SIEMENS: ΓΕΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΤΑΜΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΣΕΠΕΣ ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ
Πολιτική διαφθορά, ίντριγκα, κλοπή δημόσιου χρήματος. Η υπόθεση της Siemens είναι η επιτομή του σκανδάλου. Για 100 χρόνια, τη μισή δηλαδή ζωή του ελληνικού κράτους, η γερμανική εταιρεία χρησιμοποιούσε αθέμιτα μέσα για να εξασφαλίζει προνομιακή μεταχείριση έναντι του ανταγωνισμού. Μέσω της παροχής «δώρων» σε όσους κατείχαν θέσεις-κλειδιά στον κρατικό μηχανισμό υπέγραφε συμβάσεις εκατομμυρίων με το δημόσιο, γεμίζοντας τα εταιρικά ταμεία αλλά και τις τσέπες διεφθαρμένων πολιτικών με χρήματα του ελληνικού λαού.
Η εμπλοκή της Siemens ξεκίνησε στη δεκαετία του ’30, όταν διεκδίκησε μεγάλα αναπτυξιακά έργα όπως η εγκατάσταση της ραδιοφωνίας, η τηλεφωνία, η ηλεκτροδότηση της Αθήνας και ο ηλεκτρικός σιδηρόδρομος. Θεωρώντας ότι οι πολιτικές διασυνδέσεις θα προωθούσαν τα συμφέροντά της, προσέγγισε Ελληνες πολιτικούς, χωρίς αρχικά να επιτευχθεί ο στόχος. Οι προσπάθειες ευοδώθηκαν στην Κατοχή, όταν ο αποκλεισμός των εταιρειών των συμμάχων άνοιξε τον δρόμο στη Siemens για την εκμετάλλευση ελληνικών εγκαταστάσεων και υποδομών ώστε να ενταχθεί η ελληνική οικονομία στη ναζιστική «Νέα Ευρώπη». Πρόσωπο-κλειδί ο αντιπρόσωπος της εταιρείας στην Ελλάδα Ιωάννης Βουλπιώτης, διευθυντής της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, προπαγανδιστικού όπλου των κατακτητών με πρωταγωνιστικό ρόλο στην ίδρυση και στον εξοπλισμό των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Μεταπολεμικά, έχοντας εξασφαλίσει ατιμωρησία για τις κατοχικές μπίζνες, οι εκπρόσωποι της Siemens έδρασαν ως συνδετικοί κρίκοι για τη διείσδυση του γερμανικού κεφαλαίου.
Η ανάκαμψη των διμερών εμπορικών σχέσεων σηματοδοτήθηκε από απευθείας αναθέσεις μέσω μυστικών συμφωνιών. Το καθεστώς έκτακτης ανάγκης απέτρεπε τον έλεγχο και ευνοούσε το πιο αδηφάγο τμήμα της ελληνικής αστικής τάξης ώστε να εξασφαλίσει πιστώσεις από το εξωτερικό.
Το σκάνδαλο της δεκαετίας του ’50 ήταν η πρώτη πράξη της μεταπολεμικής εμπλοκής της Siemens με την ελληνική οικονομική και πολιτική σκηνή. Ακολούθησε μια από τις μεγαλύτερες υποθέσεις διαφθοράς στην παγκόσμια οικονομική ιστορία. Το «σκάνδαλο του αιώνα» ξέσπασε στην Ελλάδα το 2006 μετά την εισβολή της Εισαγγελίας του Μονάχου με 270 εφοριακούς, αστυνομικούς και ανακριτές στα γραφεία της. Αιτία ήταν οι ενδείξεις πως μεταξύ των ετών 1999 και 2006 η Siemens είχε δώσει τεράστια ποσά για δωροδοκίες κρατικών αξιωματούχων σε διάφορες χώρες για να εξασφαλίζει συμβόλαια. Σύντομα φάνηκε ότι από το συνολικό ποσό των 130 εκατ. ευρώ πάνω από τα μισά, σχεδόν 67 εκατομμύρια, είχαν δοθεί σε Ελληνες.
Ακολουθώντας τον λαβύρινθο του βρόμικου χρήματος αποκαλύφθηκαν ο χρηματισμός πολιτικών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ αλλά και οι εκλεκτικές συγγένειες του Χριστοφοράκου –του ανθρώπου της Siemens στην Ελλάδα– με την οικογένεια Μητσοτάκη. Υστερα από έναν δικαστικό κυκεώνα 20 χρόνων οι κατηγορούμενοι «αθωώθηκαν» προκλητικά, αποκαλύπτοντας για μια ακόμη φορά το μέγεθος της πολιτικής διαφθοράς και της συγκάλυψης που μαστίζει τη χώρα. Ενδεικτικό: μόνο στις ΗΠΑ η Siemens καταδικάστηκε να πληρώσει 800 εκατ. δολάρια, το μεγαλύτερο ποσό που είχε επιδικαστεί τα τελευταία 30 χρόνια για υποθέσεις διαφθοράς.