Ενας αντιεθνικιστής μπακλαβάς
Ο σκηνοθέτης Ανέστης Αζάς μιλάει για μια φανταστική ιστορία, εμπνευσμένη από πραγματικά γεγονότα, που μας συνδέει με το 1821
Εν συντομία
Η «Δημοκρατία του μπακλαβά» είναι μια θεατρική παράσταση για ένα ψηφιακό έθνος-κράτος φτιαγμένο από έναν Ελληνα και μια Τουρκάλα, η οποία αναδιατυπώνει με κωμικό τρόπο συγκρούσεις περί ταυτότητας, διαχωρισμών και ψηφιακής εποχής.
Γιατί ενδιαφέρει
Μπακλαβάς με αβοκάντο σερβίρεται ως αντίδοτο στα εθνικιστικά στερεότυπα.
Η «Δημοκρατία του μπακλαβά» είναι μια παράσταση που διερευνά μέσα από κωμικές καταστάσεις, παθογένειες και προβληματικές γύρω από την ταυτότητα το έθνος-κράτος και την ψηφιακή εποχή. Ενα ζευγάρι ενός Ελληνα και μιας Τουρκάλας σερβίρει μπακλαβά με αβοκάντο και φτιάχνει ένα ψηφιακό κράτος από κρυπτονομίσματα προκειμένου να αντιμετωπίσει τον ρατσισμό και την καχυποψία που το περιβάλλουν. Το αφήγημα για τον «προαιώνιο εχθρό» παραμένει κυρίαρχο και οι περισσότερες προσεγγίσεις γύρω από το 1821 –εκπαιδευτικές και καλλιτεχνικές– επιμένουν να το
νώνουν τα εθνικιστικά αντανακλαστικά μέσα από τη διαδικασία της ωραιοποίησης και ηρωοποίησης. Ο Ανέστης Αζάς κινείται στο μεταίχμιο της μυθοπλασίας και δημιουργεί ένα θεατρικό «ψευδοντοκιμαντέρ» (mockumentary) το οποίο παρουσιάζεται στο Αμφι-Θέατρο.
Η παράσταση δημιουργήθηκε με αφορμή την επέτειο για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση στο πλαίσιο σχετικού αφιερώματος του Φεστιβάλ Αθηνών. «Το 1821 ήταν ουσιαστικά η αφετηρία. Η παράσταση είναι ένα σύγχρονο παραμύθι. Δεν ήθελα να φτιάξω ένα έργο πολύ κοντά στα ιστορικά γεγονότα, αυτό εξάλλου είναι δουλειά των ιστορικών» λέει ο Ανέστης Αζάς στο Documento. Προκειμένου να κατανοήσει πιο βαθιά τη θεματική της παλιγγενεσίας βυθίστηκε για ένα διάστημα στα έργα του Γιάνη Κορδάτου, του Θάνου Βερέμη, του Νικόλαου Κασομούλη, ενώ εντυπωσιάστηκε από τα βιβλία του Κωστή Παπαγιώργη. «Οσο περισσότερα διαβάζει κανείς γι’ αυτή την περίοδο τόσο χάνεται μες στις αντιφάσεις, τις συγκρούσεις και τις βιαιοπραγίες. Πρόκειται για έναν προνεωτερικό κόσμο που εμπεριέχει ασύλληπτες καταστάσεις βίας. Αντιμετωπίζουμε τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο με σεβασμό και απόσταση. Με γοήτευσε η μορφή του λόρδου Μπάιρον, ενός ανθρώπου
που έφτασε στην Ελλάδα κυριευμένος από έντονο ρομαντισμό, ο οποίος οργάνωσε ανταλλαγές αιχμαλώτων, προσπάθησε να σώσει αμάχους, στάθηκε ενάντια στην εκκλησία. Πιστεύω ότι είναι ο πιο σύγχρονος, ο πιο κοντινός χαρακτήρας στη σημερινή εποχή».
Ψηφιακό κράτος με διαμεσολάβηση ΤΑΙΠΕΔ
Η παράσταση εμπλέκει στην αφήγηση κομμάτια του ψηφιακού κόσμου και θέτει στο επίκεντρο ένα metaverse περιβάλλον, μια υποθετική δυστοπία μες στην οποία θα μπορούμε να δημιουργούμε τα δικά μας έθνη-κράτη σε κάθε γωνιά του πλανήτη. «Διάβασα αρκετά πράγματα σε σχέση με τις πρωτοβουλίες και τις ομάδες για τα ψηφιακά κράτη στο διαδίκτυο. Το έργο τοποθετείται σε ένα τέτοιο σύμπαν και έτσι μου έσκασε η ιδέα για τη σχέση της Ελλάδας με την Τουρκία και την ιστορία ενός ζευγαριού που γνωρίστηκε σε μια ουδέτερη χώρα και εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα δουλεύοντας σε ένα ζαχαροπλαστείο με φιούζιον οριεντάλ γλυκά».
Οι δύο πρωταγωνιστές έρχονται σύντομα αντιμέτωποι με την έξαψη του εθνικισμού και την πατριωτική υστερία και ως αντίδραση δημιουργούν ένα ψηφιακό κράτος με κρυπτονομίσματα –μέσα από δημοπρασία του ΤΑΙΠΕΔ–, το οποίο στη συνέχεια αποκτάει φυσική οντότη
«Οσο περισσότερα διαβάζει κανείς για το 1821 τόσο χάνεται μες στις αντιφάσεις, τις συγκρούσεις και τις βιαιοπραγίες. Πρόκειται για έναν προνεωτερικό κόσμο που εμπεριέχει ασύλληπτες καταστάσεις βίας»
Ανέστης Αζάς Σκηνοθέτης
τα και καταρρέει. «Πρόκειται για μια παραμυθένια δυστοπία. Ο ψηφιακός κόσμος είναι μια υπόθεση εργασίας. Στην πορεία γίνεται πραγματική ιδιοκτησία πάνω στην οποία εξελίσσεται η αφήγηση. Με ενέπνευσε η ταινία “Rose island” η οποία αναβιώνει μια πραγματική ιστορία που είχε συμβεί στην Ιταλία τη δεκαετία του ’60, όταν ένας παλαβός μηχανικός έφτιαξε μια πλατφόρμα έξω από τα χωρικά ύδατα και την κήρυξε ανεξάρτητο και αυτοοργανωμένο κράτος».
Πάνω σε αυτό το απίθανο σενάριο η ιστορία φτάνει στη σκηνή σαν να πρόκειται για ντοκιμαντέρ. «Αυτή η συνθήκη απελευθέρωσε τη φαντασία των ηθοποιών. Δεν υπάρχουν στην παράσταση πραγματικά ντοκουμέντα. Είναι όλα φανταστικά, εμείς όμως τα παρουσιάζουμε σαν να είναι αληθινά».
Τα όρια στη σάτιρα και ο «προαιώνιος εχθρός»
Η συζήτηση φτάνει στην προβληματική της ταυτότητας και του έθνους-κράτους σε σχέση με συγκρούσεις που παραμένουν ενεργές έως σήμερα. Ο Ανέστης Αζάς τονίζει ότι «δεν κάνουμε πολιτικό και κοινωνικό σχόλιο, καθώς αυτό αφορά περισσότερο τους επιστήμονες. Παρ’ όλα αυτά αντλούμε έμπνευση από γεγονότα και παίζουμε με στερεότυπα, ειδικά με αυτά που αφορούν τον “προαιώνιο εχθρό”. Στην εκπαίδευση έχει διατηρηθεί αυτή η ιδεολογία. Είναι επίσημη πολιτική. Ακόμη επιβιώνουν ο ρατσισμός, η αντίδραση απέναντι στο ξένο και το ανοίκειο. Προφανώς αγγίζουμε αυτά τα περιεχόμενα. Προσπαθούμε όμως να τα προσεγγίσουμε με κωμικό τρόπο· δεν πρόκειται για μια διδακτική παράσταση».
Με δεδομένη την πρόσφατη εισβολή στην παράσταση του Χριστόφορου Ζαραλίκου και τα φαινόμενα παρεμβατικότητας στην τέχνη αναρωτιέμαι αν υπάρχει προβληματισμός σε σχέση με ενδεχόμενες αντιδράσεις. «Ακόμη δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Είναι μια ωραία παράσταση. Και όποιος θέλει μπορεί να έρθει να τη δει. Δεν με αφορούν αυτές οι αντιδράσεις. Το θέατρο είναι χώρος διαλόγου και διαλεκτικής. Εμπεριέχει πολλά διαφορετικά στοιχεία. Χρειάζεται και χιούμορ η ζωή. Είναι θλιβερά φαινόμενα αυτά που συνέβησαν με τον Ζαραλίκο. Τι να πω, δεν έχω να σχολιάσω κάτι άλλο. Ισως να στενοχώρησε κάποιους επειδή είναι και αυτοί… καλλιτέχνες. Η σάτιρα είναι δόκιμο είδος. Ολοι μπορούν να σατιρίζονται».
Κλείνοντας την κουβέντα συζητήσαμε για τους τρόπους με τους οποίους η πανδημία επηρέασε το θέατρο. «Το είδος του online θεάτρου –δεν εννοώ το live streaming αλλά διάφορα υβριδικά φορμάτ– είναι αρκετά γοητευτικό. Τα ψηφιακά μέσα εν γένει έχουν δυνατότητες και ανοίγουν προοπτικές για το μέλλον. Αυτό που μας λείπει βέβαια αμιγώς θεατρικά είναι η συνάντηση. Οσο περισσότερο περνάμε στη σφαίρα της ψηφιακής ζωής τόσο μεγαλύτερη σημασία θα αποκτούν οι παραστατικές τέχνες. Πιστεύω ότι θα κάνουν μεγάλη επανεμφάνιση σε φυσικό χώρο, ακριβώς επειδή η ζωή μας είναι τόσο ψηφιακή».