Ο νέος νόμος για τον εσωτερικό έλεγχο
Της Μαρίας Μαυρίκου
Δεκαπέντε χρόνια μετά η εφαρμογή συστήματος εσωτερικού ελέγχου στη δημόσια διοίκηση επανέρχεται στο προσκήνιο με τον ν. 4795/2021 «Σύστημα εσωτερικού ελέγχου του δημόσιου τομέα». Για πρώτη φορά ο εσωτερικός έλεγχος εμφανίζεται στον ν. 3492/2006 με τη σύσταση μονάδων εσωτερικού ελέγχου σε όλα τα υπουργεία και τις περιφέρειες, καθώς και σε φορείς με προϋπολογισμό άνω των 3 εκατ. ευρώ, υπό την καθοδήγηση και εποπτεία της ΓΔΔΕ του υπουργείου Οικονομικών. Εξι χρόνια μετά οι διατάξεις επαναλαμβάνονται στον ν. 4081/2012, ενώ δύο χρόνια ακολούθως αποτυπώνονται εκ νέου στον ν. 4270/2014. Το 2019 στον ν. 4622 για το «επιτελικό κράτος» οι εν λόγω μονάδες προβλέπεται να διενεργούν προγραμματισμένους και έκτακτους εσωτερικούς ελέγχους με εντολή υπουργού. Σήμερα την πολυετή ακινησία του συστήματος εσωτερικού ελέγχου επιχειρεί να βάλει σε τάξη ο νέος νόμος, η συζήτηση του οποίου είχε πυροδοτήσει σωρεία σχολίων και παρεμβάσεων κυρίως σε θέματα αξιοκρατίας, ανεξαρτησίας, εκπαίδευσης και επικάλυψης αρμοδιοτήτων. Συγκεκριμένα, δεν είναι λίγοι αυτοί που υπογραμμίζουν ότι η ανεξαρτησία των εσωτερικών ελεγκτών δεν μπορεί να επιτευχθεί με τη δημοσιοϋπαλληλική ιδιότητα και την υπαγωγή τους ιεραρχικά στην ίδια δομή. Η λύση χρησιμοποίησης ιδιωτικών ελεγκτικών εταιρειών, που την τελευταία δεκαετία αποτελούν εναλλακτικό δρόμο στα ψηφισθέντα νομοσχέδια, δεν φαίνεται επί του παρόντος να ενεργοποιείται. Από την άλλη, η ΔΔ θα πρέπει να μετρήσει τις δυνάμεις της σε στελεχιακό δυναμικό χωρίς να αποδυναμώσει άλλες υπηρεσίες της, αλλά και να προβεί σε αξιοκρατικές τοποθετήσεις σε όλα τα επίπεδα.
Πέραν αυτών, η σαφής οριοθέτηση του πλαισίου ελέγχου αποτελεί κρίσιμο σημείο για την αποφυγή κλίματος σύγχυσης και επικάλυψης αρμοδιοτήτων μεταξύ των διάφορων οργάνων ελέγχου. Στο όλο το εγχείρημα καλείται επίσης να συνδράμει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του ΕΚΔΔΑ, ο σχεδιασμός του οποίου θα πρέπει να λειτουργεί στη βάση των διεθνών επαγγελματικών προτύπων εσωτερικού ελέγχου και της διαρκούς κατάρτισης. Σε κάθε περίπτωση, η επιτυχής έκβαση και αποτελεσματικότητά του αλλά και η βιωσιμότητά του θα κριθούν στο άμεσο μέλλον.