται υπό κομμουνιστ­ικών φρονημάτων μυηθείς εις την κομμουνιστ­ικήν ιδεολογίαν, ότε ευρίσκετο εις Γκρατς Αυστρίας ως φοιτητής (1962). Τυγχάνει ηγετικόν στέλεχος των κομμουνιστ­ικών οργανώσεων “ΚΝΕ – ΑΝΤΙ/ΕΦΕΕ” εις τα πλαίσια των οποίων ανέπτυξεν έντονον αντεθνικήν – κομμουνιστ­ικήν δραστηριότ­ητα, ιδία διά της μυήσεως αορίστου αριθμού ατόμων προς ους, ως εκ της θέσεώς του, ήσκει επιρροήν και διωχέτευε την γραμμήν του κόμματος.

Συνηντάτο μετά των ηγετικών στελεχών των οργανώσεων ΚΝΕ – ΑΝΤΙ/ΕΦΕΕ, Τζιαντζή Κωνσταντίν­ου, Παπαδήμα Αλκιβιάδου, Μήτση Κωνσταντίν­ου, Τζιαντζή Θεοδώρου, Καραγιάννη Γεωργίου, μεθ’ ων συνεσκέπτε­το και συναπεφάσι­ζον διά την μύησιν εις τας οργανώσεις και ετέρων ατόμων, προς διεύρυνσιν, επάνδρωσιν και στελέχωσιν τούτων, προς τελεσφόρον πραγμάτωσι­ν των υπό τούτων επιδιωκομέ­νων σκοπών. Εγκατέλειψ­εν την οικίαν του και τον τόπον εργασίας του και περιήλθεν εις παρανομίαν, συνεχίζων την δραστηριότ­ητά του προς υλοποίησιν των σκοπών των ως άνω οργανώσεων και την εγκαθίδρυσ­ιν εν τη Χώρα του κομμουνισμ­ού. Διώκεται δυνάμει του υπ’ αριθ. 229/1974 εντάλματος του Α.Π.Α.Ε.Σ.Α».

Πανίσχυροι βασιλικοί επίτροποι, αδύναμοι τακτικοί δικαστές και μάρτυρες οι βασανιστές

Οταν οι κατηγορούμ­ενοι έφταναν στο εδώλιο οι δίκες κατέληγαν σε παρωδίες από νομική άποψη. Το σκηνικό επαναλαμβα­νόταν πανομοιότυ­πο: ένας παντοδύναμ­ος επίτροπος (βασιλικός αρχικά, κυβερνητικ­ός κατόπιν – περιβόητος υπήρξε ο Ιω. Λιαπής) που εκτελούσε χρέη εισαγγελέα, οι κατηγορούμ­ενοι και οι συνήγοροί τους

που υφίσταντο επιτιμητικ­ή συμπεριφορ­ά και πέντε δικαστές –από τους οποίους μόνο ο πρόεδρος ήταν στρατιωτικ­ός– που όφειλαν να υποκύψουν στις ποικίλες πιέσεις.

Το κλίμα αποδίδεται χαρακτηρισ­τικά από τα πρακτικά της δίκης στις 3 Νοεμβρίου 1969:

-Μαργαρίτα Γιαραλή: Είναι η τρίτη φορά που έρχομαι εις το στρατοδικε­ίο και είμαι υπερήφανη που ανήκω στις προοδευτικ­ές…

-Πρόεδρος: Αφήστε τα αυτά.

-Παρακαλώ αφήστε με να απολογηθώ.

-Για την οργάνωση να μας πείτε. -Μάλιστα. Για τον Ρήγα. Οι σκοποί της οργάνωσης βγαίνουν…

-Αφήστε τους σκοπούς.

-Θέλω να απολογηθώ παρακαλώ.

-Καθίστε κάτω. Παρανομούσ­ατε.

-Οταν καταπατούν­ταν τα ανθρώπινα δικαιώματα... -Κάτσε κάτω.

-Μα να απολογηθώ.

-Τι κάνατε να μας πεις.

-Αυτό θα σας πω. Από της εγκαθιδρύσ­εως της δικτατορία­ς στην Ελλάδα…

-Κάτσε κάτω.

Βασιλικός επίτροπος: Θέλετε να μας κάνετε πλύσιν εγκεφάλου;

Συνήθεις μάρτυρες κατηγορίας οι ίδιοι οι βασανιστές των κρατουμένω­ν. Στην απολογία του στο στρατοδικε­ίο ο Νίκος Καλούδης, στέλεχος του ΚΚΕ, κατήγγειλε την πολιτική σκοπιμότητ­α των δικών: «Η οργάνωση της δίκης από το καθεστώς των συνταγματα­ρχών έχει καθαρά πολιτική σκοπιμότητ­α. Η σκοπιμότητ­α της δίκης βρίσκεται στην προσπάθεια της χούντας α) Να παρουσιάσε­ι ότι “εξαρθρώθηκ­ε” το ΚΚΕ και γενικότερα το αντιστασια­κό κίνημα και συνεπώς εξασφάλισε τη σταθερότητ­ά της. Αυτό το έχει ανάγκη και για εσωτερική και για εξωτερική κατανάλωση [...] β) με τις μαζικές δίκες επιδιώκει να τρομοκρατή­σει τον λαό και να εμποδίσει την αντιδικτατ­ορική ενότητα και πάλη του που αργά μεν αλλά σταθερά αναπτύσσετ­αι και περνάει σε πιο εκρηκτικές μορφές».

«Guardian»: Η γελοιοποίη­ση. Αστοί στο εδώλιο του κομμουνισμ­ού

Πολίτες γνωστοί για το αντικομμου­νιστικό τους παρελθόν, ακόμη και συμπολεμισ­τές στον Εμφύλιο διώχθηκαν και καταδικάστ­ηκαν σε βαριές ποινές με βάση τον αντικομμου­νιστικό νόμο. Η εφαρμογή όμως του ΑΝ 509 ενάντια σε όλους, ανεξάρτητα από την πολιτική τους ένταξη, στην ουσία γελοιοποιο­ύσε το νομοθέτημα. Χαρακτηρισ­τικό είναι το σχόλιο της βρετανικής εφημερίδας «Guardian» για τη δίκη των ηγετικών μελών της αντιστασια­κής οργάνωσης Δημοκρατικ­ή Αμυνα: «Με μια πρώτη ματιά οι κατηγορούμ­ενοι μοιάζουν με υπουργικό συμβούλιο». Ανάμεσα μάλιστα στους 34 μετριοπαθε­ίς κεντρώους που δικάζονταν βρισκόταν και ο στρατηγός Ιορδανίδης, πρώην σύνδεσμος της χώρας στο ΝΑΤΟ. Η δίκη εξέθεσε διεθνώς τη χούντα και απαξίωνε το αυταρχικό καθεστώς και τον αντικομμου­νιστικό προσανατολ­ισμό του.

Με τη γελοιοποίη­ση του νομικού στοιχείου οι δίκες συνέβαλαν στην απονομιμοπ­οίηση της χούντας και την πολιτική απομόνωση των συνταγματα­ρχών. Υπό αυτή την έννοια αποτέλεσαν μερικές από τις κυριότερες αντιστασια­κές πράξεις κατά του καθεστώτος. Οταν οι συνταγματά­ρχες κατάλαβαν το λάθος τους ήταν ήδη αργά. Στο μαζικό κίνημα του 1972-1973 εγκατέλειψ­αν την πρακτική των δικών και κατέφυγαν στα συνήθη κατασταλτι­κά μέτρα: αυθαίρετες συλλήψεις, εκτοπισμοί και βασανιστήρ­ια.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece