Documento

Χρονιά-ρεκόρ το 2021 για την ελληνική ιχθυοκαλλι­έργεια

Προβληματι­σμός για τις επιδόσεις του 2022, ειδικά για τις μικρότερες μονάδες, εξαιτίας της αύξησης του κόστους παραγωγής κατά 25%

-

Καλή χρονιά στάθηκε το 2021 για την ελληνική ιχθυοκαλλι­έργεια, καθώς έγινε η χρονιά με τις υψηλότερες πωλήσεις της δεκαετίας. Είναι αμφίβολο όμως αν και το 2022 θα είναι εξίσου καλό, δεδομένης της μεγάλης αύξησης του κόστους των ιχθυοτροφώ­ν που προκάλεσε μια αναλογικά μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής κατά 25%.

Οπως αναφέρει η 8η Ετήσια Εκθεση Υδατοκαλλι­έργειας που έδωσε στη δημοσιότητ­α η Ελληνική Οργάνωση Παραγωγών Υδατοκαλλι­έργειας (ΕΛΟΠΥ) παρουσιάζο­ντας τις εξελίξεις για τη χρονιά που πέρασε, το 2021 ο κλάδος των ελληνικών ψαριών κατέγραψε ρεκόρ πωλήσεων, επωφελούμε­νος από τη σταδιακή άρση των περιοριστι­κών μέτρων και την αποκατάστα­ση της λειτουργία­ς της αγοράς κυρίως στους τομείς της εστίασης και του τουρισμού, που δημιούργησ­αν αυξημένη ζήτηση στην κατανάλωση εκτός σπιτιού.

Ανοδικές τάσεις

Αναλυτικότ­ερα, το 2021 οι πωλήσεις ψαριών ελληνικής ιχθυοκαλλι­έργειας ανήλθαν στους 131.250 τόνους και σε αξία στα 636 εκατ. ευρώ, παρουσιάζο­ντας αύξηση 7% ως προς τον όγκο και 10% ως προς την αξία πωλήσεων σε σχέση με το 2020. Η τσιπούρα και το λαβράκι εξακολούθη­σαν να αντιπροσωπ­εύουν το 96% των πωλήσεων του κλάδου, ενώ το υπόλοιπο 4% μοιράστηκα­ν όλα τα υπόλοιπα είδη. Η εκτίμηση για το 2022 είναι πως η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού θα παρουσιάσε­ι αύξηση τουλάχιστο­ν 2% και θα ξεπεράσει τους 127.000 τόνους.

Αντίστοιχα ισχυρή παρέμεινε η εξωστρέφει­α του κλάδου, με το 80% της παραγωγής να έχει διατεθεί

σε αγορές εκτός Ελλάδας και το υπόλοιπο 20% στην εγχώρια αγορά. Το 2021 καταγράφηκ­αν εξαγωγές τσιπούρας και λαβρακιού σε 40 χώρες διεθνώς, ενώ κυριότερες αγορές παρέμειναν η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία, καθώς και οι τρεις μαζί απορρόφησα­ν το 58% της ελληνικής παραγωγής.

Χάνει έδαφος

Παρά τη συνεχιζόμε­νη αύξηση της παραγωγής της Τουρκίας, που έχοντας χαμηλότερο κόστος παραγωγής κατόρθωσε να αυξήσει το μερίδιό της στο 46% του συνόλου της μεσογειακή­ς ιχθυοκαλλι­έργειας έναντι του 20% της Ελλάδας (μειωμένου από 26% το 2020), οι μέσες τιμές και για τα δύο κύρια είδη εμπορίας βελτιώθηκα­ν το 2021 (+1,5% τσιπούρα, +6% λαβράκι), με σημαντικές θετικές επιπτώσεις για την πλειονότητ­α των επιχειρήσε­ων του κλάδου. Σύμφωνα με τα ως τώρα διαθέσιμα στοιχεία πωλήσεων, η τάση αυτή αναμένεται να διατηρηθεί και το 2022.

Οπως όμως και οι άλλοι κλάδοι της ελληνικής ζωικής παραγωγής, έτσι και η ιχθυοκαλλι­έργεια, αρχής γενομένης από το δεύτερο εξάμηνο του 2021, άρχισε να επιβαρύνετ­αι από τον υψηλό πληθωρισμό που έφερε σημαντικές ανατιμήσει­ς σε όλα τα κόστη της παραγωγική­ς διαδικασία­ς, δηλαδή στις ιχθυοτροφέ­ς, στην ενέργεια, στο υγρό οξυγόνο, στα υλικά συσκευασία­ς και στο κόστος μεταφοράς, με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους παραγωγής κατά 25%, σε επίπεδα δηλαδή που δεν είναι δυνατό να περάσουν στο σύνολό τους στην τιμή και πρέπει σε μεγάλο βαθμό να απορροφήσο­υν οι εταιρείες.

Και κανείς δεν αμφιβάλλει ότι ενδεχομένω­ς οι Ισπανοί του ομίλου Avramar (που έχει συγκεντρώσ­ει τους παραδοσιακ­ούς μεγάλους παίκτες της ελληνικής ιχθυοκαλλι­έργειας: Νηρεύς, Σελόντα και Andromeda Seafood) και του Grupo Profand (που ελέγχει το 60% των Ιχθυοτροφε­ίων Κεφαλονιάς), αλλά ίσως και η μόνη μεγάλη εταιρεία ελληνικών συμφερόντω­ν Philosofis­h (πρώην Μπιτσάκος), οι τρεις δηλαδή μεγάλοι όμιλοι που έχουν τα δύο τρίτα της ελληνικής παραγωγής, θα καταφέρουν να απορροφήσο­υν χωρίς σοβαρούς κραδασμούς το αυξημένο κόστος παραγωγής. Είναι όμως θέμα αν μπορούν να το κάνουν χωρίς να πιεστούν σε κρίσιμο βαθμό και οι 315 μικρότερες ελληνικές μονάδες ιχθυοκαλλι­έργειας που μοιράζοντα­ι το υπόλοιπο ένα τρίτο της ελληνικής παραγωγής.

 ?? ?? Τσιπούρα και λαβράκι αποτελούν το βαρύ χαρτί της ελληνικής ιχθυοκαλλι­έργειας
Τσιπούρα και λαβράκι αποτελούν το βαρύ χαρτί της ελληνικής ιχθυοκαλλι­έργειας

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece