«Νίκη» χωρίς ηθικό έρεισμα
Το πράσινο φως του ΣτΕ για την απόσπαση των αρχαιοτήτων από τον σταθμό Βενιζέλου ευθυγραμμίζεται με μια καταστροφική πολιτική για τη Θεσσαλονίκη
Εν συντομία
Η απόφαση του ΣτΕ για την απόσπαση των αρχαιολογικών ευρημάτων στη Βενιζέλου εγείρει ζήτημα ηθικής νομιμοποίησης.
Γιατί ενδιαφέρει
Ιδεοληπτική κυβέρνηση.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας γνωμοδότησε με οριακή πλειοψηφία (13-12) υπέρ της απόσπασης των αρχαιοτήτων από τον σταθμό Βενιζέλου του μετρό στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με την πληροφορία που διαδόθηκε από φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ το βράδυ της Μ. Πέμπτης. Με αυτή την κίνηση η κυβέρνηση και η διοίκηση της Αττικό Μετρό επιχειρούν να δημιουργήσουν επικοινωνιακό τετελεσμένο και ενδεχομένως να μετρήσουν τις αντιστάσεις της πόλης, επιμένοντας σε μια στρατηγική που θυσιάζει τις αρχαιότητες για πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες.
Αναμονή πριν από την καθαρογράφηση
«Για να υπάρξει κάποιο εμπεριστατωμένο σχόλιο από την πλευρά μας θα πρέπει πρώτα να καθαρογραφεί η απόφαση, να θεωρηθεί και στη συνέχεια να πάρουμε το αντίγραφο και να το μελετήσουμε, καθώς έχει μεγάλη σημασία το σκεπτικό τόσο της πλειοψηφίας όσο και της μειοψηφίας (ειδικά όταν μιλάμε για τόσο ισχυρή μειοψηφία). Αυτό το γεγονός σηματοδοτεί ξεκάθαρα ότι δεν είναι ηθικά νομιμοποιημένη η επιστροφή στη λογική της απόσπασης και επίσης καταδεικνύει ότι τα επιχειρήματά
μας ήταν βάσιμα, ειδάλλως δεν θα υπήρχαν δώδεκα δικαστές που θα συντάσσονταν με την άποψή μας. Η λύση της κατά χώραν παραμονής δεν είναι απλή έκθεση ιδεών όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές για λόγους εντυπωσιασμού και επικοινωνιακής διαχείρισης. Θέλουμε να δούμε τι όρους και προϋποθέσεις θέτει και η πλειοψηφία» αναφέρει στο Documento o πρόεδρος της γραμματείας της Κίνησης Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς Φωκίων Δεληγιάννης. «Ως σύλλογος θα τοποθετηθούμε αναλυτικά όταν το ΣτΕ δημοσιεύσει τη σχετική απόφαση» ανέφερε από την πλευρά του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ).
Με δεδομένο ότι η ολομέλεια του ΣτΕ είναι ο ανώτατος δικαστικός σχηματισμός, το ερώτημα που εγείρεται είναι ποιες άλλες κινήσεις θα μπορούσαν να γίνουν από τις συλλογικότητες. «Δεν υπάρχει η δυνατότητα να προσφύγουμε κάπου αλλού, αλλά περιμένουμε τις εξελίξεις. Εχει γνωμοδοτήσει θετικά το ΚΑΣ για τη μελέτη της απόσπασης και της επανατοποθέτησης (;) που έχει εκπονηθεί, αλλά δεν έχει εκδοθεί ακόμη η απόφαση με την οποία να εγκρίνεται η μελέτη αυτή. Θα διοργανώσουμε διαδικτυακές συζητήσεις και συνελεύσεις το επόμενο διάστημα προκειμένου να εκτιμήσουμε ποιες ενέργειες θα γίνουν».
Ηθική απονομιμοποίηση και «ασκήσεις ιδεών»
Το γεγονός ότι η απόφαση πάρθηκε με μόλις μία ψήφο διαφορά από το ανώτατο δικαστήριο αφήνει χώρο για αρκετά ερωτήματα. «Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η απόφαση απονομιμοποιείται ηθικά γιατί αποδεικνύεται ότι οι λόγοι που είχαμε
προβάλει εξαρχής ήταν πολύ ισχυροί. Για ένα τόσο σοβαρό θέμα που ταλανίζει χρόνια τη Θεσσαλονίκη έρχεται το ΣτΕ να επιβάλει μια απόφαση με οριακή πλειοψηφία. Απευθύνουμε έκκληση στην κυβέρνηση να επανεξετάσει το θέμα, γιατί έχουμε περάσει πλέον στο σκεπτικό μιας πολιτικής απόφασης που αποκτά αντίστοιχα χαρακτηριστικά. Το χρονοδιάγραμμα δεν μπορεί να τηρηθεί και το γνωρίζουν, απλώς δεν το ανακοινώνουν για λόγους επικοινωνιακής εκμετάλλευσης. Δεν προλαβαίνουν να ολοκληρώσουν την κατασκευή του σταθμού τον Απρίλιο του 2023 που είχε τεθεί ως χρονικό ορόσημο. Πλέον και οι ίδιοι το παραδέχονται» λέει ο Φ. Δεληγιάννης.
Σε σχέση με τις κινητοποιήσεις των κατοίκων όλο αυτό το διάστημα τονίζει ότι «το προφανές είναι πως υπήρχε παραπληροφόρηση για λόγους επικοινωνιακούς – ενδεχομένως να υπάρχουν και άλλοι λόγοι. Οι θέσεις μας δεν ήταν ασκήσεις επί χάρτου ή ασκήσεις ιδεών, όπως διατυμπάνιζαν τόσο καιρό. Περιμέναμε ότι δεν θα κερδιζόταν η υπόθεση στο ΣτΕ, αλλά δεν γνωρίζαμε τον αριθμό της μειοψηφίας. Ηταν πολύ ευχάριστη έκπληξη για εμάς, ένα εντελώς νέο δεδομένο».
Μέσω της πρόωρης δημοσιοποίησης της απόφασης επιχειρείται ο εξοβελισμός των αντιστάσεων στην πόλη. «Πολιτική σκοπιμότητα ήταν αυτή η διαρροή. Για να περάσει το πρώτο σοκ μέσα στις γιορτές και στη συνέχεια να σφυγμομετρηθούν οι αντιδράσεις των κατοίκων της πόλης. Το βασικό πρόβλημα στη Θεσσαλονίκη είναι ότι το έργο έχει καθυστερήσει δραματικά και γι’ αυτό αποδίδουν όλα τα δεινά του στον σταθμό Βενιζέλου» επισημαίνει ο κ. Δεληγιάννης.