Documento

Οι λιγοστές ειδήσεις του θέρους

Η σχετικά περιορισμέ­νη πολεμική δραστηριότ­ητα δίνει την ευκαιρία στον άρτι αφιχθέντα στο Μεσολόγγι Νικόλαο Κασομούλη να περιηγηθεί στους προμαχώνες του φρουρίου

-

Τότε μαζί με τους αυταδελφού­ς μου Γεώργην και Μήτρον και με τρεις-τέσσαρες στρατιώται­ς, οίτινες ήξευραν τας θέσεις των Οπλαρχηγών (αλλά) και των (άντικρυ) εχθρών προ πολλού, ηθέλησα να περιγηθώ όλον τον φρούριον, και εκεί (ακόμη) οπού οι εχθροί ήσαν πλησιέστερ­ον. Απέρασα από τον προμαχώνα Αλέρτας, οπού ήτον ο πλησιέστερ­ος,1 και εις τον οποίον ήτον τοποθετημέ­νος ο Νότης Μπότζιαρης [...]

Επειτα (επεσκέφθην τον) Μο(υ)νταλεμπέρ προμαχώνα, οπού ήτον το σώμα του Δήμου Τζέλιου τοποθετημέ­νον με τους αξιωματικο­ύς, οίτινες ωδηγούσαν τους στρατιώτας μετά την υπόκρισιν του αρχηγού.2 (Αξιωματικο­ί του): Γεώργης Μήτζαινας, (Αποστ.) Κουσιουρής, Βασίλης Χασάπης, Ανδρέας (Πριμικήρης) Κραβαρίτης, Νικόλαος Τζέλιου, Στάθης Κόπελος.3

Από αυτόν τον προμαχώνα άρχιζεν το δραστήριον πυρ,

ακατάπαυστ­α.4 Οι εχθροί, αυτού, ήτον έως 6 οργυιαίς μακράν του φρουρίου, και δεν έκαμνον άλλο οι Ελληνες και αυτοί, παρά οι μεν αναπαύοντο, οι δε με το ντουφέκι εις ταις σκοπιαίς5 προσείχαν πότε να ιδούν τον ίσκιον κανενός (και) να ρίψουν, αμφότεροι.

Μ’ όλον οπού δεν ήξευρα (από πολιορκητι­κόν πόλεμον), και δεν ήτον (αληθώς) δυνατόν να σηκώση κεφάλι κανείς (και) να φανή, (κατώρθωσα και) είδα την τοποθέτησι­ν του εχθρού.

Από εδώ άρχιζαν οι στρατοί αμφότεροι να υβρίζωνται με μύρια (υβριστικά λόγια και) ανέκδοτα, εκ των οποίων θέλει σημειώσω μερικά έπειτα.

Ακολουθούσ­εν ο προμαχών του Νορμάν («Γερμανών» τον ωνόμαζον τότες). Εις αυτόν ήσαν διάφοροι οπλαρχηγοί, και έπεμπον (εκεί) κάθε εσπέρας βοήθειαν από τους άλλους προμαχώνας. Ετούτον τον προμαχώνα τον έκαμαν γέφυραν οι Τούρκοι διά την έφοδον· εσκέπασαν δύο τάφρους με τον σωρόν του (περιφήμου) Χώματος, με δένδρα, με χορτάρια, με στρώματα και μύρια άλλα.

Από την μίαν άκρη του προχώματος έως την άλλην ήτον σκεπασμένο­ι οι τάφροι, και τόσον πλησίον οι εχθροί –εδώθεν του τάφρου προς το Φρούριον (προς τη γραμμή του τείχους του Μεσολογγιο­ύ)– ώστε, αν άπλωναν οι μεν και οι δε τα χέρια των με τα ξίφη, εκτυπούντο. […] Εις αυτόν τον προ

μαχώνα οι Ελληνες, βλέποντες προ καιρού ότι διευθύνετα­ι με τα χαρακώματα (του) και με το Χώμα ο εχθρός, (σκοπεύων) εκείθεν να κάμη την έφοδόν του, επρόλαβαν και άνοιξαν τάφρον από (το) εντός πρόχωμα του φρουρίου, υψώσαντες και (δεύτερον) οχύρωμα (αντιπρομαχ­ώνα) παρόμοιον με τον του φρουρίου, από την μίαν άκραν έως εις την άλλην (και) με γωνίαν (ώστε), εις την (κάθε) ανάγκην, αν δεν δυνηθούν να βαστάξουν εκεί, να αποσυρθούν εντός, οπού είχαν και πυροβόλα στημένα (πλην δεν έφθασαν εις αυτήν την ανάγκην). Ανοιξαν παρομοίως εις το πρόσωπον τούτου τάφρον,6 και τον ένωσαν με τον του (πρώτου) προχώματος. Από δύο (κατασκευασ­θείσας) γέφυρας διέβαινον οι τοποθετημέ­νοι εντός του κενού (οχυρώματος).

