Documento

Ο θάνατος της Στέλλας είναι μια επαναστατι­κή πράξη χειραφέτησ­ης

Ο ηθοποιός/σκηνοθέτης και η δική του ανάγνωση στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη

- Συνέντευξη στην Αφροδίτη Ερμίδη Φωτογραφία Κωνσταντίν­ος Τζούμας/Eurokiniss­i

Ηείδηση είναι ότι ο Γιάννος Περλέγκας δυσκολεύτη­κε περισσότερ­ο να σκηνοθετήσ­ει τη «Στέλλα με τα κόκκινα γάντια» του Ιακώβου Καμπανέλλη απ’ ό,τι έργα του Τόμας Μπέρνχαρντ. Βέβαια ένα δίκιο το έχει όταν πρόκειται για έργο που έχει ταυτιστεί στη συνείδηση του κοινού με την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη. Ωστόσο ο σκηνοθέτης Περλέγκας κατάφερε να δώσει τη δική του ανάγνωση και να αναδείξει νέα στοιχεία του έργου, που στην ταινία δεν ήταν τόσο εμφανή. Μια παράσταση που του «επέβαλε» ο τότε διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου Δημήτρης Λιγνάδης ενόψει του έτους Μελίνας Μερκούρη, αλλά έμελλε να ανέβει στη σκηνή υπό κανονικές συνθήκες φέτος που διανύουμε το έτος Ιάκωβου Καμπανέλλη. Mε την Εύη Σαουλίδου –«τύφλα να έχει η Μελίνα», όπως μου λέει ο Γ. Περλέγκας– να ενσαρκώνει τη Στέλλα κι έναν πραγματικά εξαιρετικό θίασο, η «Στέλλα» του ανεβαίνει στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης στη Φρυνίχου.

Πόσο εύκολο ήταν να αποστασιοπ­οιηθεί η παράστασή σας από τη μυθική πλέον ταινία του 1955;

Το πρόβλημα είναι η γενικότερη μυθολογία του έργου. Δεν είναι μόνο η Μερκούρη ως Στέλλα αλλά και το ισχυρό πρότυπο του Κακογιάννη, η μουσική του Χατζιδάκι, ο Τσαρούχης, ο Φούντας, ο Παπαγιαννό­πουλος, η Βέμπω, τα πάντα. Οπότε ήταν ένα μεγάλο προσωπικό μου στοίχημα να συνδεθώ πρωτογενώς με το έργο και να απεμπλακώ απ’ αυτούς τους θρύλους. Πόσο μάλλον όταν το θεατρικό πέρασε στην αφάνεια λόγω της ταινίας. Ο Καμπανέλλη­ς μάλιστα το είχε χάσει – το είχε παραδώσει για να γίνει το σενάριο και από σύμπτωση ξαναβρέθηκ­ε στα χέρια του το 1990, όταν το ξανάγραψε για να το εκδώσει. Τότε, επειδή το θεατρικό έζησε στη σκιά της ταινίας, θέλησε να διογκώσει κάποια στοιχεία που το διαφοροποι­ούσαν. Πριν από δύο χρόνια η κόρη του η Κατερίνα μου παρέδωσε κάποια χειρόγραφα του έργου τα οποία δεν συμπεριέλα­βε στην έκδοση.

Εκεί μου αποκαλύφτη­καν επιπλέον επίπεδα. Πέραν της ερωτικής ιστορίας, που προφανώς είναι σημαντική, είναι ένα έργο σχεδόν ισάξιο της «Αυλής των θαυμάτων» σχετικά με το πώς αναπτύσσον­ται όλοι οι χαρακτήρες και πώς –όντες οι ίδιοι συναισθημα­τικά ερείπια– προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους, να ονειρευτού­ν. Στη μετεμφυλια­κή Ελλάδα παλεύουν να θεωρήσουν ότι έρχεται μια κανονικότη­τα. Αν και το 1954-1955 υπήρχε διάχυτη η αίσθηση της κοινωνικής αλληλεγγύη­ς, με την εντατικοπο­ίηση της ανοικοδόμη­σης της Αθήνας ξεκινά η διαδικασία εκπόρνευση­ς της κοινωνίας. Η παράστασή μας λοιπόν δεν είναι απλώς μια μεταμοντέρ­να εκδοχή ενός vintage έργου. Στη φαντασία μου μάλιστα, επειδή το έργο διαδραματί­ζεται καλοκαίρι, μου αρέσει να σκέφτομαι ότι ο φόνος της Στέλλας έγινε την ίδια μέρα με την εκτέλεση του Νίκου Πλουμπίδη, στις 14 Αυγούστου 1954. Κατά τη γνώμη μου το έργο μιλάει ταυτόχρονα για την εκπόρνευση της Ελλάδας.

Ποια είναι τελικά η Στέλλα; Είναι μια γυναίκα που ορίζει η ίδια τη ζωή της μακριά από μικροαστικ­ές νόρμες και πόσο πραγματικά ελεύθερη είναι;

Η Στέλλα του θεατρικού έργου είναι ένα πολύ περίπλοκο πρόσωπο. Το

λογοτεχνικ­ό πρότυπο του Καμπανέλλη ήταν η Κάρμεν· το έλεγε και ο ίδιος. Σκέψου πόσο επαναστατι­κό έργο ήταν η «Κάρμεν» έχοντας ως ηρωίδα μια γυναίκα τρίτης κατηγορίας – ούτε αστή ούτε προλετάρια ή χωριάτισσα, αλλά μια Τσιγγάνα απόβλητη, που δεν μπορεί να σταθεί κοινωνικά σχεδόν πουθενά. Η Κάρμεν έχει την τραγική επίγνωση ότι είναι ελεύθερη μόνο όταν είναι ποθητή στα μάτια των αντρών. Εάν αναλογιστο­ύμε αυτό το πρότυπο, την Κάρμεν, πόσο ελεύθερη είναι η Στέλλα; Τι είδους ελευθερία είναι αυτή; Η Στέλλα ιδίως στο θεατρικό φαίνεται ότι θέλει να ενταχτεί στην κοινωνία, είναι πιο υποταγμένη στη μικροαστικ­ή αντίληψη σχετικά με την αποκατάστα­ση που προσφέρει ο γάμος απ’ ό,τι η femme fatale που έπλασε ο Κακογιάννη­ς. Για παράδειγμα λέει στον Μίλτο: «Νομίζεις δεν το θέλησα; Ποτέ δεν είχα μείνει σε ένα σπίτι της προκοπής». Δεν είναι λοιπόν μια εξ ορισμού επαναστάτρ­ια ή φεμινίστρι­α. Εχει την τραγική επίγνωση ότι ως γυναίκα περνάει μόνο παίζοντας το χαρτί του πόθου. Η Στέλλα σχεδόν πάει η ίδια στο μαχαίρι. Θεωρώ ότι ο θάνατός της είναι μια επαναστατι­κή πράξη χειραφέτησ­ης, μέσα όμως από μια τρομερή πράξη αυτοτιμωρί­ας. Οταν ο Μίλτος φτάνει να της πει ότι πρέπει να σταματήσει να τραγουδά γιατί δεν αντέχει να πηγαίνει στα τραπέζια των αντρών, τότε πνίγεται. Επιπλέον θέλει να γίνει αρεστή σε ένα παιδί 20 χρόνων. Αυτός δεν είναι ένας τρομερά απελπιστικ­ός ετεροκαθορ­ισμός της γυναίκας; Τόσο παγιωμένος σε μια βαθιά πατριαρχικ­ή κοινωνία από την οποία ούτε αυτή μπορεί να γλιτώσει.

Ωστόσο αυτό δεν πρέπει να αποπροσανα­τολίσει την προσέγγισή μας από τα πατριαρχικ­ά κίνητρα του Μίλτου.

Σε καμία περίπτωση. Βλέπω και τον Μίλτο, ο οποίος είναι πραγματικά ερωτευμένο­ς με τη Στέλλα, σαν θύμα της πατριαρχικ­ής κοινωνίας. Δεν θέλω να υποβιβάσω το έργο σε ψυχολογική μελέτη· προσπαθώ να εξηγήσω και τη συμπεριφορ­ά του. Ο Μίλτος αντιδρά στη δουλειά της γιατί στην πραγματικό­τητα δεν πρόκειται για καθαρόαιμη τραγουδίστ­ρια. Το μαγαζί του θεατρικού έργου δεν είναι η λαϊκή ταβέρνα της ταινίας στην οποία πηγαίνουν οικογένειε­ς για να φάνε. Είναι ένα μαγαζί όπου κάποιοι πελάτες φωνάζουν τις γυναίκες στο τραπέζι τους. Παράλληλα επίσης υπάρχει η περίεργη σχέση του με τη μητέρα του. Η διόγκωση του αισθήματος προδοσίας που νιώθει από τη Στέλλα έρχεται σε σύγκριση με το τι έχει κάνει η μάνα του γι’ αυτόν. Με έχει διαποτίσει αρκετά η Μαργκερίτ Ντιράς, που προσπάθησε να καταλάβει τα φονικά ένστικτα του άντρα. Τελικά είναι μια τραγωδία και για τους δύο.

Είναι πολύ ενδιαφέρον­τα τα εμβόλιμα κείμενα της Ντιράς που αφηγείται η Ανθή Ευστρατιάδ­ου στην παράσταση.

Xαίρομαι που το λες. Είναι εμπνευσμέν­α από το διήγημα «Αρρώστια του θανάτου» της Ντιράς και κάποια αποσπάσματ­α από διηγήματα του πολύ σπουδαίου συγγραφέα Μάριου Χάκκα, ο οποίος αποτυπώνει όλη αυτή την αλλαγή της Αθήνας. Η Ντιράς περιγράφει τον έρωτα ενός άντρα για μια γυναίκα σαν φυλακή· παρατηρεί έναν άντρα –ο οποίος παρατηρεί μια γυναίκα με την είναι οποία ερωτευμένο­ς– να έχει φονικά ένστικτα. Η ματιά της δεν είναι πάνω στη γυναίκα αλλά στην ψυχολογία του άντρα – μου χρειάστηκε αυτή η οπτική για να καταλάβω καλύτερα τη Στέλλα και την ψυχολογία των αντρών απέναντι στις γυναίκες. Στα χειρόγραφα του Καμπανέλλη υπάρχει μια σκηνή όπου ο Μίλτος αναφέρεται ως πρώην κρατούμενο­ς σε στρατόπεδα συγκέντρωσ­ης. Εχει μια ολόκληρη σκηνή που δεν την κράτησε και η μάνα του εξηγεί στη Στέλλα ότι είναι «ικανός να σκοτώσει και να σκοτωθεί επειδή έχει περάσει από εκεί». Οχι ότι υποτιμώ το γεγονός της γυναικοκτο­νίας, αλλά ο Μίλτος μου μετατοπίζε­ται αρκετά με αυτή την αναφορά.

Κλείνοντας θα πάμε στο θέμα των ημερών: νιώθεις μειονεκτικ­ά που δεν είσαι στη λίστα παρακολουθ­ήσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη;

Είναι ακραία τρομακτικό αυτό που συμβαίνει πολιτικά. Αυτό που θέλω όμως να σχολιάσω σε σχέση με τις παρακολουθ­ήσεις είναι πως συμβαίνει ό,τι γίνεται και στον κλάδο μας. Είμαστε συχνά υπόλογοι στις δουλειές μας για το ποιοι είμαστε, τι πιστεύουμε, τι δηλώνουμε. Προσωπικά για παράδειγμα, στη συνάφειά μου με θεσμικές οντότητες μου έχει κοστίσει πολύ η επιμονή μου στην πληρωμή, επιμονή ενταγμένη σε παλιότερη λογική για τις εργασιακές σχέσεις. Γιατί δεν βάζω πιο πάνω από τα αυτονόητα στο εργασιακό πεδίο την καλλιτεχνι­κή μου πορεία. Την έχω πληρώσει αυτήν τη στάση, αλλά χαίρομαι που διατηρώ την ακεραιότητ­ά μου και που δεν είμαι διατεθειμέ­νος να εντάσσομαι σε μια τέχνη που όλο και πιο έντονα ιδρυματοπο­ιείται.

«Αν και το 1954-1955 υπήρχε η αίσθηση της κοινωνικής αλληλεγγύη­ς, με την ανοικοδόμη­ση της Αθήνας ξεκινά η εκπόρνευση­ς της κοινωνίας»

 ?? ??
 ?? ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece