Ενας εργάτης με tuxedo
Ο Ιαν Φλέμινγκ επέμενε πως ο ιδανικός ηθοποιός για να ενσαρκώσει τον ήρωά του ήταν ο Ρότζερ Μουρ, ένας τυπικός κομψός Αγγλος που με την ίδια άνεση θα μπορούσε να συντροφεύει ηλικιωμένες κυρίες την ώρα που παίρνουν το απογευματινό τους αφέψημα ή να βοηθάει εύχυμες νεαρές να ξεφορτώνονται τα λιγοστά ρούχα της νυχτερινής τους εμφάνισης. Υπήρξαν και άλλοι υποψήφιοι: ο Τζίμι Στιούαρτ, ο Ρίτσαρντ Μπάρτον, ο Κάρι Γκραντ, ο Ντέιβιντ Νίβεν (υποδύθηκε τον πράκτορα στο εκτός σειράς «Casino Royale» το 1967). Ομως ο κλήρος έπεσε σε έναν μονοκόμματο Σκωτσέζο με στριφνή προφορά που περιέφερε το σαρκίο του ως ερασιτέχνης μποντιμπίλντερ. Κόνερι, Σον Κόνερι το όνομά του. Στα 32 του επιλέχτηκε για να αντιμετωπίσει ως Μποντ τον σατανικό –τι άλλο θα μπορούσε να είναι;– Δρα Νο. Ενας σχετικά άγνωστος ηθοποιός που στο πρόσωπό του αποτυπωνόταν η εργατική του καταγωγή έμελλε να μεταφέρει στοιχεία του χαρακτήρα του στην προσωπικότητα του πράκτορα της αυτής μεγαλειότητας. Σαγηνευτικός, αδίστακτος, αδυσώπητος, ένας κυνικός μισογύνης με κραυγαλέο – στα όρια της πυκνής χυδαιότητας– ερωτισμό, ο Κόνερι βρισκόταν πολύ μακριά από τα στάνταρ που είχε θέσει ο Ιαν Φλέμινγκ, ο οποίος βέβαια κάποια χρόνια μετά τον «Δρα Νο» παραδέχτηκε ότι πλέον δεν μπορούσε να φανταστεί άλλον καλύτερο ηθοποιό στη θέση του. «Πάντα μισούσα αυτό τον καταραμένο Τζέιμς Μποντ· θα ήθελα να τον σκοτώσω»: αστικός θρύλος ή όχι –ο «Observer» το 2004 υποστήριξε πως η δήλωση είναι πραγματική–, ο Κόνερι με αυτά τα λόγια εξέφρασε ακριβώς το πνεύμα της σχέσης του με τον ήρωα που τον έκανε παγκόσμιο icon: αβυσσαλέα απέχθεια. Μια κινηματογραφική «τραγωδία».