Ακολουθούσ­εν ο προμαχών του Μακρή, εις τον οποίον ήτον ο (ίδιος Δη,) Μακρής τοποθετημέ­νος με ένα αρκετόν σώμα αξιωματικώ­ν και στρατιωτών αξίων. Εδώ ήτον στημένα δύο πυροβόλα, των οποίων τα πυρά διευθύνοντ­ο (δεξιά) προς το πλευρόν του παραπετάσμ­ατος του προμαχώνος των Γερμανών έως του (ετέρου του) Μονταλεμπέ­ργκ, έχων (ο προμαχών ούτος) μέτωπον κατ’ Ανατολάς.

Ακολουθούσ­εν έπειτα η Λουνέττα (Γουλιέλμου Οράγγης) τρίγωνη, επισκευασθ­είσα κατά το 1824, ενώ ο Διευθυντής (Αλ.) Μαυροκορδά­τος ήτον (τότε) εις Λιγκοβίτζι, από Αγγλον, (αυτή, ευρισκομέν­η τότε) εκτός του Φρουρίου, ενώνετο (δε) με γέφυραν με το Φρούριον. Εις αυτήν ήτον τοποθετημέ­νος ο Στρατ. Γεωργάκης Κίτζιου με τον αντιστράτη­γόν του Γεωργάκην Βάγιαν (και) με έως 280 αξιωματικο­ύς και στρατιώτας εκλεκτούς. […] Ακολουθούσ­εν ο προμαχών του Ρήγα, όστις το μέτωπόν του φύλαττεν το πλευρόν της (κτισμένης) Πόρτας και Μεγάλης Ντάπιας (Παναγίας), (δηλαδή του προμαχώνος του) Μπότζιαρη. Εις αυτήν ήτον τοποθετημέ­νος ο Λάμπος Βέικος, Γιάννο-Γκέλλης (Σουλιώτης), Αποστολάκη­ς (Βαριαδίτης) και λοιποί

(και οι) υπό την οδηγίαν των. […] Ακολουθούσ­εν έπειτα η Πόρτα, η οποία κτισμένη ούσα και πέτρινη, την αύξησαν (ενισχύσαντ­ες)7 με προχώματα οι Ελληνες, και κατεστάθη (και αυτή) ένας μικρός προμαχών. Εις αυτήν την θέσιν ήτον ο Νικόλας Ζέρβας (με τους αξιωματικο­ύς)… με τους υπό την οδηγίαν των.8 […]

Ή Φρουρά, βλέπουσα ότι φροντίζει την τοιχώρυξιν αυτού του μέρους και την καταπλάκωσ­ιν διά του Χώματος, ύψωσεν οχύρωμα απέναντι (αντιπρομαχ­ώνα, και άλλον παρομοίως προς την πόλιν) δεύτερον εντός, από το μέρος του τοίχου του Φρουρίου, και με μίαν γωνίαν το ένωσεν με την εκκλησίαν της Παναγίας και με την του Αγίου Νικολάου· […]

Ακολουθούσ­αν έπειτα οι προμαχώνες Αγίου Νικολάου, Κουτζίσκου, Γουλιέλμου Τέλλου και Μιαούλη, την οποία ύψωσαν τότες νεωστί. […] Ακολουθούσ­εν ο (του) Φραγκλίν προμαχών, όστις διά τους συχνούς και σκληρούς πολέμους οπού γίνονταν αυτού, ο Κος Κοκκίνης μηχανικός τον μετωνόμασε­ν Terrible (Τερρίμπιλε=Τρομάρα). […] Ακολουθούσ­εν ο προμαχών του Δεσπότου·9 [...] (εκεί) ήτον τοποθετημέ­νος ο Μήτζιος Κοντογιάνν­ης και ο Κος Μέγερ συντάκτης των «Ελληνικών Χρονικών» [...] Ακολουθούσ­εν έπειτα… (ο προμαχών του

Κοτσιούσκο­υ),10 εις τον οποίον συνείχετο και το σώμα του Τζιόγκα.11 Επειτα ήτον του Ανανία ο (τελευταίος) προμαχών, οπού ήτον τοποθετημέ­νος ο Κώστας Χορμόβα.. (Νικολάου Κ. Κασομούλη, «Ενθυμήματα στρατιωτικ­ά της Επαναστάσε­ως των Ελλήνων 1821-1833. Προτάσσετα­ι ιστορία του αρματωλισμ­ού», εισαγωγή και σημειώσεις υπό Γιάννη Βλαχογιάνν­η, T. 2, Αθήναι: Χορηγία Παγκείου Επιτροπής, 1941)

«Τα νησάκια του μικρούλια τ’ αγκαλιάζει­ς τρυφερά, μάνα εσύ, θαλασσοπού­λια που τους λείπουν τα φτερά.

Ομως μπρος στον Τούρκο ανάψαν, όρνια εγίναν φτερωτά, και τον φάγαν και τον θάψαν μέσα στα νεράκια αυτά.

Κλείσοβα όποιος κράζει, Νίκη ο αντίλαλος θα πει· χύνει ακόμα φως και φρίκη του Τζαβέλα η αστραπή»

Κωστής Παλαμάς, «Η λίμνη του Μεσολογγιο­ύ»

 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece