Με ελλείψεις μπροστά στον Ιμπραήμ
Ο πασάς πήρε θέση, έβγαλε τα στρατεύματα για ασκήσεις, άρχισε να ζώνει το φρούριο και οι πολιορκημένοι αναζήτησαν χείρα βοηθείας που όμως δεν έφτασε
Εμβήκεν ο Δεκέμβριος μήνας, και το παν ευρίσκετο εις τον αγώνα της προπαρασκευής με όλην την διαφορίαν (ημών περί του εχθρού).
Ο Στόλος μας, αφού έκαμεν τόσας ναυμαχίας, μας ειδοποίησεν ότι τα περιμενόμενα πλοία με τα πολεμοφόδια δεν κατέφθασαν, και αναγκάζετο να τραβηχθή (διά) να προμηθευθή, και πάλιν να έλθη. […]
Από το στρατόπεδον Δερβέτζιστας κανέναν κίνημα δεν εβλέπαμεν, και ευρισκόμασθον εις απορίαν· μας ειδοποιούσαν μ’ όλον τούτο ότι καταγίνονται να πέμψουν βοήθειαν από όλα τα σώματα. (Νικόλαου Κασομούλη, «Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 1821-1833», τ. Β΄, χορηγία Παγκείου Επιτροπής. Αθήναι, 1941)
Κατά τας αρχάς Δεκεμβρίου ήλθον τέλος πάντων οι γραμματείς μας από το Ναύπλιον και μας έφεραν το χρηματικόν οπού τους έδωσεν η Διοίκησις· […] Ολίγο, αλλά περισσότερον από το τίποτις, διότι είχομεν τόσους μήνας δίχως οβολόν·[…] (Σπυρομίλιου, «Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου», εκδίδονται υπό Ιω. Βλαχογιάννη, πατριωτική χορηγία Εμ. Α. Μπενάκη. Αθήναι: [Τυπογραφείον Σ. Κ. Βλαστού], 1926)
Την 13 Δεκεμβρίου. Χθες το εσπέρας είδεν η γενναία φρουρά του Μεσολογγίου και Αραβικάς φάλαγγας ερχομένας από τα σπλάγχνα της Αφρικής εναντίον της. Ούτε αι φυλαί των Αλβανών και Γκέγκιδων, ούτε των Γκριτζαλίδων, ούτε των Χαινταλίδων, ούτε των Βιντινλίδων, ούτε των Κοζάκων αυτών, ήτινες ήλθον από τας εκβολάς του Δουνάβεως, δεν εξήρκεσαν διά τόσον μικρόν αριθμόν Ελλήνων κλεισμένων εις την μάνδραν ταύτην, ούτε οι από της Ασίας μεταβάντες Κιουταχήδες και λοιποί δεν εστάθησαν ικα
νοί, αλλ’ ήλθον και Αραβες από την Αφρικήν να μας πολεμήσωσιν; («Ελληνικά Χρονικά», αριθ. 101, Μεσολόγγιον, 16 Δεκεμβρίου 1825)
Ηρθαν ο Ιμπραήμ και η πείνα
Την 12 Δεκεμβρίου περί την 2 ώραν Μ.Μ. έφθασεν έξω του Μεσολογγίου ο Ιβραήμ-Πασσάς, άγων εξ περίπου χιλιάδας στρατόν τακτικόν εις πεζικόν, πυροβολικόν και ιππικόν, και έστησεν αμέσως τας σκηνάς του, αποχωρισμένος από εκείνας του Κιουταχή. (Αρτέμιου Ν. Μίχου, «Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου. 1825-1826», εν Αθήναις εκ του τυπογραφείου της Ενώσεως, 1883)
Εν τοσούτω ο Ιμπραΐμης ετοιμάσθη, και κατά τας 12 Δεκεμβρίου το μεσημέρι, βλέπομεν από το μέρος του Μποχορίου και ήρχετο το (Αραβικόν) στράτευμα. Αμέσως εξήλθο
μεν όλοι εις τους προμαχώνας και τους παρατηρούσαμεν. Αρχισαν οι Ελληνες γελώντες:
– Να τος ήλθεν, να τος ήλθεν! Καλώς ήλθεν! Να ιδούμεν (τώρα) και τα μούτρα του.1 […] (Νικόλαου Κασομούλη, «Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 18211833», τ. Β΄, χορηγία Παγκείου Επιτροπής. Αθήναι, 1941)
Αλλά μετά ταύτην την χαράν εφάνη και ο εχθρικός στόλος συμποσούμενος εις εκατόν δεκαεπτά πλοία πολεμικά διαφόρου μεγέθους, εν οις και είκοσι πυρπολικά, φέρων και πολλά πλοία φορτηγά, τα οποία επήγον εις Κρυονέρι ν’
αποβιβάσουν τα φορτία των. Ούτως ήτον ενωμένοι όλοι οι εχθρικοί στόλοι της Κωνσταντινουπόλεως, της Αιγύπτου, Αλτζερίου, Τούνεζι και Τρίπολης. […] Και ιδού κατά τας 12 Δεκεμβρίου είδομεν ερχόμενα από Κρυονέρι και στρατεύματα τακτικά. Ιδού και ο Ιμπραήμ πασιάς με σχεδόν δέκα χιλιάδας στράτευμα, τακτικόν, εις πεζικόν και πυροβολικόν. […] (Σπυρομίλιου, «Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου», εκδίδονται υπό Ιω. Βλαχογιάννη, πατριωτική χορηγία Εμ. Α. Μπενάκη. Αθήναι: [Τυπογραφείον Σ. Κ. Βλαστού], 1926)
Μας έλεγον (ότι), βλέπων το Μισολόγγι ο Ιμπραΐμης, αλαζονευόμενος είπεν:
– Αυτό είναι το Μισολόγγι, το οποίον αγωνίζεσαι, και δεν ημπορείς να το κυριεύσης, εξ μήνες;
Ο Κιουταχής αποκριθείς τον λέγει:
– Τούτο είναι· εντός ενός μηνός βλέπεις, λέγει, τι γίνεται. Ούτως έγραψεν και προς τον Σουλτάνον. [...]
Οι ειρημένοι δύο απεσταλμένοι [σ.τ.ε. Στρατ. Μακρής και Φωτομάρας επέστρεψαν από το στρατόπεδο της Δερβέτζιστας στις 9 του μηνός] μας ειδοποίησαν την διαφωνίαν των έξω ως προς την (γενικήν) αρχηγείαν, προσθέτοντες ότι δεν έκριναν εύλογον τούτο το κίνημα,2 διότι άμα είδον τον Ιμπραΐμ πασιάν διαβαίνοντα (τη θάλασσαν) και τοποθετούμενον εις Κρυονέρι, όλοι εδειλίασαν (αναβάλλοντες) το κίνημα, και εδιόρισαν την (σταλείσαν μικράν) βοήθειαν μόνον και μόνον διά την (προσωρινήν) ασφάλειαν (του Μεσολογγίου), και ακολούθως οδηγούμενοι από το κίνημα του εχθρού, να κινηθούν και αυτοί (έξωθεν). (Νικόλαου Κασομούλη, «Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 1821-1833», τ. Β΄, χορηγία Παγκείου Επιτροπής. Αθήναι, 1941) Τίποτις όμως δεν εδύνατο να μας πτοήση. Και αύται αι τρομεραί δυνάμεις δεν μας έκαναν ουδεμίαν εντύπωσιν·
επροβλέπαμε μόνον μέλλον κοπιαστικόν και δυστυχές. Σχεδόν είχομεν αποκάμει, διότι εις το διάστημα εννέα μηνών πολιορκίας δεν είχομεν υποφέρει ολίγα δεινά, ολίγους κόπους και ολίγας στενοχωρίας. Εκείνο μόνον οπού εσκεπτόμεθα περισσότερον ήτον αι θροφαί, διότι όσον ελογαριάζαμεν ότι είχομεν θροφάς, δεν εφοβούμεθα τας τουρκικάς δυνάμεις να μας κυριεύσουν με πόλεμον και διπλάσιοι αν ήτον.
Αλλ’ αι θροφαί ετελείωσαν· δεν μας έμενεν παρά το αραβόσιτον, το οποίον είπομεν ότι μας είχε φέρη ο Κύριος Ξένος προ πολλού· […] μέρος αλεύρι και μέρος αραβόσιτον, το οποίο τινές μεν άλεθαν εις χειρόμυλους και τινές το έτρωγαν εις σπυριά βρασμένον· και εκ τούτου προέκυψεν και δυσεντερία. […]
Σιμά εις αυτήν την έλλειψιν άρχισαν να εκλείπουν και τα λοιπά θρόφιμα· δεν εννοώ κρέας, διότι είχομεν καιρόν οπού το είχαμε υστερηθή, αλλά το κρασί, ρακί, λάδι κ.λπ., ώστε οι ασθενείς και οι πληγωμένοι εδοκίμαζον αναμφιβόλως μεγάλην δυστυχίαν. (Σπυρομίλιου, «Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου», εκδίδονται υπό Ιω. Βλαχογιάννη, πατριωτική χορηγία Εμ. Α. Μπενάκη. Αθήναι: [Τυπογραφείον Σ. Κ. Βλαστού], 1926)
Ο Ιμπραχήμ πασιάς φθάσας εσκηνώθη εις το αριστερόν μέρος του στρατοπέδου του Ρεσίτ Μεχμέτ πασιά και χωριστά […] και κατά τας 25 του παρόντος έβγαλεν όλο το στράτευμά του εις παράταξιν, δι’ επίδειξιν μάλλον και να το επιθεωρήση. […]
Ήμείς τέλος πάντων αποπερατώσαμε τας εργασίας μας, και η πείρα τόσων μηνών πολιορκίας και πυρός μάς είχεν μάθη τα ελαττώματα του φρουρίου, ώστ’ εσπουδάξαμε όσον το δυνατόν εις τας γνώσεις μας να τ’ αποκαταστήσωμεν απόρθητον. (Σπυρομίλιου, «Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου», εκδίδονται υπό Ιω. Βλαχογιάννη, πατριωτική χορηγία Εμ. Α. Μπενάκη. Αθήναι: [Τυπογραφείον Σ. Κ. Βλαστού], 1926)
«Ξημέρωναν Χριστούγεννα. Στα παγωμένα αιθέρια Λάμπουν χρυσά ταστέρια […] Σβυέται ο Σταυρός μεσουρανίς· οι Δράκοι βασιλεύουν… Στους τοίχους του Μεσολογγιού το μισοφέγγαρό μας.
– Ο λόγος δίνεται με μιας στασκέρια πέρα-πέρα,
Και με φωναίς χαρούμεναις γιομίζουν τον αγέρα» Κώστας Κρυστάλλης, «Ο καλόγηρος της κλεισούρας του Μεσολογγίου» στο «Τα Ποιήματα», πρόλογος Ι. Ζερβός, Αθήνα, Φέξης, 1916)
Την 27 δύο Αραβικοί λόχοι παρέλαβον εις την διεύθυνσίν των εν εκ των τριών εχθρικών κανονοστασίων, […] Την 29 παρέλαβον και τα άλλα κανονοστάσια υπό την διεύθυνσίν των. Κατά τας ημέρας δε ταύτας η ναυτική μοίρα των Σπετσών, φθάσασα, παρέπλεε μεταξύ Εχινάδων και Ζακύνθου, περιμένουσα και τας της Υδρας και Ψαρών. (Αρτέμιου Ν. Μίχου, «Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου. 1825-1826», εν Αθήναις εκ του τυπογραφείου της Ενώσεως, 1883)
Από την Κυβέρνησιν ειδοποιήθημεν ότι ο Στόλος ήτον έτοιμος να αναχωρήση όλος, και ότι εκαταγίνοντο να (του) ευκολύνουν όλα τα μέσα ώστε να διαμένη εκεί διά πάντα.
Ήξεύροντες πόσον (ο Στόλος) μας ωφέλησεν (διά θαλάσσης), αυτή ήτον η μόνη παρηγορία μας ότι, (παρόντος του Στόλου), θα λαμβάνωμεν καιρόν να εισβιβάζωμεν τας θροφάς, αν όχι διά πάντα, (αλλά τουλάχιστον) όταν λαμβάνωμεν την ευκαιρίαν. (Νικόλαου Κασομούλη, «Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 1821-1833», τ. Β΄, χορηγία Παγκείου Επιτροπής. Αθήναι, 1941)
Η αδυναμία της ενότητας
Οι Τούρκοι είναι φανερόν ότι πεισθέντες πως η κυρίευσις του Μεσολογγίου ήθελε τους ευκολύνη να υποτάξωσι και την λοιπήν Στερεάν Ελλάδα, την Πελοπόνησσον και τας νήσους, επροσήλωσαν όλην την προσοχήν τους εις το Μεσολόγγιον – κει εις αυτό να συγκεντρώσουν όλας τας δυνάμεις των. Οι στόλοι των όλοι ενωμένοι εις εν να περιπλέωσι εις τα παράλια του Μεσολογγίου.
Ο Ιμπραχίμ πασιάς αφίνων ολίγην φρουράν εις τα φρούρια Μοθώνης, Κορώνης, Ναυαρίνου, Π. Πάτρας και Τριπολιτζάς, και όλον τον λοιπόν στρατόν να τον φέρη έξω του Μεσολογγίου. Από μέρος μας, τυφλωμένοι από τα πάθη και την ιδιοτέλειαν, δεν επράτταμε το ίδιον· δεν εμιμούμεθα τους Τούρκους· κωφοί εις τας φωνάς μας δεν έβλεπον ότι η πτώσις του Μεσολογγίου ήθελε είναι πτώσις της Ελλάδος εις χείριστον του πρώτου ζυγού, ώστε να επροσήλωνεν όλον το Εθνος την προσοχήν του εις την σωτηρίαν του Μεσολογγίου, καταβάλλον πάσαν σπουδήν να συγκεντρωθή εν δυνατόν στρατόπεδον έξω του Μεσολογγίου, ώστε να εξολοθρευθή ο Ρεσίτ Μεχμέτ πασιάς, όταν είχομεν αρμόδιον τον καιρόν, καθώς ημείς το εφωνάζαμε μεγάλη φωνή. Αλλ’ ούτε τώρα εξύπνησαν, μ’ όλον ότι είδον πλέον πραγματοποιημένα τα σχέδια του εχθρού, ότε είδον τον Ιμπραχίμ πασιά σκηνωμένον έξω του Μεσολογγίου και τους Τουρκικούς στόλους παραπλέοντας εις τα παράλια του Μεσολογγίου. Αλλ’ ο μεν Φαββιέρος παραλαβών το Τακτικόν σώμα, το οποίον σύγκειται από τέσσαρας
χιλιάδας, και τρεις χιλιάδας άτακτα στρατεύματα εκ της Αττικής εκστρατεύει διά την κατάκτησιν της Ευβοίας. Οι Νικόλαος Κριεζιώτης, Βάσσος Μαυροβουνιώτης και ο Χατζή-Μιχάλης με τρεις χιλιάδας στράτευμα έκπλευσαν διά την Μικράν Ασίαν να λεηλατήσωσι το Βερούτι.
Οι δε Πελοποννήσιοι, ησυχάσαντες διότι ο Αιγυπτιακός στρατός ήλθεν εις Μεσολόγγιον, αντί να ωφεληθώσι από αυτήν την ευκαιρίαν και να κινήσουν πάντα λίθον, ώστε να κάμουν τουλάχιστον αντιπερισπασμούς εις τας ολιγαρίθμους αφεθείσας φρουράς εις τα κατακρατούμενα φρούρια παρά του Ιμπραχίμ πασιά, καταγίνονται στρατιωτικοί και πολιτικοί εις σπουδαρχίας και ραδιουργίας πολιτικάς, δίχως να έχωσι συγκεντρωμένον εις κανένα μέρος Ελληνικόν στρατόπεδον ειμή φυλακάς διά να προσέχωσιν εις τας επιδρομάς αυτών των ολίγων Τούρκων, ώστε να μη λεηλατώσι τας επαρχίας – τι μωρία, διά τον Θεόν! Ώς να ήτο πεπρωμένον, ή ως να είχομεν ξεχωριστήν τινα υπόσχεσιν εις το Εθνος ημείς μόνοι να υποφέρωμεν όλα τα βάρη του πολέμου όλων των Τουρκικών δυνάμεων.
Ιδού τελειώνει το 1825 έτος, οπού αφίνει τους Αιγυπτίους εις την Πελοπόννησον να περιπλανώνται κατ’ αρέσκειάν τους και να λεηλατώσι τους Πελοποννησίους, δίχως να ευρίσκωσι εις κανέν μέρος ανθίστασιν· τους Τουρκικούς στόλους ενωμένους παραπλέοντας τα παράλια του Μεσολογγίου· τα Τουρκικά στρατεύματα της Ευρωπαίας Τουρκίας, της Ασίας και της Αιγύπτου έξω από τα τείχη του Μεσολογγίου. Και αντιπαραταττομένους εις ταύτας τας τρομεράς δυνάμεις μίαν φούκτα Ελλήνων μέσα εις μίαν μάνδραν του Μεσολογγίου –καθότι δεν ειμπορούμεν πλέον να τ’ ονομάσωμεν φρούριον– εγκαταλελειμμένην από τους λοιπούς Ελληνας. (Σπυρομίλιου, «Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου», εκδίδονται υπό Ιω. Βλαχογιάννη, πατριωτική χορηγία Εμ. Α. Μπενάκη. Αθήναι: [Τυπογραφείον Σ. Κ. Βλαστού], 1926)